ΠΟΙΗΣΗ
~ Γιάννης Ισιδώρου, Ονειροκρίτης (για το Μέλλον της
Διακυβέρνησης), εκδ. ΦΡΜΚ, 2015, 93 σελ.
Ο μαθητής, ο φοιτητής, ο συνδικαλιστής και το κομματικό στέλεχος, αλλά και
το απλό μέλος, θα ανακαλύψουν τη σοφία του ονείρου και θα βρουν τη λύση στην
αμηχανία που προκαλεί η αντιμετώπιση της δημόσιας λήψης ευθύνης. Αυτό μας
υπόσχεται η Εισαγωγή, και τα 71 λήμματα (σε καθένα, προηγείται η εξήγηση,
έπεται παράδειγμα ονείρου) του βιβλίου, το τεκμηριώνουν. Φερειπείν, αν δεις
“Μαξιλάρι”: “Το λευκό μαξιλάρι συμβολίζει την επιτυχία των στόχων σου και την
έκλειψη κάθε διαμάχης, το σκληρό μαξιλάρι τον κίνδυνο. [] Η μάνα μου ανέβαζε
από το πηγάδι τον κουβά αργά και βασανιστικά. [] Όταν ο κουβάς πρόβαλε
στο φως, είχε στριμωγμένο μέσα του ένα ολόκληρο αφράτο μαξιλάρι. [] “Το
πηγάδι στέρεψε!”” Ή αν δεις “Κελάρι”: “Η ηγεσία δεν είναι διαχρονική”. 'Η,
πάλι, “Γλάστρα”: “Οι γερασμένες αξίες χρειάζονται ανανέωση. [] Η κόρη μου
ήταν ντυμένη για την παρέλαση και πίσω της έσερνε με πάνινο λουρί μια πλατφόρμα
με ροδάκια, που πάνω της υπήρχαν πολλών λογιών φυτά σε γλάστρες []: “Τα βρήκα
ξεκούρδιστα στο ασανσέρ. Είναι του κολυμβητή.””
~ Στέφανος Παπαδόπουλος, Η Μαύρη Θάλασσα (πρωτότυπο – μαζί με μτφρ. από
τα αγγλικά, της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ), εκδ. Καστανιώτη, 2015, 117 σελ.
Δίγλωσση έκδοση του τρίτου ποιητικού βιβλίο του Σ.Π., Έλληνα
που ζει κυρίως στην Αμερική και γράφει στα αγγλικά. Αυτή η σειρά πενηνταενός
σονέτων με θέμα τον Εύξεινο Πόντο –θάλασσα και βουνά– και τις τύχες των
κατοίκων του, Ποντίων και Τούρκων, πριν, κατά την διάρκεια, και μετά την
ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, βραβεύθηκε στις ΗΠΑ το 2014 με το Jeanette Haien Ballard Writer's Prize,
ετήσιο βραβείο για “νέο συγγραφέα αποδεδειγμένης αριστείας στον ποιητικό
ή στον πεζό λόγο”. Η Μελάνθη, ο Αριστοτέλης, ο Αλέκος, ο Πασάς της Κερασούντος,
μια Τσερκέζα πόρνη, ο ίδιος ο ποιητής, και άλλοι, μιλούν στα ποιήματα αυτά,
όπου ακούγονται ωστόσο και παλαιότεροι απόηχοι, μέχρι και του Ξενοφώντος. Η
ελληνική μετάφραση μάς βοηθά να απολαύσουμε την λεκτική ευστοχία του
πρωτοτύπου, το σφιχτό πλάσιμο των –ποιητικώς απολύτως σύγχρονων– σονέτων, την
πρωτοτυπία και την ένταση των εικόνων, την ευρηματική αφήγηση. Μια μέρα όλα
τα σκόρπια βαπόρια αραγμένα στο λιμάνι / θα βουλιάξουν με τα κουφάρια τους όλο
τρύπες. / μεσ' απ' αυτές του φεγγαριού το φορτίο θα λάμπει /
στον κρύο βυθό όπου τίποτα δεν σαλεύει.
~ Γ.Χ. Ώντεν, Πένθιμο μπλουζ (μτφρ.: Ερρίκος Σοφράς),
εκδ. Κίχλη, 2015, 81 σελ.
Ποτέ δεν κάναν λάθος για τον πόνο / Οι Παλιοί Δασκάλοι:
πόσο καλά είχαν νιώσει τη θέση του / Μες στην ανθρώπινη ζωή. πώς
φτάνει και μας βρίσκει / Την ώρα που ο άλλος τρώει ή ανοίγει ένα παράθυρο ή
έστω περπατάει βαριεστημένα. Μια “προσωπική ανθολογία” από τα περίπου
τετρακόσια ποιήματα του Γ.Χ.Ω. (1907-1973), που υπήρξε ο σημαντικότερος Βρετανός ποιητής μετά τον
(πολιτογραφημένο Βρετανό) Έλιοτ, εγκαινιάζοντας νέα εποχή στην αγγλόφωνη ποίηση
(εποχή που δεν έκλεισε ακόμη). Ο Ε.Σ. επιλέγει οκτώ από τα σαρανταπέντε
ποιήματα της συλλογής Μια άλλη φορά (1940), και τα συμπληρώνει με
τέσσερα ακόμη, από ισάριθμα άλλα βιβλία. Σε παραδοσιακή μορφή –την οποία
βεβαίως σέβεται η μετάφραση– ή σε ελεύθερο στίχο, συναντούμε εδώ μερικά από τα
καλύτερα και δημοφιλέστερα ποιήματα του Ώντεν (και του αγγλόφωνου 20ου
αιώνα), όπως το “Musée des Beaux Arts”, “Στη μνήμη του Γ.Μπ.
Γέητς”, “Νανούρισμα”,
“Πένθιμο μπλουζ”. Κόψτε τα τηλέφωνα, πάψτε τα ρολόγια, / Το πιάνο κλείστε,
πνίξτε τύμπανα και λόγια, / Δώστε ένα κόκαλο στο σκύλο να ησυχάσει, / Ο θρήνος
άρχισε, το φέρετρο ας περάσει.
ΔΟΚΙΜΙΟ
~ Αλμπέρ Καμύ [κ.ά.], Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού
– Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης υπό την προεδρία του Άγγελου Κατακουζηνού
(μτφρ.: Ν. Καρακίτσου-Ντουζέ & Μ. Κασαμπάλογλου-Ρομπλέν), εκδ. Πατάκη, 2014,
239 σελ.
Σε μιαν άλλη κρίσιμη εποχή –το 1955–
Έλληνες λόγιοι προσκαλούσαν έναν ξένο διανοούμενο κορυφαίου ήθους και διανοίας
– και συνδιαλέγονταν μαζί του: ο 'οικοδεσπότης', ελλόγιμος ιατρός, Άγγελος
Κατακουζηνός, οι Φ. Βεγλερής, Γ. Θεοτοκάς, Ε. Παπανούτσος, Κ. Τσάτσος, Ν.
Χατζηκυριάκος-Γκίκας (με εισηγήσεις τους), και άλλοι (με ερωτήσεις). Στην
αξιοπρόσεκτα φροντισμένη αυτή έκδοση –με πρόλογο και επίμετρο (της Σ.Ε.
Πελοποννησίου-Βασιλάκου), εισαγωγή (της Ξ.Δ. Μπαλωτή), σημειώσεις, και αρχειακό
υλικό από το Ίδρυμα Α. & Λ. Κατακουζηνού– απολαμβάνουμε και διδασκόμαστε
από την ποιότητα της –περισσότερο επίκαιρης δεν γίνεται– συζήτησης. Περί την
αρχή, ο Καμύ λέει: Η ελευθερία έχει ένα όριο [που] βρίσκεται στη δικαιοσύνη,
δηλαδή στην ύπαρξη του άλλου και στην αναγνώρισή του, και [] το όριο της
δικαιοσύνης βρίσκεται στην ελευθερία, δηλαδή στο δικαίωμα του ανθρώπου να
υπάρχει, όπως ακριβώς είναι στους κόλπους ενός κοινωνικού συνόλου. Και προς
το τέλος: Προς το παρόν, η Ευρώπη απειλείται αρχικά από τις ευρωπαϊκές ιδέες
[]. Μου φαίνεται ότι αυτό αντιπροσωπεύει (ταυτόχρονα με μιαν ανησυχία για το
μέλλον, φυσικά) ένα στοιχείο εμπιστοσύνης.
~ Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, Το παράπονο της Βρισηίδας
(Έρωτας, επιθυμία και εγκράτεια στην ελληνική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα),
εκδ. του Εικοστού Πρώτου, 2015, 161 σελ.
