11.6.11

ποίηση και κρίση

















Η ποίηση συλλαμβάνεται εν μέσω βιωματικής κρίσης και γεννάται μέσα από την κρίση της γλωσσικής εκφοράς της. Η βιωματική κρίση πρέπει να διεξέλθει από την διάκριση της επεξεργασμένης μορφής γιά να ελευθερώσει λόγο. Όμως, αν μια προσωπική κρίση είναι δυνατόν να ακολουθήσει αυτήν την πορεία –«από μέσα προς τα έξω»– γιά να εναρθρωθεί σε ποίηση, πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι παρόμοιο γιά μιά συλλογική –εξαρχής «έξω»– κρίση; Και μπορεί η ίδια η ποίηση γόνιμα να στοχασθεί –χωρίς να ολισθήσει στην αυτοαναφορικότητα των ‘ποιημάτων ποιητικής’– γιά το αν η εκφορά της όντως συνιστά ομιλία κοινωνήσιμη; 


Με παραδείγματα από τον René Char και τον W.S. Graham, σε μιά ανακοίνωση (την Παρασκευή 1 Ιουλίου, στην συνεδρία των 09:30 π.μ.) στο 31ο Συμπόσιο Ποίησης με θέμα "Ποίηση και κρίση" (Ρίο, 30 Ιουνίου-3 Ιουλίου 2011), θα επιχειρήσω να ισχυρισθώ ότι η ποίηση βρίσκεται διαρκώς σε κρίση, όμως –και εξ αυτού– ποτέ δεν «περνάει κρίση».


[φωτ.: π.ι., vi.2011]

7.6.11

το σωσίβιο στο κουτί



























την τρίτη, 7 ιουνίου 2011, στις 21:00, στην εκπομπή "βιβλία στο κουτί" (ετ1) των κατερίνας σχινά, βαγγέλη χατζηβασιλείου και μανώλη πιμπλή, σε σκηνοθεσία της πέννυς παναγιωτοπούλου, διαβάστηκαν δύο ποιήματα από το σωσίβιο: ο "κήπος" και η



Αρχή του χειμώνα


Τα δέντρα είχαν σταθεί στη σειρά
η βροχή δεν ερχόταν
Το φθινόπωρο σήκωνε επανάσταση μέσα στα φύλλα

Από ψηλά, φαινόταν καθαρά πως εννιά δέντρα
κρατούσανε ένα χλωρό τετράγωνο
βαστούσαν ακόμα στη σκιά τους
ένα κομμάτι καλοκαιριού

Όμως εκεί άγγελοι του χειμώνα
ήρθαν δυο αγριοπερίστερα
με το λευκό περιδέραιο πάνω στο ρόδινο λαιμό

Εκεί, σχεδίασαν τη ζωή τους μαζί
στο τέλος του καλοκαιριού στην αρχή του χειμώνα



[φωτ.: π.ι., v.2011]

2.6.11

ραβασάκι


1 Ιουνίου 2011, 23:54

"Όποιο χέρι σηκώνεται πάνω σε [ονομάτισε όποιον κατατρεγμένο νομίζεις], πρέπει να κόβεται." Μπορούμε να συνεχίσουμε την λογική ακολουθία: "Όποιο χέρι γράφει προτρέποντας να κόβεται οιοδήποτε χέρι γιά οιονδήποτε λόγο, πρέπει επίσης να κόβεται." Και ούτωκαθεξής. Έως ότου, έχοντας ξεμείνει προ πολλού από μυαλό, να μείνουμε εντέλει όλοι και χωρίς χέρια.

[από εδώ]