30.9.16

winnicott _ mother / γουίννικοττ _ μητέρα










"I am trying to draw attention to the immense contribution to the individual and to society that the ordinary good mother with her husband in support makes at the beginning, and which she does simply through being devoted to her infant.
Is not this contribution of the devoted mother unrecognized precisely because it is immense? If this contribution is accepted, it follows that every man or woman who is sane, every man or woman who has the feeling of being a person in the world, and for whom the world means something, every happy person, is in infinite debt to a woman."

- from Donald W. Winnicott's broadcast talk "The Mother's Contribution to Society", printed in the book The Child and the Family, 1957.

~

"Προσπαθώ να τραβήξω την προσοχή στην τεράστια συμβολή προς το άτομο και την κοινωνία που έχει στην αρχή η συνήθης καλή μητέρα με τον άντρα της να την υποστηρίζει, απλώς με το να είναι αφοσιωμένη στο βρέφος της.
Μήπως αυτή η συμβολή της αφοσιωμένης μητέρας δεν αναγνωρίζεται ακριβώς επειδή είναι τεράστια; Αν γίνει δεκτή η συμβολή αυτή, έπεται ότι κάθε άντρας ή γυναίκα που είναι ψυχικώς υγιής, κάθε άντρας ή γυναίκα που αισθάνεται ως άτομο στον κόσμο, και για τον ή την οποία ο κόσμος σημαίνει κάτι, κάθε ευτυχισμένο άτομο, φέρει μια άπειρη οφειλή προς μία γυναίκα."

- από την ραδιοφωνική εκπομπή του Ντ.Γ. Γουίννικοττ "Η Συμβολή της Μητέρας στην Κοινωνία", τυπωμένη στο βιβλίο Το Παιδί και η Οικογένεια, 1957. [μτφρ.: Π.Ι.]

*

[στην εικόνα: (αρ.) Βάσω Κατράκη, "Μητρότητα", 1965 - (δ.) ο παιδίατρος, παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής Γουίννικοττ μ' ένα παιδί.]

6.9.16

virginia / ζωή ii



















... κι όταν κουραζόταν δεν σταμάταγε άλλη άμαξα - καθόταν σε μια πέτρα και χάζευε τις σαύρες. []
"... οι καημένοι οι Άγγλοι μας", αναφωνούσε, "χρειάζονται εκπαίδευση στην ευτυχία. Χρειάζονται διύλιση όχι δια του πυρός αλλά δια της ηλιοφάνειας." [1]

Γαλήνη που κρατάς
κάθε ορμή και συστροφή και την πάλη.
Βαρειά γαλήνη, 
ζωή σταθερή κι' ακατάλυτη,
μέθη μαζύ κι' ησυχία, όπως
η διαυγής λάμπουσα ευλογία της θάλασσας
κοντά στην πυκνή αφθαρσία της γης. [2]


~
[1] σελ. 75, Virginia Woolf, Flush, Penguin Books, 2016 [μτφρ.: Π.Ι.] 
[2] Ζωή Καρέλλη, στίχοι από το ποίημα "Υπαρκτικά" / VI [σελ. 342, Τα ποιήματα - Τόμος α' (1940-1955), Οι Εκδόσεις των Φίλων, 2000.]

23.7.16

virginia / ζωή













Ας εξηγηθώ: ο κήπος μας συνορεύει με τον περίβολο της εκκλησίας, κι όταν κοιτάμε τα μελίσσια μας, συχνά κάποιον θάβουν από την άλλη μεριά του τοίχου [1]

Είναι βήματα βιαστικά σαν ασύλληπτα,
στο σκιερό μονοπάτι
Χωρίς να σου φύγει,
τα χέρια σου φαίνονται άδεια,
σα να κράτησες μουσική [2]
~
[1] Virginia Woolf to Hugh Walpole, 25 August 1929 [in: Joanne Trautmann Banks [ed.], Selected Letters, Vintage Books, 2008 [μτφρ.: Π.Ι.] 
[2] Ζωή Καρέλλη, στίχοι από το ποίημα "Η ελπίδα", γραμμένο το 1952 στο Αγρόκτημα Παν/μίου Θεσσαλονίκης [στο: Τα ποιήματα - Τόμος β' (1955-1973), Οι Εκδόσεις των Φίλων, 2000.]