Κάθε βιβλίο του Δ.Κ. προξενεί λαχτάρα σε όσους ευτυχείς
έχουν ήδη εθισθεί στα κείμενά του: στα θέματα, την διαχείρισή τους, και το ύφος
του μαζί, αξεδιάλυτα. Αναπόφευκτα, το ίδιο συμβαίνει και με τούτο, με το οποίο
επιστρέφει στην προσφιλή περιοχή του των ηθών κατά την αρχαιότητα (το
προηγούμενο αφορούσε την δημοκρατία της κλασσικής Αθήνας). Αποτελείται από
πέντε κεφάλαια, οι πρώτες μορφές των οποίων γράφτηκαν από το 2000 έως το 2013.
Με τις ομηρικές αφηγήσεις να μην είναι ποτέ μακρυά, είτε ως πηγή, είτε ως
αναφορά, εξετάζεται ο έρωτας στις διάφορες φάσεις (π.χ. επιθυμία, εγκράτεια)
και εκφάνσεις του (π.χ. πορνεία, γάμος, μοιχεία), το πώς αυτός δύναται να
ανακύψει μετά από ένα ναυάγιο (στο νησί της Κίρκης ή στην Εύβοια), αλλά και η
σχέση του με τον πόλεμο – στον μύθο και την ιστορία. Όπως ήταν ήδη
διαπιστωμένο από την αρχαιότητα, ένας μύθος κρύβει κάποτε μεγαλύτερη αλήθεια
από το βεβαιωμένο περιστατικό, ιδίως όταν θέλουμε να αναπαραστήσουμε
κοινωνικούς θεσμούς, συμπεριφορές και συναισθήματα.
~ Giovanni
Sartori, Η δημοκρατία σε 30 μαθήματα (μτφρ. από τα ιταλικά: Σώτη
Τριανταφύλλου), εκδ. Μελάνι, 2015, 110 σελ.
Το παράδοξο είναι ότι το οικονομικό σύστημα της αγοράς,
που για περίπου διακόσια χρόνια προωθούσε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τώρα τ[ην]
απειλεί με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Μια περιβαλλοντική κατάρρευση μπορεί να
συμπαρασύρει την ελεύθερη πολιτεία. Δημοκρατία 'δι' αρχαρίους'; Κάθε άλλο.
Ναι μεν πρόκειται για 30 'απλά' 'μαθήματα', που ξεκίνησαν ως πεντάλεπτες
εκπομπές για την ιταλική τηλεόραση, όμως ο συγγραφέας τους είναι αξιολογότατος
επιστήμων και δεινός μελετητής του ζητήματος. Έτσι, τα ολογοσέλιδα αυτά κείμενα
τέρπουν με το λιτό τους ύφος, ενώ συγχρόνως ερεθίζουν με την εκλεπτυσμένη
προκλητικότητά τους, καλούν σε γόνιμη σκέψη, φωτίζουν την καθημερινότητα με
σοβαρότητα λόγια αλλά εύληπτη. Το δε θέμα διευρύνεται έως, για παράδειγμα, την
σχέση της δημοκρατίας με το Ισλάμ, με τις 'αγορές', την 'ανάπτυξη', την
πολυπολιτισμικότητα, κ.ά.. Είναι αλήθεια –δεν υπάρχει αμφιβολία– ότι η Δύση
είναι κοσμική, άρα δεν αναλαμβάνει κατακτητικούς θρησκευτικούς πολέμους: ο
Χριστιανισμός δεν είναι πια θρησκεία ισχύος και επιθετικότητας. Αντιθέτως, το
Ισλάμ εισβάλλει στη Δύση ως πολιτιστικός εισβολέας εγείροντας μια πολύ σοβαρή
απειλή. Η δική μου ιδέα είναι ότι άθελά μας οι πρώτοι εισβολείς είμαστε εμείς.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
~ Αχιλλέας Κυριακίδης, Μουσική και άλλα πεζά (1973-1995), εκδ. Πατάκη, 2015, 408 σελ.
Προσηλώσου. Εδώ είναι οι λέξεις, δε χάνονται. Με τη σωστή
κατάνυξη, θα τις βρεις. Τόμος όπου συλλέγονται –ή επιλέγονται– πεζά από
εκδόσεις 23 ετών του ιδιαίτερου αυτού πεζογράφου (γνωστού και ως μεταφραστή,
αλλά και ως σκηνοθέτη κινηματογράφου). Φυσάει, κι η φωτογραφία κουνιέται.
