4.2.24

μνήμη μαρίας λαϊνά (1947 - 2023)




 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κύκλος 6ος [απόσπ.]

 

Σ’ αυτό το άσπρο μουγγό τοπίο

που η ομίχλη καληνυχτίζει το σπίτι

τα μακρινά βράδια του ελαφιού

κράτα μου συντροφιά

κι άσ’ τη σκιά μου να θαφτεί στο χιόνι

πιο μαλακό από καλοκαιριάτικη νύχτα

 

(Επέκεινα, 1970)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μετατόπιση

 

Αν θέλω να φχαριστηθώ μεγάλους χώρους

γυρεύω ένα διάστημα ανάστροφο

μπροστά μού επιτρέπουν μόνο μια στιγμή κάθε φορά.

Γιατί όλα ξεκινούν από τον ήχο

ενός μικρού ελατήριου

μέσα σου

αδέσποτου

τον ήχο μιας μικρής βελόνας

που σπάζει το φως

και σε ρίχνει

στην άλλη μεριά την κρυμμένη.

Λοιπόν φέρνομαι σαν τα καγκουρώ

απομακρύνομαι απ’ το σημείο μου

με θεόρατα πηδήματα

χωρίς βαρύτητα.

 

(Αλλαγή τοπίου, 1972)

 

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Απόγευμα

 

Αυτό το μέρος της γης είχε μια μικρή βροχή·

έγιναν όλα με μιαν ήσυχη επιμονή.

Ανεβαίνοντας η σκιά μέχρι

το στραγγισμένο χρώμα του βουνού

ανάσανε φρεσκολουσμένη.

 

(Σημεία Στίξεως, 1979)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[«Επειδή απόψε...»]

 

Επειδή απόψε

περνούσε με άμαξα μπροστά στο καλοκαίρι

κι ένιωθε την ανάγκη να ξεχάσει

ότι στα όνειρά της ήταν πάντα ένα δέντρο

ένα απ’ τα πολλά

γεμάτη δάκρυα

και τώρα επιστρέφει.

 

(Δικό της, 1985)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μότσαρτ

 

Θυμάμαι λίγο

μια άμαξα στενή πάνω στη γέφυρα

μαύρο νερό

μια τρομερή μαύρη βάρκα

ένα θαμπό γυάλινο κλάμα.

 

Προσθέτω ένα δυνατό συναίσθημα απόλαυσης

σαν το κουπί που λάμνει όλο και πιο πέρα.

 

(Ρόδινος Φόβος, 1992)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

1 [απόσπ.]

 

Ζω εδώ

όπως τα έντομα ζουν εδώ

για τη δροσιά της νύχτας

 

(Εδώ, 2003)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Όχι εγώ [απόσπ.]

 

Δύσκολα θυμάσαι

ότι το τώρα

δεν θα ξανάρθει

όλο τον καιρό

και τον επόμενο

σαν πέτρα

σαν χιόνι σαν ήλιος στην πέτρα

 

(Ο Κήπος – Όχι εγώ, 2005)

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[«η σκιά φτάνει...»]

 

            η σκιά φτάνει

ώς το ταβάνι

τα δοκάρια την κάνουν κομμάτια

 

το ρολόι λούζει το κρεβάτι

ο φόβος μ’ έχει συνεπάρει

 

(Μικτή τεχνική, 2012)

 

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Με χτύπησε στο πρόσωπο

 

η σκόνη του ήλιου

ο πυρετός του φεγγαριού.

Χτυπάει η φλέβα του καλοκαιριού·

εν αναπαύσει ο πάνθηρας

η βελουδένια χάρη του

η τρομερή στιλπνή του ρώμη.

 

(Ό,τι έγινε – άνθρωποι και φαντάσματα, 2020)

 

~ Στο "The Books' Journal" του Ιαν. 2024, αποχαιρέτησα την σπουδαία ποιήτρια –που έγραψε επίσης θεατρικά έργα, υβριδικά πεζά, και παιγνιώδη δοκίμια ιδιαίτερης σημασίας– με ένα ποίημα από κάθε ποιητικό βιβλίο της (εκτός από το πρώτο, το οποίο επέλεξε να μην ξανατυπώσει ποτέ). Τα βιβλία της είχαν πρωτοκυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κέδρος, Κείμενα, Στιγμή, Καστανιώτη και Πατάκη· σήμερα, η ποίησή της της περιόδου 1970-2012 καθώς και η τελευταία συλλογή του 2020, κυκλοφορούν από τις εκδ. Πατάκη.

Ενώ στην εφημερίδα "Το Βήμα", στις 31.12.2023, μετά από πρόσκληση του Γρηγόρη Μπέκου -σε ένα αφιέρωμα στην μνήμη της Μ.Λ. στο οποίο συμμετείχαν επίσης η Μαίρη Γιόση, η Μάνια Μεζίτη, και ο Αργύρης Παλούκας-, τέσσερις μόλις μέρες μετά τον θάνατό της, ο νωπός αποχαιρετισμός μου είχε την μορφή αυτού του σύντομου κειμένου:

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΩΜΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

«Μέχρι διακόσιες λέξεις, μες στις επόμενες οκτώ ώρες.» Αν έπιανε τ’ αυτί της την διατύπωση της πρόσκλησης για τούτο το νεύμα θαυμασμού και ευγνωμοσύνης, η Μαρία Λαϊνά θα ενέκρινε οπωσδήποτε την βραχυλογία – αν κι ίσως να προέκρινε την σιωπή. Και αν μάλλον δεν θα συναινούσε στην ταχύτητα (ως συγγραφέας αργής κυοφορίας, επίπονης σμίλευσης έως την λεπτότερη υφή), πιθανότατα θα επικροτούσε τον αιφνιδιασμό· το ακαριαίο ως ευκταίο – και αναπόφευκτο.

Τα περισσότερα ποιήματά της μάς εμφανίζονται ως παρουσίες άρτιες και πλήρεις που αίφνης στέκουν μπρος μας. Και επιβάλλονται με τα μουσικά σφυράκια των λέξεών τους – ακόμα και όταν μοιάζουν να μην το επιθυμούν. Όμως, αν η Μαρία Λαϊνά υπήρξε (από το 1970 ώς σήμερα) εκ των κορυφαίων ποιητριών της πύκνωσης –πύκνωσης που δεν είναι διόλου ερμητική, παρά μόνο η βέλτιστη εξεικόνιση της ουσίας–, παραλλήλως, στα πεζά της κείμενα –υβρίδια θεατρικού μονολόγου και εσωτερικής αφήγησης–, μας έδειξε την δύναμη του αργού ξεδιπλώματος. Στα δε δοκίμιά της, μετήλθε έναν τρίτο τρόπο: της παιγνιώδους περιδιάβασης (ίσως κατά το πρότυπο των αγαπημένων της Ιαπώνων) ανάμεσα σε αφορισμό, ανάμνηση, διήγηση, και ανθολόγηση ποιημάτων που αφειδώλευτα θαύμαζε.

Όσοι/ες γράφουμε ποίηση σήμερα, και –κυρίως– όσες/οι διαβάζουμε ποίηση, της χρωστάμε πολλά. Όχι μόνο την κατάδειξη του πόσο πολύ, πάλλον σώμα μπορεί να βαστήξει το μικρότερο δοχείο. Αλλά και την σθεναρή, σταθερή υπεράσπιση (επανειλημμένως εκφρασμένη στα κείμενά της και στις συνεντεύξεις της, και αενάως διακηρυσσόμενη μέσω των ποιημάτων της) της ποίησης ως τέχνης, και μάλιστα τέχνης διπλά απαιτητικής – παρότι είναι πλασμένη με το πιο κοινόχρηστο υλικό: τις λέξεις. Απαιτητικής όχι από βίτσιο ή «ελιτισμό». Αλλ’ απαιτητικής, φυσικά (καθότι τέχνη), στην γραφή της, που ταλανίζει την ποιήτρια ώς το τέλος, όμως χωρίς ν’ αφήσει ούτε ίχνος της βασάνου αυτής μέσα στο ποίημα. Και απαιτούσας να την προσεγγίζουμε με ησυχία και προσοχή: προετοιμασμένοι· προπονημένοι. Να την προσεγγίζουμε, όχι περιδεείς, μα με την αφιέρωση και με την θέρμη της βαθειάς συνάντησης.

 

~ Τις φωτογραφίες της Μαρίας Λαϊνά είχα τραβήξει τον Δεκέμβριο του 2006, στο "blinddate#12" και στην ταβέρνα του Οικονόμου. Στο "blinddate#12", στο υπέροχο κτίριο της κλειστής από χρόνια "Palco", ο επιμελητής της έκθεσης Αντώνης Βολανάκης με είχε προσκαλέσει να συμμετάσχω αλλά και να επιλέξω τις/τους άλλες/ους πέντε συγγραφείς (Μαρία Λαϊνά, Αλεξάνδρα Πλαστήρα, Γιώργος Συμπάρδης, Θανάσης Χειμωνάς, heimkurst) που θα συνεργάζονταν με έξι εικαστικούς (Αλέξανδρος Αποστολίδης, Αντώνης Βολανάκης, Μαίρη Κόντη, Μαρία Νυμφιάδη, Μαρί Πασχαλίδου, Λία Πέτρου) για την επιτόπου δημιουργία έξι εγκαταστάσεων, στα δωμάτια του τελευταίου ορόφου του κτιρίου.

(Περισσότερες φωτογραφίες μου από εκείνη την έκθεση, βρίσκονται στους ακόλουθους τρεις συνδέσμους: ο χώρος, η προετοιμασία, οι έξι εγκαταστάσεις.)

15.7.23

13 βιβλία για το καλοκαίρι 2023


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΟΙΗΣΗ

 

~ Τρία Έπσιλον, Γνωρίζω αυτές που πλέκουν στη μέση της θάλασσας, εκδ. Θράκα, σελ. 37

Εσύ δεν είσαι εκεί πια, μα / βλέπω αυτό το ζευγάρι πόδια να κρέμεται απ’ τον ουρανό / που πιθανώς σου ανήκει. Αξιοθαύμαστο πρώτο βιβλίο της Τ.Ε., πρώτο βραβείο του διαγωνισμού για αδημοσίευτες συλλογές τον οποίο προκήρυξαν το 2022 οι εκδόσεις και το περιοδικό «Θράκα» που με ακλόνητη συνέπεια υπηρετούν την ποίηση εδώ και χρόνια. Αξιοθαύμαστο για πολλούς λόγους – κι ανάμεσά τους: μιλά με μια φωνή ήδη ξεχωριστή· χωνεύει με διάκριση και μαεστρία τις αναφορές του· χειρίζεται –μεταξύ άλλων θεμάτων– με ποιητική οξύτητα αλλά χωρίς συνθηματολογία την ζοφερή ‘τύχη’ μεταναστών και προσφύγων στην Λέσβο. Δες την ποιήτρια με τη λύρα της πώς γελά κάτω απ’ τον ήλιο, / άθικτη απ’ το χρόνο // όχι, δεν είναι γλυκόπικρος, κάτι άλλο ήθελε να γράψει.

 

~ Marija Dejanović, Η καλοσύνη διαχωρίζει τη μέρα από τη νύχτα, μτφρ.: Irena Gavranović Lukšić, εκδ. Θράκα, σελ. 71

Καθώς ξαπλώνω στην πλάτη σου / έχω το βάρος του ήλιου. Πρόκειται για το πιο πρόσφατο βιβλίο της πολυβραβευμένης ποιήτριας που γεννήθηκε το 1992 στην Κροατία – και το πρώτο που ενμέρει εμπνέεται καί από την συχνή πλέον διαμονή της στη χώρα μας. Η οικογένεια – οι οικογένειες· η πατρίδα –οι πατρίδες– και οι άλλες χώρες· τι σημαίνει να ταξιδεύεις σ’ άλλους τόπους, και τι να παραμένεις σ’ έναν τόπο, οσοδήποτε προσωρινά: να μερικά από τα κυρίαρχα θέματα της ποίησης της Μάριας Ντεγιάνοβιτς. Η άκρως πρωτότυπη εικονοποιία της, είτε αφορά την φύση, είτε τον κόσμο που έχει κτίσει ο άνθρωπος εντός της, άλλοτε έχει κάτι από το σκοτάδι των παραμυθιών, κι άλλοτε φέρνει στον νου μαγικά ξόρκια.  

 

~ Αθηνά Παπαδάκη, Ποιήματα [1974 - 2019], εκδ. Αρμός, σελ. 622

Άγγιγμα // Πριν απ’ τη γνώση / η αγάπη / σαν κέρατο σφηνώνεται στο σώμα. Σημαντικό και λίαν ευχάριστο, να αποκτούμε συγκεντρωμένη την μέχρι σήμερα δημοσιευμένη ποίηση της Α.Π. που είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες ποιήτριες της γενιάς της – και όχι μόνο. Λες κι ό,τι πίστεψα αιώνιο επιστρέφει τώρα κήπος ασώματος. Στα συνήθως σύντομα ποιήαμτά της, έχει καλλιεργήσει επίμονα την ακαριαία διατύπωση, την λυρικά ριψοκίνδυνη εικόνα. Κατατρεγμένο / αλλά ασύλητο / το κέντρο. Οπουδήποτε κι αν στρέψει το βλέμμα της, στον υπέροχο ή και πεζό έξω κόσμο, όσο και σε μύχια βάθη, η ίδια θαυμαστή ευθυβολία. Το ζώο διαγράφοντας / τροχιά αστεριού, / διασώζεται / από συλλέκτη του ενιαίου. Δεκατρία βιβλία –ενιαία ή συλλογές ενοτήτων– που διασχίζουν σαρανταπέντε χρόνια. Με λεπτότητα κόβει το χάσμα.