15.7.16

virginia & natalia


















"Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο απ' την ντροπαλοσύνη ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που κάποτε αλληλομισήθηκαν. Δεν καταφέρνουν πια να πούνε τίποτε. Ευγνωμονούν ο ένας τον άλλον που δεν λαβώνουν και δεν γρατζουνάν, μα η ευγνωμοσύνη αυτού του είδους δεν βρίσκει τον δρόμο των λέξεων." [1]

Έφυγα με τις Επιστολές της Βιρτζίνια Γουλφ - γύρισα με το "Αγαπητέ Μικέλε" της Νατάλια Γκίντσμπουργκ. Δυο βιβλία που οδεύουν -με άφθονες παρεκκλίσεις χαμόγελου ή και γέλιου- καταμέτωπο στον θάνατο, κι όμως παρέχουν την απαρηγόρητη παρηγοριά που είναι σε θέση να προσφέρουν, ο ένας στον άλλον, οι άνθρωποι που έχουν διαβεί την απελπισία, και βγει στο ανηλεές μα μόνο σωτήριο φως.

"Λοιπόν αν γινόταν να 'μαστε λιγάκι διασκορπισμένοι - [με] την θέα ή τα αρχοντικά κτίσματα να μεσολαβούν ανάμεσά μας, τότε θα μπορούσαμε να πλεύσουμε σταδιακά και ήρεμα σε πλάτη οικειότητας που στα σαλόνια δεν τα φτάνουμε ποτέ." [2]

[1] Natalia Ginzburg, Caro Michele, Einaudi, 1995 / [2]  Virginia Woolf, Selected Letters [ed. Joanne Trautmann Banks], Vintage, 2008: to Vita Sackville-West, Wednesday 23 September 1925 / αμφότερες οι πρόχειρες μεταφράσεις, δικές μου.

1.7.16

11 βιβλία για το καλοκαίρι τού 2016












ΠΟΙΗΣΗ
 

~ Η εκδίκηση των ανέμων (επιλογή - μτφρ.: Δημήτρης Χουλιαράκης), εκδ. Το Ροδακιό, 2016, 48 σελ..  
 
Γουλιά-γουλιά ο ήλιος ρουφά τον ουρανό και τον εκμηδενίζει. / Το θήραμά μου τώρα παγιδεύω. Η ιαπωνική παράδοση των επιθανάτιων ποιημάτων είναι μακρύτατη και τιμημένη – ειδικά από βουδιστές ποιητές ή/και μοναχούς, που, λίγο πριν πεθάνουν, αφήνουν μιαν ολιγόλογη 'διαθήκη', ή 'συνοψίζουν' την ζωή τους, ή εκφράζουν την συγκεκριμένη στιγμή της επικείμενης αναχώρησης από τα εγκόσμια. Εδώ, ωστόσο, ο γνωστός και άξιος ποιητής και μεταφραστής επιλέγει και αποδίδει στην γλώσσα μας μιαν ιδιαίτερη υποκατηγορία του είδους αυτού: επιθανάτια ποιήματα Ιαπώνων καμικάζι του Β' Π.Π.. Το λογικό του αδερφού μου μες στο κορμί του φυλκακίστηκε. / Δε βγάζει άχνα. Είναι χειρότερο κι από θάνατο αυτό. // Σε λιμνούλα γαλατένια τα παιδιά του κολυμπούν. / Είδα στον ύπνο μου πως έγινα πουλί. 
 

~ Φιλίππ Ζακκοττέ, Το τετράδιο της χλόης (εισ. - μτφρ.: Ιωάννα Κωνσταντουλάκη-Χάντζου), εκδ. Άγρα, 2015, 96 σελ.. 
 
