31.3.22

3 ποιήματα για τον μπαχ

 

 

 

 

 

 

 

MAGNIFICAT

 

Ο τενόρος κουράστηκε

Καθείλε δυνάστας από θρόνων
και ύψωσε ταπεινούς

Και αν αυτόν επέλεξε ο μαέστρος

από τους τέσσερις της χορωδίας

για το ανελέητο σόλο

–έχει προηγηθεί το έλεος Αυτού

εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις Αυτόν

για το δύσβατο κέντημα

–αφού διεσκόρπισεν υπερηφάνους

διανοία καρδίας αυτών

λαχανιασμένη ανάβαση της κλίμακος

σαρκάζουσες πτώσεις

και όλα τόσο σύντομα

ούτε δύο λεπτά –

αυτός δεν είναι ευχαριστημένος

ζητά να το ηχογραφήσουν πάλι

όμως τη δεύτερη φορά

ανησυχεί χειρότερα

ζητά και τρίτη

όχι, ούτε αυτή

Τότε ακούγεται από ψηλά

απ' τα μεγάφωνα μες στη μικρή εκκλησία

η φωνή της ηχολήπτριας

“Χιούγκο, σε ακούμε

 

Ολόκληρη η χορωδία σε ακούει

με κρατημένη ανάσα σε ακούει

οι μουσικοί σε ακούνε

όλοι εμείς σε ακούμε
και ο Μπαχ και ο Θεός ο ίδιος

 

[από τον Ρινόκερω, εκδ. Καστανιώτη, 2020] 


~

 

 

ΙΟΥΛΙΟΣ 2009 / 1992

 

 

Τι γυρεύουν οι καντάτες του Μπαχ

κατακαλόκαιρο

Στο άλλο σιντί δροσίζουν

τα κελαρυστά νερά

από τις κρήνες της Αλάμπρας

 

Θυμίζουν το καταμεσήμερο που κάθησα

στους δαντελλένιους δίδυμους εξώστες

λίγο στον έναν και μετά στον άλλον

με το μακρύ νερό ανάμεσα καθρέφτη

Αφόρητη ζέστη Ιούλιος του ’92 στην Ανδαλουσία

Η Αλίθια όταν ξεμυτίζαμε την νύχτα

ρίπιζε μάταια τον αέρα της Σεβίλλης

τι άλλο να κάνει ένα κορίτσι

από την καταπράσινη Άβιλα

όπου θα κατέφευγε σε λίγο

ενώ εγώ θα ανεβοκατέβαινα γιά ένα μήνα ακόμη

διαγώνια την Ευρώπη

αλλάζοντας τραίνα

μες στην νύχτα

Δυο Φινλανδοί φοιτητές που έγιναν

τιμώμενα πρόσωπα σ’ έναν γάμο στο Μαρρακές

Ο Μπρούνο ακόμα πιό θλιμμένος

πλέοντας πιά στο χρήμα στις βροχερές Βρυξέλλες

Ο νεαρός Τούρκος αντικέρης

και δυό δακτύλιοι από νεφρίτη στο Άμστερνταμ

(τον έναν θα τον χάριζα σε λίγους μήνες

–άχρηστο φυλαχτό– στον ποιητή του Γιοσέμιτη)

Η Μπρυζ και η Γάνδη

της Μαργαρίτας και του Ζήνωνα –

λουσμένος στον ήλιο ο Αμνός του Θεού

φανερωνόταν μόνο

δυο φορές τη μέρα

Και η Νίνα Σιμόν

μου θύμιζε Μπαχ

στο πικάπ της σοφίτας


[από την Πολωνία, εκδ. Καστανιώτη, 2016]


~

 

SARABANDE

 

 

Ι

 

Αυτό το μαύρο φόρεμα με πνίγει

σκληρός λαιμός

κάτασπρες δαντέλλες

 

Η μουσική λερώνεται στα ιδρωμένα χέρια

Μόνο εκείνα

χλωμά και ακίνητα εκεί

 

Το ένα διπλωμένο

στον μαύρον ώμο το άλλο

γερτό στη μέση. Καθώς αργά

 

γυρίζω, πιο δυνατά

τα νιώθω στο λαιμό μου

 

*

 

Κρύο το μάρμαρο

φωτιά καίει

κρύος βαρύς καθρέφτης. Μόνο

 

η χρυσή κορνίζα

ζεστή με φως με αναπνοές

αποκρίνεται

 

Μαύρη καμπύλη πλάτη που

διαρκώς αλλάζει

 

 

ΙΙ

 

Οι ώμοι του στενοί

μες στο βαρύ μετάξι

στον παραστάτη – η βροχή ανάμεσά μας

 

Πάλι τα χέρια του το ένα

μέσα στ’ άλλο χαιρετισμός

 

*

 

Μες στο σκοτάδι ολοκάθαρα

το φόρεμά της πότιζε

νερό. Από την άκρη

 

ανέβαινε – πνιγμένη

μες στην άμαξα  

Μαζί πνιγμένη

 

 

ΙΙΙ

 

Είναι άραγε λευκή

πάλι μέσα

στα μαύρα φορέματα

 

Την κατεβάζουν


 

[από τον Ακάλυπτο, εκδ. Καστανιώτη, 2013] 

 

~

 

Και ένα "μουσικό φαρμακείο Μπαχ", δια παν περιστατικό, επείγον και μη: https://youtube.com/playlist?list=PLtrUqGxsYMZ31d6bfJsHYPq67m7IUuY8f



Δεν υπάρχουν σχόλια: