15.12.22

9 βιβλία για τις γιορτές 2022


 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΟΙΗΣΗ


~ Γκαζαλί Ντελή Μπιραντέρ, Η Μονιά των Λυγερών (μτφρ. από τα τουρκικά και τα οθωμανικά: Δημήτρης Χουλιαράκης), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 61

Αχ, φιντανάκι μου τερπνό, χαμάμ εσύ γλυκόθωρο / να ζήσεις, να γεράσεις, δεν ήταν τυχερό σου. Ο άξιος ποιητής και δεινός μεταφραστής Δ.Χ. επιλέγει και μεταφράζει αποσπάσματα από το έργο αυλικού ποιητή του 16ου αιώνα. Ο Γκαζαλί «ο Σαλός Αδερφός» χρημάτισε ιεροκήρυκας και δερβίσης, γραμματικός αλλά και συγγραφέας μιας διαβόητα πικάντικης πρόζας: του Ξορκιστή των Θλίψεων και Διώχτη κάθε Έγνοιας. Όμως η συναρπαστική αυτή ανθολογία και βιογραφική εξιστόρηση του Δ.Χ., ασχολείται πρωτίστως με τις ποιητικές και άλλες περιπέτειες του Γκαζαλί γύρω από το ξακουστό χαμάμ, την «Μονιά των Λυγερών», που έφτιαξε στην Ιστάνμπουλ. Δεν το χάρηκε για πολύ, ούτε κι οι θαμώνες του: αντίπαλοι το κατηγόρησαν (όχι αναίτια) ως άντρο ακολασίας, και το ξεπάστρεψαν. Αυτός ξενιτεύτηκε – σε προάστιο της Μέκκας, όπου συνέχισε τα ποιητικά και άλλα συμπόσια. 


~ Ανθή Λεούση, Η θάλασσα της Μάνικας, εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 51

Η θάλασσα – θωπείες και ραπίσματα – / γιορτάζει το παρόν και απόν το ναι και όχι. Άλλη μία τρανή απόδειξη πως τα πολλά συγγράμματα –και δη στην ποίηση– δεν είναι απαραίτητα για την εδραίωση μιας ιδιαίτερης, ουσιώδους συγγραφικής φωνής. Εντυπωσιακής στιβαρότητας, τούτο το τέταρτο ποιητικό βιβλίο της Α.Λ.. Είναι ακόμα στο αριστερό μου πλάι είναι ακόμα στο αριστερό μου αυτί – / σαν να την έμαθα στα σκότη, ξεκινά αυτή η σειρά ποιημάτων (ή ποίημα σε ενότητες). «Αυτή» είναι η θάλασσα (της, πλησίον της Χαλκίδας, κατοικημένης από τα προϊστορικά χρόνια, Μάνικας), μα σαν να συμφύρεται και με μιαν Αγαπημένη (ή περισσότερες), μια καλογριά, μια γυναικεία έκφανση του θείου – και ίσως και με άλλες θηλυκές οντότητες οι οποίες συντροφεύουν το ποιητικό υποκείμενο που τους απευθύνεται πότε θαυμαστικά και πότε παρακλητικά.

 

~ Βασίλης Μπουκουβάλας, Ομηρικές Εκλογές (φωτ.: Βασίλης Μπουκουβάλας, σχέδια: Κώστας Παπατριανταφυλλόπουλος, ψηφιδωτό πορτραίτο: Δημήτρης Φουντάς), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 189

Στα χέρια μας το φως, όχι στα θέλγητρα του πολέμου. Δεν είναι σπάνιο –και όχι μόνον στα ελληνικά γράμματα–, άνθρωποι που η δουλειά τους δεν σχετίζεται με την λογοτεχνία ή και που δεν διαθέτουν τα τυπικά προσόντα του «ειδικού» (αν υποθέσουμε πως υφίσταται όντως ασφαλής τυπικός τρόπος να τ’ αποκτήσεις), να κομίζουν πολύτιμα δώρα στην λογοτεχνία. Σ’ αυτους ανήκει και ο γιατρός (και εκδώσας δύο ποιητικές συλλογές) Β.Μ. (Πάτρα, 1951 – Αθήνα, 2019), χάρη σ’ ετούτο το μαστορικό και περίτεχνο πόνημά του. Μεταφράζει –εξηγώντας τις μεταφραστικές επιλογές του γλαφυρά και συναρπαστικά– και σχολιάζει ομηρικά χωρία που τον έθελξαν, ρίχνοντας πάνω –ή πλάι– τους το φως μιας επιτύμβιας στήλης· ενός χωρίου του Κατά Ματθαίον ή του Ρωμανού· του Πινδάρου, του Σοφοκλέους, ή του Σεφέρη. Γιατ’ είν΄η χάρη που τη χάρη αναγεννά.