Ο Ελβετός Ζακκοττέ και ο Γάλλος Μποννφουά ενδεχομένως να αποτελούν τους δυο μείζονες εν ζωή γαλλόφωνους ποιητές. Μετά το Καπνός και κρύσταλλο – Ποιήματα 1946-1967 (μτφρ.: Θανάση Χατζόπουλου, εκδ. Τυπωθήτω, 2006), ένα δεύτερο βιβλίο του μεταφρασμένο στην γλώσσα μας, με πεζά και ποιήματα. Η φύση (και με την μεταφυσική της διάσταση) ενγένει κυριαρχεί στο έργο του· αυτό συμβαίνει κι εδώ, όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου. Μη γελιέστε: / δεν είμαι εγώ που χάραξα τις γραμμές αυτές / αλλά, τάδε μέρα, ένας λευκός ερωδιός ή μια βροχή, / τάδε άλλη, μία αγριόλευκα, / αν έστω για λίγο μία αγαπημένη σκιά τα φώτιζε. – Π.Ι.
 

~ Νίκος Καββαδίας, Πούσι, εκδ. Άγρα, 2015, 64 σελ.. 
 
Πασίγνωστος, φυσικά, και πολύ αγαπητός – και από τους ελάχιστους ποιητές του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα των οποίων η χρήση παραδοσιακών μορφών (μέτρο και ομοιοκαταληξία) υπηρετεί οργανικά το ποιητικό σχέδιο. Εδώ, ανατυπώνεται φωτολιθογραφικά η γνωστή συλλογή του, από έκδοση του 1947: με τυπογραφικά στολίδια, αρχιγράμματα και εικόνες, καμωμένα από επτά άξιους χαράκτες (συμπεριλαμβανομένων του Μόραλη, του Βακαλό, του Μόσχου, και του Τάσσου). Ακόμα κι αν ξέρουμε (και ποιος δεν τα ξέρει) τα ποιήματα, η γειτνίασή τους με αυτές τις εικόνες αυξάνει απροσδόκητα πολύ την αναγνωστική μας απόλαυση (κι αυτό σπάνιο: η ευτυχής σύζευξη ποιημάτων και εικόνων). Της θάλασσας κατανικώντας τους θανάτους / στην ανεμόσκαλα σε θέλω να φανείς. – Π.Ι.
 

~ Ανδρέας Λασκαράτος, Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά, μαζευμένα από τους τραγουδιστάδες εις το Ληξούρι (Κεφαλληνία – Επαρχία Πάλης) – τους 1842 (εκδ. επιμ. - εισ. κείμενα - σημ.: Γιάννης Παπακώστας - Παντελής Μπουκάλας), εκδ. Άγρα, 2016, 224 σελ.. '
 
Εχασα τις ελπίδες μου / σαν το δεντρί τα φύλλα, / που το τινάζει ο άνεμος / και μένουνε τα ξύλα. Τον Κεφαλλονίτη ποιητή γνωρίζουμε κυρίως για τα σατιρικά του ποιήματα και ευφυέστατα αποφθέγματα. Στην έκδοση τούτη, όμως, ο Γιάννης Παπακώστας τον εταύτισε ως τον συλλέκτη δημοτικών τετράστιχων της πατρίδας του, όπως σώθηκαν σε χειρόγραφο. Ο Λασκαράτος, βέβαια, δεν καταγράφει μόνον, αλλά σχολιάζει κιόλας – κι αυτό, φυσικά, αυξάνει την γοητεία του βιβλίου. Π.χ., για το Ω γειτονιά περήφανη, / καινούργιο περιβόλι, / πόχεις μια γλυκολεμονιά / που την ποτίζουν όλοι, γράφει, μεταξύ των άλλων: Κρίνομεν εύλογον εις τα χοντροειδείς ιδέας να μην δίδομεν πολλάς αναπτύξεις. – Π.Ι.


~ Κωνσταντίνος Παπαχαράλαμπος, Είναι, εκδ. ΦΡΜΚ, 2016, 64 σελ.. 
 
Για τους λάτρεις της ελληνικής οπτικής ποίησης –όπου η τυπογραφική εμφάνιση κάθε ποιήματος υπακούει σε συγκεκριμένο σχέδιο το οποίο συμπληρώνει την σημασία των λέξεων–, το δεύτερο αυτό βιβλίο του Κ.Π. είναι λίαν ευπρόσδεκτο. Αλλά και για όσους δεν ενδιαφέρονται ειδικά γι' αυτό το είδος ποίησης. (Υπ' αυτήν την έννοια, και ουχί προς ψόγον, δικαιούται να διερωτηθεί κανείς κατά πόσον είναι όντως κρίσιμη ή και χρήσιμη, για όλα τα ποιήματα εδώ, η συγκεκριμένη παρουσίαση και τα τυπογραφικά 'παίγνια'.) Η αφαίρεση και το καίριον του ύφους καταφέρνουν, ενγένει, τα ποιήματα αυτά –ενός είδους 'γύρος της φυλακής' του Είναι– να μη γλιστρούν ούτε στο μελό, ούτε στην κοινοτοπία. Σκοτάδι / μέσα στο / σκοτάδι / μα το προσεκτικό νερό κυλάει / πίσω στο ποτάμι / [] η σκιά του λύκου / μένει στο νερό / τα μάτια γυάλινα και στέκουν. – Π.Ι.
 

~ Ρωσικός Παρνασσός – Ανθολογία ρωσικής ποίησης (ανθολ., επιμ., μτφρ. από τα ρωσικά: Αλέξης Πάρνης), εκδ. Καστανιώτη, 416 σελ.. 
 
Ο μεταφραστής, λογοτέχνης κι ο ίδιος, ασχολείται με την ρωσσική ποίηση απο το 1950. Μας παρουσιάζει εδώ μιαν ενδιαφέρουσα και απολύτως προσωπική ανθολογία, έργων ποιητριών και ποιητών που έζησαν από τον 18 αι. έως και τον 21ο αι.. Τα ποιήματα είναι γραμμένα (και μεταφρασμένα) κυρίως σε παραδοσιακές μορφές. Δεν λείπουν οι μείζονες και γνώριμοί μας (Πούσκιν, Μαγιακόφσκι, Τσβετάεβα, Αχμάτοβα, Παστερνάκ, Γεφτουσένκο, κ.ά.), αλλά διαβάζουμε και ποιήματα λιγότερο γνωστών μας – αίφνης, του Αλ. Αλ. Λογκινοφ (γενν. 1948): Δε θέλει ο στίχος πίεση κι αγριάδα. / Το ζωνάρι δεν το θέλει στενό. / Πρέπει να 'χει σφρίγος κι αλαφράδα / και ν' αλλάζει μορφές σαν τον καπνό. Χρήσιμες και διαφωτιστικές, επίσης, οι 30 σελίδες βιογραφικών σημειωμάτων των 39 ποιητριών και ποιητών. – Π.Ι.



ΜΑΡΤΥΡΙΑ
 

~ Ξένια Καλογεροπούλου. Γράμμα στον Κωστή, εκδ. Πατάκη, 2016, 376 σελ.. 
 
Η εξιστόρηση της παιδικής έως και νεανικής ζωής της ηθοποιού και πρωτεργάτιδος του σύγχρονου ελληνικού παιδικού θεάτρου με αξιώσεις, Ξ.Κ., πλέκεται με αναμνήσεις από την έναρξη και την πορεία της τριανταεπτάχρονης σχέσης της με τον σημαντικότατο πνευματικό άνθρωπο, κυρίως γνωστό ως κριτικό κινηματογράφου και μεταφραστή θεατρικών έργων, Κωστή Σκαλιόρα. Ύστερα, το γραπτό της συντρόφου του γίνεται τεκμήριο της άνθησης και της ωρίμανσής της στο πλάι του – αλλά και μετά τον θάνατό του, σαν συνέχιση, λες, της κοινής τους πορείας. Η μαρτυρία αυτή, με την επιδέξια εναλλαγή συναρπαστικά γλαφυρών, χαριτωμένων και οδυνηρών σκηνών, επισημαίνει διακριτικά, μεταξύ των άλλων, το ήθος που απαιτείται για την παραγωγή αξιόλογου πνευματικού έργου. Μ' αρέσει να θυμάμαι τις δυσκολίες που χρειάστηκε να ξεπεράσω. – Π.Ι.
 

~ Αντόν Τσέχωφ, Νήσος Σαχαλίνη (μτφρ.: Ελένη Κατσιώλη), εκδ. Λέμβος, 2015, 624 σελ.. 
 
Το 1890, αψηφώντας τον κίνδυνο να επιδεινωθεί η υγεία του, ο ήδη φυματικός ιατρός και λογοτέχνης αποφασίζει να καταγράψει τις φρικτές συνθήκες διαβίωσης στο νησί αυτό του Ειρηνικού Ωκεανού, όπου, από το 1857, η τσαρική διοίκηση είχε εγκαταστήσει 'σωφρονιστική αποικία', τουτέστιν στρατόπεδα εργασίας για καταδίκους. Διασχίζει την Σιβηρία με κάρα και ποταμόπλοια, για να εκπονήσει όχι μόνον συστηματικό ρεπορτάζ, επιδημιολογική και κοινωνική μελέτη, αλλά και να κεντήσει το όλον με παρατηρήσεις που μόνον ο μέγας λογοτέχνης που ήδη ήταν θα μπορούσε να κάνει. Τον Σεπτέμβριο, έγραφε στον φίλο του Σουβόριν: Μια μέρα έπινα τσάι μες σ' ένα ορυχείο, όταν ο Μπαραντάβκιν, ο πρώην έμπορος της Αγ. Πετρούπολης που εκτίει εδώ ποινή για εμπρησμό, έβγαλε από την τσέπη του ένα κουταλάκι και μου το δώρισε. – Π.Ι.



ΔΟΚΙΜΙΟ
 

~ Φρεντερίκ Γκρο, Περπατώντας. Φιλοσοφία (μτφρ. από τα γαλλικά: Ρούλα Τσιτούρη), εκδ. Ποταμός, 2015, 296 σελ..  
 
Ένας ταοϊστής σοφός έλεγε: “Τα πόδια στο έδαφος καταλαμβάνουν πολύ λίγο χώρο· χάρη σ' όλον τον χώρο που δεν καταλαμβάνουν, είναι που μπορούμε να περπατάμε”. Δεν είναι μόνο ενδιαφέρον το ταίριασμα: μεγάλοι φιλόσοφοι και λογοτέχνες, που υπήρξαν συγχρόνως και δεινοί (ξακουστοί ή μη) περιπατητές – Νίτσε, Ρεμπώ, Καντ, Νερβάλ, κ.ά... Μα και η γοητεία του ύφους κατά την εξιστόρηση της σχέσης του βαδίσματος με την σκέψη και το έργο όσων 'ανθολογούνται' ως παραδείγματα – αλλά και στην εξομολόγηση και τον στοχασμό των πιο προσωπικών κεφαλαίων όπου μιλά απευθείας ο συγγραφέας. Περπατώντας, τίποτε δεν μετατοπίζεται αληθινά: μάλλον εγκαθίσταται αργά η παρουσία στο σώμα. Το αποτέλεσμα: απόλαυση αναγνωστική – διανοητική και αισθητική. – Π.Ι.
 

~ Νίκος Φωκάς, Η μοναξιά της ποίησης. Νεφέλη, 2015, 240 σελ..
 
Σπουδαίος ποιητής, έχει επίσης γράψει εξαιρετικά ενδιαφέροντα δοκίμια, 30 εκ των οποίων συγκεντρώθηκαν εδώ, με την φροντίδα του Σταύρου Ζουμπουλάκη. Η μεγάλη αρετή του είναι η σαφήνεια και η απλότητα. Έτσι, ακόμη και αν διαφωνεί κανείς με κάποιες θέσεις του περί πολιτισμού (π.χ. για την “μεταφυσική ρίζα” του προβλήματος της παιδείας, ή την χαμένη “πνευματική αυτάρκεια” του ελληνισμού), η διαυγής διατύπωσή τους, διεγείρει τον γόνιμο –νοερό, έστω– διάλογο. Μα η μεγάλη αξία του δοκιμιακού του λόγου βρίσκεται, πιστεύω, σε όσα γράφει για την τέχνη της ποίησης (και της μετάφρασης). Ο αληθινός ποιητής αποβλέπει στο να κατακτήσει τον αναγνώστη, [] να τον κάνει ποιητή τον ίδιο και όχι να υφαρπάσει τρομοκρατικά τον θαυμασμό του. Ευχαριστίες στις εκδόσεις Νεφέλη – και παράκληση για ένα 'δεύτερο χέρι' διορθώσεων πριν από την ανατύπωση. – Π.Ι.



ΟΔΗΓΟΙ
 

~ Λαρς Σβένσσον, Κίλλιαν Μαλλαρνυ, Νταν Τσέττερστρομ. Τα Πουλιά της Ελλάδας, της Κύπρου και της Ευρώπης (β' έκδ.) (μτφρ.: Κώστας Παπακωνσταντίνου), εκδ. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, 2015, 452 σελ..  
 
Με αντίστοιχης ποιότητας οδηγούς επί πολλά χρόνια εξαντλημένους, τούτος, με έγχρωμες ζωγραφικές απεικονίσεις όλων των πουλιών, ιδανικές για την αναγνώριση, έρχεται να καλύψει σημαντικότατο κενό. Μα δεν απευθύνεται μόνον στους ορνιθολόγους ή τους ερασιτέχνες παρατηρητές. Πρόκειται για θησαυρό πληροφοριών, που ενδιαφέρει ακόμη και τους κατοίκους των πόλεων: θα εκπλαγείτε όταν διαπιστώσετε πόσα είδη ήδη γνωρίζετε και τακτικώς συναντάτε, και θα χαρείτε να μάθετε όσα ονόματά τους σας διαφεύγουν, αλλά και κάτι παραπάνω γι' αυτά. Διαβάζεται δε και ως αυτόνομο απολαυστικό ανάγνωσμα. Ο Κότσυφας είναι μοναχικός [], προχωρά με γρήγορα άλματα ή κάνει μερικά βήματα, ξαφνικά μένει εντελώς ακίνητος για λίγο (κοιτώντας για σκουλήκια). [] Κελάηδημα γνωστό για τον γλυκό, μελωδικό τόνο, με καθαρό και δυνατό ήχο “φλάουτου” (σε μείζονα κλίμακα). – Π.Ι.


*

Οι θερινές αναγνωστικές μου προτάσεις στο "The Books' Journal" του Ιουλίου 2016. 

19.6.16

Ποίηση και εαυτός


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Και η ποίηση, όπως κάθε τέχνη –τουλάχιστον στον Δυτικό κόσμο τους τελευταίους αρκετούς αιώνες– έχει ως αφετηρία την αυτο-έκφραση. Μα για να φτάσει να αξιωθεί το όνομα της ποίησης (της τέχνης), θα πρέπει (και) κάτι άλλο να συμβεί: ακριβέστερα, θα πρέπει κάτι άλλο να κάνει το ίδιο το ποίημα (το έργο τέχνης), πέρα απ' το να εκφράζει έναν 'εαυτό'. (Τούτο προσπάθησα κάπως  να προσδιορίσω, εδώ.) Άρα, όσο και αν ο βίος της ποιήτριας αναποφεύκτως τρέφει το έργο (βίος, πέρα από τα 'βιώματα', είναι και η σκέψη, και ο στοχασμός για άλλα έργα, κ.ο.κ.), το άξιο του ονόματός του ποίημα πάντα υπερβαίνει την αυτοβιογράφηση και την εξομολόγηση. (Εξού και δεν θα έπρεπε, κατά την γνώμη μου, καν να συζητούνται ως ποιητικά, πλήθος κείμενα: σημερινά και στη γλώσσα μας, μα και αλλοτινά, και σε άλλες γλώσσες. Ενδεικτικά και συνθηματικά: συγκρίνετε την 'χρήση εαυτού' της δημοφιλέστατης ποιήτριας Ντίκινσον και του δημοφιλέστατου Μπουκόφσκι.)