Σαν μπαλωμένη οθόνη καλοκαιρινού των προαστίων, που λες καμιά φορά τώρα θα
φύγει, τώρα θα σηκωθεί ψηλά σαν αερόστατο και θα τους πάρει όλους μαζί της,
όλους, προκομμένους κι επικίνδυνους, και θα μείνουν οι ιππότες με υψωμένο το
κοντάρι κι η γυναίκα με την προδοσία μετέωρη. Το ύφος προσαρμόζεται
–χαμαιλεοντικά και πειστικότατα– κατά το είδος του πεζού (φανταστικό, νουάρ,
ψευδο-εγκυκλοπαιδικό ή -ιστορικό, κ.ο.κ.), η λέξη αστράφτει (και, ενίοτε,
βροντά), το χιούμορ –είτε 'απλό', είτε μαύρο– φουσκώνει κάτω από την επιφάνεια.
Ανασηκώθηκε με κόπο και κοίταξε εκεί που δεν έβλεπε. Δεν μπορείς να
εισέλθεις στη Βασιλεία των Ουρανών, είπε η Φωνή, γιατί δεν μπορείς να
συγχωρεθείς. Και δεν μπορείς να συγχωρεθείς, γιατί δεν έχεις κάνει στη ζωή σου
ούτε μία αμαρτία.
~ Μαρία Πολυδούρη, Ρομάντσο και άλλα πεζά (εισ. -
επιμ.: Χ. Ντουνιά), εκδ. Εστίας, 2014, 276 σελ.
Αφού πρώτα μάς παρέδωσε την ποίηση της Πολυδούρη –πέρα απο
εκτενώς και χρησιμότατα σχολιασμένη– αποκαθαρμένη από τις σκόνες του
καρυωτακισμού και φωτισμένη από την αυγή του μοντερνισμού, η Χριστίνα Ντουνιά
επανέρχεται για να αποκαταστήσει και να αναδείξει τα πεζά της: το μόνο της
μυθιστόρημα, το Ρομάντσο, ημερολογιακές καταγραφές, αυτοβιογραφικές
σελίδες, επιστολές, και άλλα. Η διακριτική και πολύτιμη επιμελητική εργασία
ολοκληρώνει το καλλιτεχνικό πρόσωπο της Μ.Π.. Επήρα το ψαλίδι κι έκοψα γύρω
στο λαιμό τον καταρράχτη των μαύρων μαλλιών, η πρώτη ετοιμασία για την
καταστροφή που την περίμενε. Αν είναι αναμενόμενο, πρωτίστως να κερδίζει το
αναγνωστικό κοινό το πρωτοποριακό και σφύζον από ατίθασο χιούμορ Ρομάντσο –που
γράφτηκε στο Παρίσι και δεν ευτύχησε να βρει εκδότη ζώσης της συγγραφέως του
και παρά τις προσπάθειές της– άλλες σελίδες δεν υπολείπονται σε τέχνη κι
ενδιαφέρον. Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας όταν τυχαία συναντηθούμε
στο δρόμο. Μ' αντιπερνάμε χωρίς καμμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε.
~ Γιώργος Συμπάρδης, Μεγάλες γυναίκες, εκδ.
Μεταίχμιο, 2015, 103 σελ.
Με όλο και πιο λεπτά τεχνουργημένο ύφος, με συνεχώς
πυκνούμενη μαεστρία, ο Γ.Σ. –και στο τέταρτο αυτό βιβλίο του– πλέκει
ιστορίες με τα απλούστερα, τα πιο καθημερινά, γύρω μας ευρισκόμενα, υλικά. Όμως
το οικείο διαρκώς γλιστρά προς το ανοίκειο, πριν επιστρέψει ανεπαίσθητα στη
θέση του. ο ρεαλισμός του είναι αυτός της λοξής ματιάς. Με το
πέρας του βιβλίου, έχουν συμβεί ανυπολόγιστα –ανομολόγητα– πολλά.
όμως χάρη στην μειλίχια γλώσσα, τους σοφά –δηλαδή με φυσικότητα– διεσπαρμένους
υπαινιγμούς, μοιάζει όλα να στέκουν όπως, όπου, και πριν, σ' έναν υποδορίως
αναποδογυρισμένο κόσμο. Και τότε τον είδε που σηκώθηκε όρθιος και τρόμαξε,
τον είδε που άπλωσε το χέρι και πίστεψε ότι τώρα, να, θα τη χτυπήσει κι αντί να
τη χτυπήσει της έπιασε με δυο δάχτυλα τα μάγουλα και: “Χαμπάρι δεν πήρες,
κυρα-δασκάλα, αλλάξανε οι καιροί και θα μείνεις στην ίδια τάξη, μετεξεταστέα –
το ξέρεις;” της είπε. – Π.Ι.