 

~ Σεϋχί, Ενός γαϊδάρου ντέρτι (μτφρ. από τα τουρκικά: Δημήτρης Χουλιαράκης), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 37

Ήταν ένας γάιδαρος αχαμνός πολύ / και η μάνα του θρηνούσε κάτι αν σήκωνε βαρύ. Έτσι ξεκινά η, σε δίστιχα γραμμένη, σατιρική αλληγορία του γεννημένου το 1373 ποιητή από την Κιουτάχεια Γιουσούφ Σινάν ή Σεϋχί του Γκερμιγιάν ή Γιατρού Σινάν: Σούφη, λογοτέχνη, και γιατρού αρχόντων. Ανάμεσα στην αρχική επίκληση στον Μωάμεθ και το εγκώμιο στον Θρόνο του Πατισάχ που ακολουθεί, και στο αξιοθρήνητο τέλος της ιστορίας, διαβάζουμε την σπαρταριστή ιστορία ενός «γαϊδαράκου [που] συναντάει ένα κοπάδι γελάδια να βόσκουν αμέριμνα και, συνειδητοποιώντας την αδικία […], αποφασίζει να αμφισβητήσει την τάξη του κόσμου με μια πράξη κοινωνικής ανυπακοής!» – όπως σημειώνει ο ποιητής και απολαυστικός μεταφραστής Δ.Χ. Όσο τον ντουνιά κι αν βλέπεις πάντοτε μ’ αγνή καρδιά / τον σοφό τον κακοπαίρνει και στον άξεστο γελά.

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΔΟΚΙΜΙΟ – ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

~ Χρήστος Δανιήλ, «Όλα δεν τα ’χω πει…» – Η «Αντίστροφη αφιέρωση» της Μάτσης Χατζηλαζάρου,  εκδ. Άγρα, σελ. 151

Εσέ ασύλληπτο θυμάμαι και τον ύπνο μου χάνω. Το ‘δόλωμα’ που μας ρίχνει αρχή-αρχή, ο ερευνητής φιλόλογος Χ.Δ., συγγραφέας αυτού του ‘φιλολογικού-αστυνομικού’ βιβλίου, είναι πανίσχυρο και ακαταμάχητο: το τρίγωνο Μαργκερίτ Γιουρσενάρ – Ανδρέας Εμπειρίκος – Μάτση Χατζηλαζάρου. Οι δύο ‘αντίζηλες’ διατήρησαν την επικοινωνία τους, κι ίσως μια όψιμη συζήτησή τους να πυροδότησε ένα από τα καλύτερα ποιήματα της Ελληνίδας (που είχε κάποτε πει: «Δεν ψάχνεις τις ωραίες λέξεις ή τα ωραία συναισθήματα – αυτά έρχονται και φεύγουν. Ψάχνεις τις σωστές λέξεις. Κι αυτό είναι ποίηση.»): την «Αντίστροφη αφιέρωση». Ο Χ.Δ. διαβάζει το ποίημα βήμα-βήμα, όπως ιχνηλατεί και συλλέγει τεκμήρια ένας δεινός ντετέκτιβ, φωτίζοντας, εξηγώντας, αναδεικνύοντας τόσο τις ποιητικές αρετές του όσο και την συναρπαστική υπόθεση για την γένεσή του. Φτάνουν τα σπόιλερ: τα υπόλοιπα, στο βιβλίο. 


~ Δημήτης Τζιόβας, H Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης (μτφρ.: Ζωή Μπέλλα-Αρμάου, Γιάννης Στάμος), εκδ. Gutenberg, σελ. 476

Η επιμονή μας να χαρακτηρίζουμε μια ολόκληρη εποχή αναφερόμενοι σε ένα γεγονός που συνέβη στην αρχή της μαρτυρά κάποια αμηχανία. Αυτήν την αμηχανία επιχειρεί να λύσει τούτη η  εκτεταμένη τοιχογραφία της νεοελληνικής κουλτούρας καθώς προσπαθεί να σβήσει τα σημάδια της Χούντας και μέχρι να μαστιγωθεί εκ νέου απ’ την Κρίση – κάποιες όψεις της: αρχαιότητα και παρόν, ΜΜΕ, θρησκεία, σεξουαλικότητα, μετανάστες, λογοτεχνία και κινηματογράφος. Αν είναι πάντα ενδιαφέρον να διαβάζουμε πώς ‘μας’ βλέπουν οι ‘ξένοι’, είναι διπλά (και πιο σύνθετα) ενδιαφέρον να διαβάζουμε πώς μας παρουσιάζει στους ξένους ένας ‘δικός μας’ που ζει εις την ξένην. Και δη ένας επί δεκαετίες Καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Ηνωμένο Βασίλειο, συγγραφέας πλήθους μελετών για τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, και αναγνωρισμένος γι’ αυτό, τόσο ‘εκεί’, όσο κι ‘εδώ’. 