Πώς τις υπερβαίνει; Είναι επαρκής απάντηση η “απεύθυνση”; (Απεύθυνση μπορεί να έχει και μια οποιαδήποτε εξομολόγηση.) Ή μήπως πρέπει, σχεδόν ταυτολογικά, να παραδεχθούμε ότι η μόνη δυνατή απάντηση είναι: “δια της τέχνης”; Χρησιμοποιώντας, δηλαδή, όλα εκείνα τα –π.χ. ασυνήθη στον τρέχοντα λόγο– μέσα που θα μεταμορφώσουν το κείμενο από απλή εκπορευόμενη έκφραση, σε ακτινοβολούσα αυτόνομη οντότητα. Όποτε τούτο συμβαίνει –όποτε, δηλαδή, όντως υφίσταται ποίημα–, το οιοδήποτε γραμματικό πρόσωπο (α', β', γ' – του ενικού ή του πληθυντικού, αδιάφορο) έχει αυτομάτως απωλέσει την συμβατική του διάσταση, και καταστεί προσωπείο του (δυνάμει) οικουμενικού (και εκ νέου απείρως εξατομικεύσιμου).

Τώρα, ας έρθουμε στο πιο δύσκολο ερώτημα: ο ποιητής, καθώς γράφει ένα ποίημα, 'συλλαμβάνει' και μας προσφέρει ένα κομμάτι του εαυτού του, ή (αντιθέτως, μα και ενδεχομένως συμπληρωματικά) διερευνά κάτι ώς τότε άγνωστό του, 'εφευρίσκοντας', κατά την διαδικασία της γραφής, αυτό που θα μας προσφέρει, και το οποίο, με το πέρας της διαδικασίας, θα έχει γίνει κομμάτι (και) του 'εαυτού' του;

Είτε την πανάρχαια πίστη στον 'οικείο δαίμονα' επικαλεστούμε, είτε την πιο πρόσφατη ψυχανάλυση, δεν μπορούμε παρά να δεχθούμε ότι ο 'εαυτός' απαρτίζεται και από άγνωστές μας περιοχές: κάποιες, δε, τόσο σκοτεινές, που συχνά μοιάζουν (ή, κατ' άλλους, είναι) εξωτερικές προς αυτόν. Άρα, κάτι που μοιάζει καινοφανές εύρημα, μπορεί να είναι απλώς προϋπάρχον κτήμα που αποκαλύφθηκε. Ωστόσο, οπωσδήποτε και η διερεύνηση με σκοπό την (γνωσιακή ή αισθητική) κατάκτηση των 'εκτός εαυτού' (“του κόσμου”) ανήκει στους τρόπους της τέχνης.

 

~

 

Ξαναδουλεμένα αποσπάσματα από την συμβολή μου στο 4ο σκέλος μιας "Συζήτησης για την ποίηση τώρα", που διεξήχθη την άνοιξη του 2016 στο τ. 7 του περιοδικού "ΦΡΜΚ" μεταξύ των επτά μελών της συντακτικής του ομάδας: Βασίλη Αμανατίδη, Ορφέα Απέργη, Φοίβης Γιαννίση, Κατερίνας Ηλιοπούλου, Παναγιώτη Ιωαννίδη, Γιάννας Μπούκοβα, και Θοδωρή Χιώτη. Έλαβε την ολοκληρωμένη και τελική μορφή της στο βιβλίο: Μια συζήτηση για την ποίηση τώρα (εκδ. ΦΡΜΚ, 2018).

Η φωτ. μου είναι από το ΚΠΙΣΝ, Ιούνιος 2018.