 

~ Μήτσος Παπανικολάου, Ποιητικά Έργα – και Αθησαύριστα Πεζά (Άπαντα τα Ευρεθέντα), εισ.-επιμ.-σημ.: Μιχαήλ Χ. Ρέμπας, πρόλ.: Θωμάς Κοροβίνης και Γιώργος Μαρκόπουλος, εκδ. Όγδοο, σελ. 300

Θα τρέξουμε ξυπόλητοι στην άσφαλτο του δρόμου / στα φώτα των αυτοκινήτων που θα ’ρχονται / θα κοιμηθούμε στα ψηλά χόρτα κοντά στους βατράχους. Ο λίαν ενδιαφέρων ποιητής του Μεσοπολέμου Μ.Π. –σύγχρονος, φίλος, και όχι κατ’ ανάγκην υποδεέστερος του Λαπαθιώτη, καίτοι λιγότερο γνωστός σήμερα– δεν εξέδωσε κανένα βιβλίο όσο ζούσε (1900-1943), ούτε σώζεται το αρχείο του. Η παρούσα έκδοση από τον Μ.Χ.Ρ. όλων των γνωστών και ευρεθέντων ποιημάτων και μεταφράσεών του βασίζεται μεν σε προηγούμενες εκδόσεις και στις πρώτες δημοσιεύσεις σε περιοδικά, αλλά τις συμπληρώνει με κάποιες ακόμη μεταφράσεις, καθώς και με αθησαύριστα πεζά. Η εργασία αυτή εμπλουτίζεται από εκτενή εισαγωγή, χρησιμότατο χρονολόγιο, σημειώσεις, ευρετήρια, κ.ά.. Σ’ αυτόν τον κόσμο πάντοτε – πικρή παρηγοριά – / μας μένει το χαμένο.

 

~ Τ.Κ. Παπατσώνης, Άπαντα τα Ευρεθέντα – Ποιήματα εκτός Συλλογών, 1911-1976, φιλ. επιμ.-εισ.-επίμ.: Βασίλης Μακρυδήμας, εκδ. Librofilo & Co., σελ. 284

Σαν χαμηλώνει το καλοκαίρι / σηκώνεται μια κορυφαία δύναμη. Η σοβαρή μελέτη του Τ.Π. από τον Β.Μ. είναι από τους κυριότερους λόγους αναζωπύρωσης του φιλολογικού και –πράγμα ακόμα σημαντικότερο– του αναγνωστικού ενδιαφέροντος για τον μεγάλο ποιητή και πρωτεργάτη του ελληνικού ποιητικού μοντερνισμού. Τούτο το πολύτιμο βιβλίο είναι ένας ακόμη καρπός αυτής της αφοσιωμένης σπουδής. Μάλιστα, δεν συμπληρώνει απλώς το εν κυκλοφορία έργο του Τ.Π.: μετατοπίζει, οσοδήποτε ελαφρά και διακριτικά, τον φωτισμό του, παραδίδοντάς μας ακόμα περισσότερα ποιήματα όπου έχουν τον πρώτο λόγο η εντελώς ανθρώπινη αισθησιακότητα (και όχι η θρησκευτικότητα, παρότι κι αυτή ριζώνει στα επίγεια ‘θαύματα’) ή το χιούμορ, που όλο γέλωτες φθάνει στα όρια της αυτό-παρωδίας, εγγίζοντας έως και μια χρήση της καθαρεύουσας που θα καθιερώσει αργότερα ο Μποστ!

 


 

ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

 

~ Τζoν Κίιν, Αντιαφηγήσεις, μτφρ.: Γιώργος Μαραγκός, εκδ. Loggia, σελ. 459

Βασικός θεματικός καμβάς εδώ, η επανεξέταση της Ιστορίας των Μαύρων στην Αμερική: Βόρεια, Κεντρική, και Νότια. Συμπληρωματικά, ο εντοπισμός, η ανάδειξη (ή η εφεύρεση πιστευτών) κουήρ χαρακτήρων σε όλο το γεωγραφικό και χρονικό εύρος της Ιστορίας αυτής. Αμφότερες, ‘δίκαιες’ επιδιώξεις, απολύτως «του καιρού μας» – μα διόλου εχέγγυα σημαντικής τέχνης. Συνεπώς, αυτό που καθιστά το μαστορικά δομημένο βιβλίο πεζογραφημάτων (γιατί δεν είναι απλή «συλλογή») όντως κορυφαίο λογοτεχνικό επίτευγμα είναι –τι άλλο;– η σπάνια, ωριμασμένη, τέχνη του Τ.Κ.. Που υιοθετεί τις αφηγηματικές φωνές ποικίλων (αντι-)ηρώων και διεξέρχεται μια θαυμαστή ποικιλία αφηγηματικών τεχνικών και τεχνασμάτων (από τον εσωτερικό μονόλογο, την μαρτυρία, μέχρι την –εκτεινόμενη σε δεκάδες σελίδες– μετέωρη υποσημείωση ιστορικού βιβλίου) για να μας παραδώσει ένα έργο που ζαλίζει με γοητεία και πειστικότητα.

 

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΔΟΚΙΜΙΟ – ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

~ Etel Adnan, Ταξίδι – Πόλεμος – Εξορία, μτφρ.: Σπύρος Γιανναράς, σχέδια: E. Adnan και Simone Fattal, εκδ. Άγρα, σελ. 47

Καταλάβαινα, χωρίς υπερβολές, το νόημα της έκφρασης Χαμένος Παράδεισος. Είναι γνώριμο πια, στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, χάρη στις εκδ. Άγρα, το σαγηνευτικό ύφος και ο ιδαίτερος τρόπος των μικρών πεζών –βιωματικά δοκίμια, τα περισσότερα– της Ελληνο-Σύριας συγγραφέα και εικαστικού που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Βηρυτό, σπούδασε στην Γαλλία και στις ΗΠΑ όπου και έζησε μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής της, γυρνώντας από καιρού εις καιρόν στην γενέτειρά της. Διηγούμενη την επιρροή των όρων του τίτλου στην ζωή της, ανοίγεται σε μιαν ευρύτερη διερεύνησή τους, αναδεικνύοντας την εξορία σε κοινή συνθήκη πλήθους σύγχρονων ανθρώπων. Η γεωγραφική εξορία δεν είναι παρά το πλαίσιο μιας βαθύτερης εξορίας για την οποία δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.