~ Βασιλική Χατζηγεωργίου και Ματθίλδη Πυρλή (εισ.-σχόλ.-σύνθ. ύλης), Μια Ελληνίς της Ιστορίας – Πορτραίτα γυναικών που έζησαν στην Επανάσταση του 1821 (πρόλ.: Mark Mazower), εκδ. Άγρα, σελ. 117

Διαμεσολαβημένη μαρτυρία και φωτογραφικό δοκίμιο, αυτή η συναγωγή φωτογραφιών που απεικονίζουν Ελληνίδες (και μη Ελληνίδες που ωστόσο συνδέθηκαν με τον τόπο), επιφανείς (οι σύζυγοι του Μάρκου Μπότσαρη και του Σπυρίδωνος Τρικούπη, π.χ.) και λιγότερο γνωστές σε μας (αίφνης, η κόρη του Παπαρρηγόπουλου), που έζησαν κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, και άρα βίωσαν την, ή και συνεισέφεραν στην Επανάσταση του 1821. Όλες, βεβαίως, από επαρκώς ευκατάστατες οικογένειες ώστε να έχουν απαθανατισθεί από την νέα, γεννημένη το 1839 τέχνη – όμως άλλες με παραδοσιακά, κι άλλες με ‘δυτικά’ φορέματα, λιγότερο ή περισσότερο επίσημα. Τα πορτραίτα συνοδεύονται από βιογραφικές πληροφορίες, και, ενίοτε, μαρτυρίες για τις εικονιζόμενες. Η συναρπαστική εισαγωγή των επιμελητριών φωτίζει αυτή την πρώτη εποχή της Φωτογραφίας, και τις συνθήκες λήψης των πορτραίτων. 




 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

 

~ Φραντς Κάφκα, Ένας καλλιτέχνης της πείνας – και άλλες δύο αποδιδαχές (μτφρ.: Θοδωρής Τσομίδης, επίμ.: Θανάσης Τριαρίδης), εκδ. Gutenberg, σελ. 166

«Δεν υπάρχει λόγος να μάθει την ποινή του. Θα τη νιώσει στο πετσί του.» Παρά το, και λόγω του ανελέητου, ζοφερού χιούμορ του, τα πλήγματα που μας καταφέρει ο Κάφκα δεν είναι και για χόρταση: ενδείκνυνται οι μικρές δόσεις. Η μελωδία που αρέσει περισσότερο στα αφτιά μας είναι η απόλυτη ησυχία. Η ζωή μας έχει πολλά βάσανα. Τα διηγήματά του, συνεπώς, θα μπορούσαν να συνιστούν μια βέλτιστη δοσολογία. Ειδικά όταν πρόκειται για δύο από τα τελευταία του (έκδοση του 1924: το ομώνυμο του τίτλου –το οποίο ο συγγραφέας του διόρθωνε την παραμονή του θανάτου του– και το «Ζοζεφίνα η Τραγουδίστρια ή ο Λαός των Ποντικών»), συν την «Σωφρονιστική Αποικία» (1919). «Ακόμα να φας εσύ;» ρώτησε ο φύλακας. «Πότε θα τα παρατήσεις επιτέλους;» «Συγχωρήστε με όλοι», ψιθύρισε ο καλλιτέχνης της πείνας. 

 

~ Fernando Pessoa, H παιδεία του στωικού (μτφρ.: Νίκος Πρατσίνης, επιμ.-σημ.: Μαρία Παπαδήμα), εκδ. Gutenberg, σελ. 83

Έχω κατακτήσει, πιστεύω, τη χρήση της λογικής στην πληρότητά της. Και για τον λόγο αυτό θα σκοτωθώ. Διακινδυνεύοντας ένα εύκολο λογοπαίγνιο, δεν είναι δύσκολο να κολλήσεις στον Πεσσόα την ετικέττα «πεσσιμιστής». Ετικέττα που έχει κολλήσει –και δύσκολα, φευ, βγαίνει– και στους Στωικούς, που δεν ήσαν ακριβώς αυτό, ούτε βέβαια τίποτις παραιτημένοι και πεισιθάνατοι – τουλάχιστον οι επιφανέστεροι εξ αυτών, άνθρωποι των κοινών και της δράσης. Τι πιο ταιριαστό, λοιπόν, ένας από τους άφθονους ετερώνυμους του Πεσσόα, ο Βαρόνος ντε Τέιβε, να δηλώνει στωικός, και να καταλείπει, πριν την αυτοκτονία του, ένα σύντομο σχετικό εγχειρίδιο – ακριβέστερα: λογοτεχνικό έργο με την μορφή σημειώσεων της πιο ερεβώδους απαισιοδοξίας. Δεν μετανιώνω που έκαψα τα προσχέδια όλων μου των έργων. Δεν έχω να κληροδοτήσω στον κόσμο τίποτε άλλο πέραν αυτού εδώ.