 

~ James J. Clauss και Martine Cuypers (επιμ.), Ελληνιστική Γραμματεία – 30 Μελέτες, μτφρ.: Φιλιώ Φιλίππου, επιμ.: Εβίνα Σιστάκου και Αντώνης Ρεγκάκος, εκδ. University Studio Press, σελ. 615

Πολύτιμη μετάφραση αυτού του «πολυφωνικού τόμου» που εκδόθηκε στα αγγλικά το 2010. Προτάσσεται εκτενές ανθολόγιο αρχαίων κειμένων (Καλλίμαχος, Θεόκριτος, κ.ά. – μόνον στο πρωτότυπο) και ακολουθούν οι μελέτες, χωρισμένες σε τέσσερις ενότητες: «Συμφραζόμενα» (π.χ. «Η λογοτεχνία και οι βασιλείς»), «Ποίηση» (συμπεριλαμβανομένων των μίμων, της κωμωδίας, και της τραγωδίας), «Πεζογραφία» (λογοτεχνική κριτική, φιλοσοφία, ιστοριογραφία, μυθοπλασία), και, τέλος, η άκρως ενδιαφέρουσα ενότητα «Γείτονες», όπου εξετάζεται η αιγυπτιακή, η ιουδαϊκή, και η ρωμαϊκή λογοτεχνία, καθώς και η λογοτεχνία της Δυτικής Ασίας κατά την ελληνιστική εποχή. Όπως συμβαίνει συχνά με αγγλοσαξονικά πανεπιστημιακά συγγράμματα ανάλογης υψηλής ποιότητας, οι μεν συγγραφείς είναι έγκυροι ειδικοί, τα δε περιεχόμενα είναι από εύληπτα έως συναρπαστικά και για το μη ειδικό αναγνωστικό κοινό που ενδιαφέρεται για το θέμα.

 

~ Αγάπη Καρακατσάνη, Η εκκλησία της Γοργοεπηκόου στην Αθήνα – μια πρόταση για τη χρονολόγησή της, εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 83

Η Εικονομαχία αφύπνισε και αναστήλωσε την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Είκοσι χρόνια μετά από μιαν αντίστοιχη πρότασή της (Παλινωδία για την μονή Δαφνίου, Άγρα, 2001), η Α.Κ. διερευνά την πανέμορφη μικρή εκκλησιά Παναγία Γοργοεπήκοοος (ή Άγιος Ελευθέριος ή «Μικρή Μητρόπολη»), δίπλα στην νέα ογκώδη μητρόπολη της Αθήνας, με τα ποικίλα εντοιχισμένα ανάγλυφά της να συμβάλλουν δραστικά στην εντύπωση πως καταξιώνει την αρχαιότητα χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς «χριστιανικές» βελτιώσεις. Η συγγραφέας προτείνει τον 10ο αιώνα ως χρόνο κτίσης της, αντί για τον σήμερα ευρύτερα αποδεκτό 12ο. Και μας προσφέρει μια γλαφυρή, συναρπαστική περιδιάβαση στην περιπέτεια της Εικονομαχίας (8ος και 9ος αι.) και της αποκατάστασης των εικόνων. Τελευταίο βλέμμα, σήμα, σκίρτημα της απολεσθείσης αναγέννησης των ειονομάχων μεσούσης της μακεδονικής δυναστείας […], η Γοργοεπήκοος στην Αθήνα.  

 

~ Γιάννης Κωσταρής, Γύρω γύρω θάλασσαΦωτογραφίες και σημειώσεις από τη νήσο Χίο, 2010-2020, εκδ. Φωταγωγός, σελ. 150

Στην κορφή μιας στενόχωρης σκάλας, εντός παλιού σκοτεινού σπιτιού, στέκεται μια γριά· ψηλή, αδύνατη, ταλαιπωρημένη. Μιλά με ένα σπάσιμο στη φωνή και στο σώμα. Τον άξιο και ιδιαίτερο αυτόν φωτογράφο και συγγραφέα από την Χίο, τον γνωρίσαμε μέσω των φυλλαδίων «Φώτα» που περιοδικώς τύπωνε και άφηνε προς δωρεάν διάθεση σε βιβλιοπωλεία και άλλα σημεία της Αθήνας. Λάμπουν κι εδώ (τις αναδεικνύει και η πολύτιμη τυπογραφική φροντίδα του ρέκτη Γιάννη Καρλόπουλου) οι εξαρχής φανερές αρετές του: οι ‘απλές’ αλλ’ εύγλωττες φωτογραφίες του ακριβής και χαμηλόφωνης ευαισθησίας βρίσκονται σε θαυμαστή σύζευξη (σπάνιο κατόρθωμα, και μάλιστα από έναν και μόνο καλλιτέχνη) με σύντομες καταγραφές μεγάλης χάρης. Άφησα το τετράδιο στο τραπέζι, σταμάτησα να ψάχνω για άλλα στοιχεία, βγήκα στη βεράντα. Κάτω η αυλή και το άγριο πια περιβόλι. 

 

~ Όσιπ Μαντελστάμ, Για τον συνομιλητή, μτφρ.-πρόλ.-σχόλια: Ευγενία Κριτσέφσκαγια, εκδ. Οροπέδιο, σελ. 167

Είναι πολύ επικίνδυνο και πολύ λάθος να βλέπουμε τον ποιητή σαν «πουλάκι του Θεού» […] Σε ποιον άραγε μιλάει ο ποιητής; Να δυο φράσεις-κλειδιά από το δοκίμιο του μεγάλου Ρώσσου ποιητή και δοκιμιογράφου, που δίνει τον τίτλο του στην επιλογή που επιμελήθηκε η Ε.Κ.: από τα δέκα που περιέχονται εδώ, μόνο το δοκίμιο «Φρανσουά Βιγιόν» δεν περιεχόταν στο αφιέρωμα που είχε η ίδια επιμεληθεί για το περιοδικό «Πλανόδιον», τ. 30, Δεκ. 1999. Τα χορτάρια στους δρόμους της Πετρούπολης είναι τα πρώτα βλαστάρια του παρθένου δάσου που θα σκεπάσει τους δρόμους της σύγχρονης πόλης. Έτσι αναπάντεχα αρχίζει «Ο λόγος και ο πολιτισμός». Μικρό παράδειγμα του πόσο γόνιμα προκλητικός –και ουσιωδώς ‘ποιητικός’– είναι ο Ο.Μ. στα δοκίμα του: έχει πολλά τολμηρά να πει για τον «πολιτισμό». Την έκδοση συμπληρώνουν χρησιμότατες εισαγωγές και σημειώσεις. 

 

~ recto / verso, τεύχος 04, Άνοιξη 2023, σελ. 223

Κάθε έκδοση του θαυμάσιου αυτού περιοδικού (υπό την διεύθυνση του Δημήτρη-Χρυσού Τομαρά) που δεν περιφρονεί το αναγνωστικό κοινό του, είναι κι ένα εκδοτικό γεγονός. Τα δώρα τούτου του, τέταρτου (κι όπως πάντα συλλεκτικού: τυπωμένου μόνον σε 400 αντίτυπα), τεύχους περιλαμβάνουν: σκέψεις του γλύπτη Αλμπέρτο Τζακομέττι (Δεν γνωρίζω αυτό που βλέπω, παρά μόνο δίνοντάς του μορφή)· δύο διαλέξεις του Άγγλου ποιητή Σάμιουελ Ταίυλορ-Κόουλριτζ για τον Σαίξπηρ (Πού βρισκόταν ο Σαίξπηρ ώστε να παρατηρήσει μια τέτοια γλώσσα;  [..Τ]ο κατόρθωσε με το εσωτερικό μάτι του στοχασμού του πάνω στην ίδια του τη φύση: προς στιγμή έγινε Οθέλλος και μίλησε όπως θα έπρεπε να μιλήσει ο Οθέλλος)· το δοκίμιο «Το τράβελινγκ του Καπό» του Γάλλου κριτικού του κινηματογράφου Σερζ Ντανέ· και άλλα, πρωτότυπα και μεταφρασμένα.

 

~ Νίκος Σκαλκώτας, Νεανικές Επιστολές, έρευνα-κείμενα: Κωστής Δεμερτζής, εκδ. Loggia, σελ. 493

Όπως και άλλοι Έλληνες καλλιτέχνες του 20ου αι., αυτός ο κορυφαίος (μαζί με τον Χρήστου και τον Ξενάκη) Έλληνας συνθέτης λόγιας μουσικής και καλύτερος μαθητής του Άρνολντ Σαίνμπεργκ (καθ’ ομολογίαν αυτού του απαιτητικού δασκάλου, ενός από τους πρωταποστόλους της μουσικής πρωτοπορίας), βαθμηδόν παίρνει την θέση που του αξίζει. Χάρη στην ολοένα πληθυνόμενη δισκογραφία – στον πλούτο της οποίας έρχονται να προστεθούν και τα τεκμήρια τούτων των νεανικών επιστολών, επιμελημένα με αφοσιωμένη εμβρίθεια (και εκτενές διαφωτιστικό δοκίμιο και σημειώσεις) από τον ακαταπόνητο μελετητή του Κ.Δ.. Επιστολές του Σκαλκώτα, από το Βερολίνο (κυρίως), στην Νέλλη Ασκητοπούλου (κυρίως), στην αδελφή της Χρυσούλα, και στην φίλη και συμμαθήτριά της στο βιολί Σοφία Ποιμενίδου. Κανένας δεν πέφτει έξω όταν ρίχνεται μ’ ενθουσιασμό και την καρδιά του σε κάτι τι! 

 

[Οι θερινές αναγνωστικές προτάσεις  μου όπως δημοσιεύθηκαν στο τ. Ιουλ.-Αυγ. 2023 του "The Books' Journal".]

1.2.23

λεπτομερής παρατήρηση, διανοητική πειθαρχία


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σπού­δα­σα βιο­χη­μεία και μο­ρια­κή βιο­λο­γία. Θα μπο­ρού­σα εξί­σου –αν όχι και προ­σφυ­έ­στε­ρα στα εν­δια­φέ­ρο­ντά μου και στην κλί­ση μου– να έχω σπου­δά­σει γλωσ­σο­λο­γία ή ιστο­ρία της τέ­χνης. (Έχο­ντας επι­λέ­ξει την ποί­η­ση από πο­λύ νε­α­ρή ηλι­κία, δεν επι­θυ­μού­σα να σπου­δά­σω φι­λο­λο­γία.) Σμί­γο­ντας βιο­λο­γία και ποί­η­ση, θα μπο­ρού­σε να συ­μπε­ρά­νει κά­ποιος πως με είλ­κε η με­λέ­τη της ζω­ής: τό­σο στο μι­κρο­σκο­πι­κό επί­πε­δό της, όσο και με τον ολι­στι­κό­τε­ρο τρό­πο της ποί­η­σης. 

Πι­θα­νώς η με­λέ­τη των κυτ­τά­ρων και των βιο­μο­ρί­ων να με δί­δα­ξε την λε­πτο­με­ρή πα­ρα­τή­ρη­ση και την ψυ­χρή κα­τα­γρα­φή χω­ρίς, εν πρώ­τοις, πρό­θε­ση ερ­μη­νεί­ας. Μό­νο με­τά την συλ­λο­γή των στοι­χεί­ων, θα έλ­θει η από­πει­ρα σύν­θε­σής τους. Και μό­νο με­τά την σύν­θε­ση, θα εξε­τα­σθεί η συμ­φω­νία τους με την αρ­χι­κή υπό­θε­ση ερ­γα­σί­ας, ή θα δια­πι­στω­θεί η ανά­γκη επε­ξερ­γα­σί­ας μιας νέ­ας θε­ω­ρί­ας που να τα πε­ρι­λαμ­βά­νει και να τους απο­δί­δει μια θέ­ση σύμ­φω­νη με την αρ­χι­κή τους πα­ρα­τή­ρη­ση, χω­ρίς να τα βιά­ζει ή να τα αγνο­εί.

Μό­νο με­τά την συλ­λο­γή λέ­ξε­ων και φρά­σε­ων, δο­κι­μά­ζε­ται (πά­λι και πά­λι) το χτί­σι­μο του ποι­ή­μα­τος. Και μό­νο με­τά την κα­τα­σκευή του, ελέγ­χε­ται η θέ­ση του εντός της τρέ­χου­σας ποι­η­τι­κής δη­μιουρ­γί­ας: τό­σο της προ­σω­πι­κής, όσο και της ευ­ρύ­τε­ρης (ελ­λη­νό­γλωσ­σης και όχι μό­νο), και μά­λι­στα ως από­λη­ξης μιας ιστο­ρι­κής δια­δρο­μής (της «πα­ρά­δο­σης»). Και αξιο­λο­γεί­ται η θέ­ση του ποι­ή­μα­τος ανά­με­σα σε­ άλ­λα ­ποι­ή­μα­τα (π.χ. ενός σχε­δια­ζό­με­νου βι­βλί­ου). Τό­τε εν­δέ­χε­ται να δια­πι­στω­θεί η ανά­γκη δη­μιουρ­γί­ας ενός νέ­ου πλέγ­μα­τος σχέ­σε­ων: όταν πλέ­ον τα ίδια τα ποι­ή­μα­τα υπα­γο­ρεύ­ουν άλ­λες συν­δέ­σεις με­τα­ξύ τους. (Πα­ρο­μοί­ως, μό­νο με­τά την προ­σε­κτι­κή συλ­λο­γή ανα­γνω­στι­κών στοι­χεί­ων μπο­ρεί να προ­χω­ρή­σει η κρι­τι­κός στην διε­ρεύ­νη­ση ενός σχή­μα­τος που να τα αξιο­ποιεί χω­ρίς να τα πε­ρι­φρο­νεί προ­σπα­θώ­ντας να τα υπο­τά­ξει σε μια προ-επι­λεγ­μέ­νη θε­ω­ρία.)

Ει­κά­ζω επί­σης πως η πει­ρα­μα­τι­κή μέ­θο­δος των θε­τι­κών επι­στη­μών, κα­θώς και οι οι­κεί­ες τους ανα­λυ­τι­κές και συν­θε­τι­κές επε­ξερ­γα­σί­ες, που αφε­νός προ­ϋ­πο­θέ­τουν την διά­κρι­ση των ση­μα­ντι­κών από τα δευ­τε­ρεύ­ο­ντα, αφε­τέ­ρου δεν επι­τρέ­πουν να πα­ρα­με­λη­θεί –πό­σο μάλ­λον να αγνοη­θεί– το πα­ρα­μι­κρό, με άσκη­σαν σε μια δια­νοη­τι­κή πει­θαρ­χία χρή­σι­μη στην ποι­η­τι­κή δη­μιουρ­γία. Δη­λα­δή στο πλά­σι­μο ενός έρ­γου – πλά­σι­μο που εντέ­λει μοιά­ζει πε­ρισ­σό­τε­ρο με κα­τα­σκευή όπου η ση­μα­σία κά­θε στοι­χεί­ου (οσο­δή­πο­τε ασυ­νεί­δη­τα γεν­νη­μέ­νου) εί­ναι σο­φά υπο­λο­γι­σμέ­νη, και λι­γό­τε­ρο με ένα νε­φε­λώ­δες, αυ­το­φυ­ές μόρ­φω­μα (ένα δώ­ρο κά­ποιας στιγ­μιαί­ας «έμπνευ­σης»). Η δε ση­μα­σία αυ­τής της δια­νοη­τι­κής πει­θαρ­χί­ας στην κρι­τι­κή έρ­γων, την οποία επί­σης ασκώ, μου φαί­νε­ται ακό­μα προ­φα­νέ­στε­ρη.

Τέ­λος –ιδιαι­τέ­ρως πα­ρα­κι­νη­μέ­νος από μια πρό­σφα­τη πα­ρα­τή­ρη­ση της ποι­ή­τριας και μου­σι­κο­λό­γου Στέλλας Βοσκαρίδου– αντι­λαμ­βά­νο­μαι πως η εν­γέ­νει μι­κρή ή μη βα­ρύ­νου­σα, ή πά­ντως μη προ­φα­νής, πα­ρου­σία της με­τα­φο­ράς στην ποί­η­σή μου, ίσως έχει κοι­νή την πη­γή της με την πί­στη στην αυ­τα­ξία της πα­ρα­τή­ρη­σης και της κα­τα­γρα­φής, μα και την πί­στη στην κυ­ριο­λε­ξία, στην λι­τό­τη­τα, και στην σα­φή­νεια που απαι­τού­νται από τις θε­τι­κές επι­στή­μες. Πί­στη που η τέ­χνη μοι­ρά­ζε­ται, και πί­στη στη­ριγ­μέ­νη στην βε­βαιό­τη­τα πως αυ­τές οι ιδιό­τη­τες, όταν συν­δυα­στούν με διά­κρι­ση, οδη­γούν σε ένα φαι­νό­με­νο –υλι­κό και πνευ­μα­τι­κό ταυ­τό­χρο­να: το ποί­η­μα– που αντη­χεί με ποι­κί­λους τρό­πους και προς διά­φο­ρες κα­τευ­θύν­σεις, συ­γκι­νώ­ντας μας με έντα­ση και πο­λυ­πλο­κό­τη­τα ίσες ή και ανώ­τε­ρες από αυ­τές που επι­τυγ­χά­νει η με­τα­φο­ρά.

 

~

 

Αυτό είναι το κείμενο που έγραψα μετά την πρόσκληση της Παυλίνας Μάρβιν για την στήλη της στον "Χάρτη" (στο τ. Φεβ. 2023 του οποίου και δημοσιεύθηκε) "Έχω εκφράσεις διπλές". Εκεί, ποιητ/ρι/ες; που έχουν σπουδάσει ή/και ασχολούνται επαγγελματικά με κάτι άλλο από την λογοτεχνία, προσκαλούνταν να σχολιάσουν αυτόν τον 'διπλό εαυτό' τους.

Η φωτογραφία (του Θωμά Μαχαίρα) είναι από τον Νοέμβριο 2020, στον αρχαίο Δήμο Κοίλης, λίγο πιο πάνω απ' τα Πετράλωνα. 'Συνομιλώ' με μιαν ατρόμητη, φιλικότατη καρακάξα.

15.1.23

charles simic _ 3 ποιήματα


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τσαρλς Σίμικ 

(Βελιγράδι, 9 Μαΐου 1938 – Ντόβερ, Νιου Χάμπσαïρ, ΗΠΑ, 9 Ιανουαρίου 2023)


ΚΟΙΤΑΖΑ ΤΟΝ ΑΝΕΜΟ

Να ξεφυλλίζει μανιασμένα
Μία χοντρή εγκυκλοπαίδεια
Πεταμένη στα σκουπίδια,
Όλος βιασύνη νά βρει απάντηση.

 

Η ΟΦΘΑΛΜΑΠΑΤΗ

Σαν σκίτσο άντρα στην έρημο,
Που πεθαίνει απ’ την δίψα, στα γόνατα,
Μα βλέπει ξάφνου μπρος του
Λιμνούλα δροσερή και λίγους φοίνικες,

Κάποτε πλησιάζοντας Σικάγο με το τραίνο,
Είδα χιονισμένη μια βουνοκορφή
Που ήξερα πολύ καλά πως δεν υπήρχε,
Συνέχιζα όμως να κοιτώ, βλέποντας κιόλας

Χλωρό λειβάδι με πρόβατα να βόσκουν,
Όταν σύννεφα μαύρου καπνού
Στροβιλιστήκαν πάνω απ’ τα θεόρατα χαλυβουργεία
Και μού ’κρυψαν από τα μάτια τ’ όμορφο όραμα.

 

ΣΤ’ ΟΝΕΙΡΟ Ή ΣΤΟΝ ΞΥΠΝΙΟ;

Άντρας τρέχει ξοπίσω μου στον δρόμο:
Θέλει να μου πουλήσει ένα ρολόι χειρός.
Μοιάζει ιεροκήρυκας του παλιού καιρού,
Ωχρός σαν φάντασμα, μαυροντυμένος.

Το ρολόι του σιδηροδρομικού σταθμού
Ήταν σταματημένο: έντεκα παρά πέντε.
Το άλλο πάνω απ’ την είσοδο της τράπεζας
Ορκιζόταν πως κόντευε τρεις

Όταν αυτός με πλεύρισε με το ρολόι του
Για να περιεργαστώ και να θαυμάσω
Την απουσία δεικτών και αριθμών
Πριν μου κοπεί η ανάσα απ’ την τιμή.

 

μτφρ.: Παναγιώτης Ιωαννίδης

 

~

 

Εν είδει σύντομου αποχαιρετισμού, τρία ποιήματα από το τελευταίο βιβλίο του, Καμμιά Ξηρά εν Όψει (2022), όπως δημοσιεύθηκαν στο τ. Ιαν. 2023 του "The Books' Journal".

[φωτ.: Π.Ι., Κρακοβία, Μάιος 2008]

 

 

 

15.12.22

9 βιβλία για τις γιορτές 2022


 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΟΙΗΣΗ


~ Γκαζαλί Ντελή Μπιραντέρ, Η Μονιά των Λυγερών (μτφρ. από τα τουρκικά και τα οθωμανικά: Δημήτρης Χουλιαράκης), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 61

Αχ, φιντανάκι μου τερπνό, χαμάμ εσύ γλυκόθωρο / να ζήσεις, να γεράσεις, δεν ήταν τυχερό σου. Ο άξιος ποιητής και δεινός μεταφραστής Δ.Χ. επιλέγει και μεταφράζει αποσπάσματα από το έργο αυλικού ποιητή του 16ου αιώνα. Ο Γκαζαλί «ο Σαλός Αδερφός» χρημάτισε ιεροκήρυκας και δερβίσης, γραμματικός αλλά και συγγραφέας μιας διαβόητα πικάντικης πρόζας: του Ξορκιστή των Θλίψεων και Διώχτη κάθε Έγνοιας. Όμως η συναρπαστική αυτή ανθολογία και βιογραφική εξιστόρηση του Δ.Χ., ασχολείται πρωτίστως με τις ποιητικές και άλλες περιπέτειες του Γκαζαλί γύρω από το ξακουστό χαμάμ, την «Μονιά των Λυγερών», που έφτιαξε στην Ιστάνμπουλ. Δεν το χάρηκε για πολύ, ούτε κι οι θαμώνες του: αντίπαλοι το κατηγόρησαν (όχι αναίτια) ως άντρο ακολασίας, και το ξεπάστρεψαν. Αυτός ξενιτεύτηκε – σε προάστιο της Μέκκας, όπου συνέχισε τα ποιητικά και άλλα συμπόσια. 


~ Ανθή Λεούση, Η θάλασσα της Μάνικας, εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 51

Η θάλασσα – θωπείες και ραπίσματα – / γιορτάζει το παρόν και απόν το ναι και όχι. Άλλη μία τρανή απόδειξη πως τα πολλά συγγράμματα –και δη στην ποίηση– δεν είναι απαραίτητα για την εδραίωση μιας ιδιαίτερης, ουσιώδους συγγραφικής φωνής. Εντυπωσιακής στιβαρότητας, τούτο το τέταρτο ποιητικό βιβλίο της Α.Λ.. Είναι ακόμα στο αριστερό μου πλάι είναι ακόμα στο αριστερό μου αυτί – / σαν να την έμαθα στα σκότη, ξεκινά αυτή η σειρά ποιημάτων (ή ποίημα σε ενότητες). «Αυτή» είναι η θάλασσα (της, πλησίον της Χαλκίδας, κατοικημένης από τα προϊστορικά χρόνια, Μάνικας), μα σαν να συμφύρεται και με μιαν Αγαπημένη (ή περισσότερες), μια καλογριά, μια γυναικεία έκφανση του θείου – και ίσως και με άλλες θηλυκές οντότητες οι οποίες συντροφεύουν το ποιητικό υποκείμενο που τους απευθύνεται πότε θαυμαστικά και πότε παρακλητικά.

 

~ Βασίλης Μπουκουβάλας, Ομηρικές Εκλογές (φωτ.: Βασίλης Μπουκουβάλας, σχέδια: Κώστας Παπατριανταφυλλόπουλος, ψηφιδωτό πορτραίτο: Δημήτρης Φουντάς), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 189

Στα χέρια μας το φως, όχι στα θέλγητρα του πολέμου. Δεν είναι σπάνιο –και όχι μόνον στα ελληνικά γράμματα–, άνθρωποι που η δουλειά τους δεν σχετίζεται με την λογοτεχνία ή και που δεν διαθέτουν τα τυπικά προσόντα του «ειδικού» (αν υποθέσουμε πως υφίσταται όντως ασφαλής τυπικός τρόπος να τ’ αποκτήσεις), να κομίζουν πολύτιμα δώρα στην λογοτεχνία. Σ’ αυτους ανήκει και ο γιατρός (και εκδώσας δύο ποιητικές συλλογές) Β.Μ. (Πάτρα, 1951 – Αθήνα, 2019), χάρη σ’ ετούτο το μαστορικό και περίτεχνο πόνημά του. Μεταφράζει –εξηγώντας τις μεταφραστικές επιλογές του γλαφυρά και συναρπαστικά– και σχολιάζει ομηρικά χωρία που τον έθελξαν, ρίχνοντας πάνω –ή πλάι– τους το φως μιας επιτύμβιας στήλης· ενός χωρίου του Κατά Ματθαίον ή του Ρωμανού· του Πινδάρου, του Σοφοκλέους, ή του Σεφέρη. Γιατ’ είν΄η χάρη που τη χάρη αναγεννά.

 

~ Σεϋχί, Ενός γαϊδάρου ντέρτι (μτφρ. από τα τουρκικά: Δημήτρης Χουλιαράκης), εκδ. Το Ροδακιό, σελ. 37

Ήταν ένας γάιδαρος αχαμνός πολύ / και η μάνα του θρηνούσε κάτι αν σήκωνε βαρύ. Έτσι ξεκινά η, σε δίστιχα γραμμένη, σατιρική αλληγορία του γεννημένου το 1373 ποιητή από την Κιουτάχεια Γιουσούφ Σινάν ή Σεϋχί του Γκερμιγιάν ή Γιατρού Σινάν: Σούφη, λογοτέχνη, και γιατρού αρχόντων. Ανάμεσα στην αρχική επίκληση στον Μωάμεθ και το εγκώμιο στον Θρόνο του Πατισάχ που ακολουθεί, και στο αξιοθρήνητο τέλος της ιστορίας, διαβάζουμε την σπαρταριστή ιστορία ενός «γαϊδαράκου [που] συναντάει ένα κοπάδι γελάδια να βόσκουν αμέριμνα και, συνειδητοποιώντας την αδικία […], αποφασίζει να αμφισβητήσει την τάξη του κόσμου με μια πράξη κοινωνικής ανυπακοής!» – όπως σημειώνει ο ποιητής και απολαυστικός μεταφραστής Δ.Χ. Όσο τον ντουνιά κι αν βλέπεις πάντοτε μ’ αγνή καρδιά / τον σοφό τον κακοπαίρνει και στον άξεστο γελά.

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΔΟΚΙΜΙΟ – ΜΑΡΤΥΡΙΑ

 

~ Χρήστος Δανιήλ, «Όλα δεν τα ’χω πει…» – Η «Αντίστροφη αφιέρωση» της Μάτσης Χατζηλαζάρου,  εκδ. Άγρα, σελ. 151

Εσέ ασύλληπτο θυμάμαι και τον ύπνο μου χάνω. Το ‘δόλωμα’ που μας ρίχνει αρχή-αρχή, ο ερευνητής φιλόλογος Χ.Δ., συγγραφέας αυτού του ‘φιλολογικού-αστυνομικού’ βιβλίου, είναι πανίσχυρο και ακαταμάχητο: το τρίγωνο Μαργκερίτ Γιουρσενάρ – Ανδρέας Εμπειρίκος – Μάτση Χατζηλαζάρου. Οι δύο ‘αντίζηλες’ διατήρησαν την επικοινωνία τους, κι ίσως μια όψιμη συζήτησή τους να πυροδότησε ένα από τα καλύτερα ποιήματα της Ελληνίδας (που είχε κάποτε πει: «Δεν ψάχνεις τις ωραίες λέξεις ή τα ωραία συναισθήματα – αυτά έρχονται και φεύγουν. Ψάχνεις τις σωστές λέξεις. Κι αυτό είναι ποίηση.»): την «Αντίστροφη αφιέρωση». Ο Χ.Δ. διαβάζει το ποίημα βήμα-βήμα, όπως ιχνηλατεί και συλλέγει τεκμήρια ένας δεινός ντετέκτιβ, φωτίζοντας, εξηγώντας, αναδεικνύοντας τόσο τις ποιητικές αρετές του όσο και την συναρπαστική υπόθεση για την γένεσή του. Φτάνουν τα σπόιλερ: τα υπόλοιπα, στο βιβλίο. 


~ Δημήτης Τζιόβας, H Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης (μτφρ.: Ζωή Μπέλλα-Αρμάου, Γιάννης Στάμος), εκδ. Gutenberg, σελ. 476

Η επιμονή μας να χαρακτηρίζουμε μια ολόκληρη εποχή αναφερόμενοι σε ένα γεγονός που συνέβη στην αρχή της μαρτυρά κάποια αμηχανία. Αυτήν την αμηχανία επιχειρεί να λύσει τούτη η  εκτεταμένη τοιχογραφία της νεοελληνικής κουλτούρας καθώς προσπαθεί να σβήσει τα σημάδια της Χούντας και μέχρι να μαστιγωθεί εκ νέου απ’ την Κρίση – κάποιες όψεις της: αρχαιότητα και παρόν, ΜΜΕ, θρησκεία, σεξουαλικότητα, μετανάστες, λογοτεχνία και κινηματογράφος. Αν είναι πάντα ενδιαφέρον να διαβάζουμε πώς ‘μας’ βλέπουν οι ‘ξένοι’, είναι διπλά (και πιο σύνθετα) ενδιαφέρον να διαβάζουμε πώς μας παρουσιάζει στους ξένους ένας ‘δικός μας’ που ζει εις την ξένην. Και δη ένας επί δεκαετίες Καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Ηνωμένο Βασίλειο, συγγραφέας πλήθους μελετών για τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό, και αναγνωρισμένος γι’ αυτό, τόσο ‘εκεί’, όσο κι ‘εδώ’. 


~ Βασιλική Χατζηγεωργίου και Ματθίλδη Πυρλή (εισ.-σχόλ.-σύνθ. ύλης), Μια Ελληνίς της Ιστορίας – Πορτραίτα γυναικών που έζησαν στην Επανάσταση του 1821 (πρόλ.: Mark Mazower), εκδ. Άγρα, σελ. 117

Διαμεσολαβημένη μαρτυρία και φωτογραφικό δοκίμιο, αυτή η συναγωγή φωτογραφιών που απεικονίζουν Ελληνίδες (και μη Ελληνίδες που ωστόσο συνδέθηκαν με τον τόπο), επιφανείς (οι σύζυγοι του Μάρκου Μπότσαρη και του Σπυρίδωνος Τρικούπη, π.χ.) και λιγότερο γνωστές σε μας (αίφνης, η κόρη του Παπαρρηγόπουλου), που έζησαν κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, και άρα βίωσαν την, ή και συνεισέφεραν στην Επανάσταση του 1821. Όλες, βεβαίως, από επαρκώς ευκατάστατες οικογένειες ώστε να έχουν απαθανατισθεί από την νέα, γεννημένη το 1839 τέχνη – όμως άλλες με παραδοσιακά, κι άλλες με ‘δυτικά’ φορέματα, λιγότερο ή περισσότερο επίσημα. Τα πορτραίτα συνοδεύονται από βιογραφικές πληροφορίες, και, ενίοτε, μαρτυρίες για τις εικονιζόμενες. Η συναρπαστική εισαγωγή των επιμελητριών φωτίζει αυτή την πρώτη εποχή της Φωτογραφίας, και τις συνθήκες λήψης των πορτραίτων. 




 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

 

~ Φραντς Κάφκα, Ένας καλλιτέχνης της πείνας – και άλλες δύο αποδιδαχές (μτφρ.: Θοδωρής Τσομίδης, επίμ.: Θανάσης Τριαρίδης), εκδ. Gutenberg, σελ. 166

«Δεν υπάρχει λόγος να μάθει την ποινή του. Θα τη νιώσει στο πετσί του.» Παρά το, και λόγω του ανελέητου, ζοφερού χιούμορ του, τα πλήγματα που μας καταφέρει ο Κάφκα δεν είναι και για χόρταση: ενδείκνυνται οι μικρές δόσεις. Η μελωδία που αρέσει περισσότερο στα αφτιά μας είναι η απόλυτη ησυχία. Η ζωή μας έχει πολλά βάσανα. Τα διηγήματά του, συνεπώς, θα μπορούσαν να συνιστούν μια βέλτιστη δοσολογία. Ειδικά όταν πρόκειται για δύο από τα τελευταία του (έκδοση του 1924: το ομώνυμο του τίτλου –το οποίο ο συγγραφέας του διόρθωνε την παραμονή του θανάτου του– και το «Ζοζεφίνα η Τραγουδίστρια ή ο Λαός των Ποντικών»), συν την «Σωφρονιστική Αποικία» (1919). «Ακόμα να φας εσύ;» ρώτησε ο φύλακας. «Πότε θα τα παρατήσεις επιτέλους;» «Συγχωρήστε με όλοι», ψιθύρισε ο καλλιτέχνης της πείνας. 

 

~ Fernando Pessoa, H παιδεία του στωικού (μτφρ.: Νίκος Πρατσίνης, επιμ.-σημ.: Μαρία Παπαδήμα), εκδ. Gutenberg, σελ. 83

Έχω κατακτήσει, πιστεύω, τη χρήση της λογικής στην πληρότητά της. Και για τον λόγο αυτό θα σκοτωθώ. Διακινδυνεύοντας ένα εύκολο λογοπαίγνιο, δεν είναι δύσκολο να κολλήσεις στον Πεσσόα την ετικέττα «πεσσιμιστής». Ετικέττα που έχει κολλήσει –και δύσκολα, φευ, βγαίνει– και στους Στωικούς, που δεν ήσαν ακριβώς αυτό, ούτε βέβαια τίποτις παραιτημένοι και πεισιθάνατοι – τουλάχιστον οι επιφανέστεροι εξ αυτών, άνθρωποι των κοινών και της δράσης. Τι πιο ταιριαστό, λοιπόν, ένας από τους άφθονους ετερώνυμους του Πεσσόα, ο Βαρόνος ντε Τέιβε, να δηλώνει στωικός, και να καταλείπει, πριν την αυτοκτονία του, ένα σύντομο σχετικό εγχειρίδιο – ακριβέστερα: λογοτεχνικό έργο με την μορφή σημειώσεων της πιο ερεβώδους απαισιοδοξίας. Δεν μετανιώνω που έκαψα τα προσχέδια όλων μου των έργων. Δεν έχω να κληροδοτήσω στον κόσμο τίποτε άλλο πέραν αυτού εδώ.