ΠΟΙΗΣΗ
~ Τέλλος Άγρας, Τα ποιήματα – τ. Β’ (εισ.,
επιμ.: Κώστας Στεργιόπουλος), εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, 2017,
σελ. 441.
Ποτάμι, αντίκρυ, χύνεται το
παραθύρι∙ / αερολογούν τα φύλλα κι ησυχία δεν έχει / (που ακολουθά το φύσημα
και δεν αντέχει) / το σχήμα το πολύτεχνο κι οι άπιαστοι γύροι.
Με αυτόν τον τόμο (ο πρώτος, πάλι από το ΜΙΕΤ, βγήκε το 2014), ολοκληρώνεται η
σύγχρονη εκδοτική παρουσία τού –μάλλον πιο ενδιαφέροντος απ’ όσο τείνουμε να θεωρούμε
σήμερα– ποιητή και, βεβαίως, εξέχοντος κριτικού (τα πολύτιμα κριτικά δοκίμιά
του, σε τέσσερις τόμους, ευτυχώς επίσης κυκλοφορούν, χάρη στον ίδιον επιμελητή,
από τις εκδ. Ερμής). Πρόκειται για υποδειγματικά όμορφη και φροντισμένη
επανέκδοση (με επίμετρο, σημειώσεις, και ευρετήρια) αυτής του 1966, όπου
συνελέγησαν από τον Κ.Σ. όλα τα ποιήματα που ο Τ.Α. (1899-1944: πέθανε από
επιπλοκές του τραυματισμού του από αδέσποτη σφαίρα την τελευταία μέρα της
γερμανικής Κατοχής) έγραψε μετά το 1930 και δεν πρόλαβε να εκδώσει ο ίδιος,
καθώς και σχεδιάσματα, αποσπάσματα, και σκόρπιοι στίχοι. Ακόμα ένα τριαντάφυλλο / στο πάρκο μέσα της νυχτός, / το ανεύθυνο το
ριγηλό... / Ακόμα κι ένας θάνατος.
~
Ειρήνη Γκόλτσιου, Υπέρηχοι, εκδ.
Εντευκτηρίου, 2017, σελ. 48.
Λυμένα κορδόνια / αντίστροφη
ανάγνωση των παραμυθιών [] / ελπιδοφόρα άσματα σε σφαλιστά ακόμα χείλη. Το να συναντά κανείς
καλά ποιητικά βιβλία είναι σπάνια χαρά. Όταν δε πρόκειται συγχρόνως για την
πρώτη εμφάνιση μιας νέας αλλά ήδη διακριτής ποιητικής φωνής, η χαρά αυξάνεται. Όταν άρχισαν οι εξορκισμοί / είχα γυρίσει το
κεφάλι μου / στο απώτερο μέλλον. Ασυνήθιστο εύρος θεμάτων∙ ‘υπερρεαλιστικές’
λεπτομέρειες ενταγμένες σε ‘ρεαλιστική’ σκηνοθεσία∙ αναπάντεχα, πρωτότυπα αλλά
νηφάλια λεκτικά παίγνια∙ αργό ξεδίπλωμα και προσεκτική επεξεργασία μίας καίριας σύλληψης ανά ποίημα. Εν τέλει χάνεσαι προς τα εκεί / όπου τα
δέντρα παράδοξα πυκνώνουν / και τα πουλιά για λόγους αδιευκρίνιστους /
ακανόνιστα πληθαίνουν. Και μια –τόσο μα τόσο– ευπρόσδεκτη αποφυγή των
εύκολων συμβόλων, των ποιητικών στεναγμών και κραυγών, των αιματοβαμμένων
εικόνων. Όλα τούτα αποδίδουν τα μέγιστα. Πέπλα
που φεύγουν∙ / μάλλον αέρας που φανερώνει./ [] και κάτω από την κλαίουσα ιτιά / να συναντήσεις το κενό / που ράθυμα
καπνίζοντας / σε περιμένει.
~
Στέργιος Μήτας, Θοδωρής Ρακόπουλος, Αντώνης Ψάλτης, Ξέρετε το τέλος, εκδ. Αντίποδες, 2017, σελ. 41.
Συρρέουν τα πλήθη, χιλιάδες
φλογισμένες οθόνες, ένας νυκτερινός λαός με δάδες. Όλοι σπεύδουνε να κάνουν upload – κι όλοι μονάχα τέλος καταρρέουν.
[] Ίσως η Ελπίδα να μείνει στον φάκελο: συμπιεσμένη και άδεια
[Σ.Μ.]. Προϋπήρξε η τριφωνία Μπρετόν, Σαρ και Ελυάρ σε κοινό ποιητικό βιβλίο (Επιβραδύνατε έργα, 1930), αλλά και, στα
καθ’ ημάς, η αντίστοιχη Καψάλη, Κοροπούλη, Λάγιου (Τριώδιο, εκδ. Άγρα, 1991), που οδήγησε σε τετραφωνία με την
προσθήκη του Γκανά (Ανθοδέσμη, « ,
1993). Οι νεότεροι –μα εγνωσμένου κύρους– ποιητές ετούτου του βιβλίου,
αποφάσισαν να ‘παίξουν’ και με τις παραδοσιακές μορφές, όπως οι προηγηθέντες Έλληνες,
αλλά και με πεζόμορφα ποιήματα, και με τον ελεύθερο στίχο των Γάλλων. ‘Περνώντας’
φράσεις-κλειδιά ο ένας στον άλλον και από ποίημα σε ποίημα, συγκροτούν τρεις
ενότητες: ποίηση και έρωτας∙ νύχτα και θάνατος∙ η Ιστορία ως Όπερα (και άλλες ‘φαντασίες’).
Συγκινεί η γραμμή του ορίζοντα μες / στα
μαλλιά. [] / Γι’ αυτό επιζεί μαζί σου
η νύχτα το πρωί. (Θ.Ρ.)
~
Άλις Όσβαλντ, Μνημείο πεσόντων
(μτφρ.: Μυρσίνη Γκανά), εκδ. Μελάνι, 2018, σελ. 104
Μια μέρα την κοίταξε ήρεμα / Και
είπε ξέρω τι θα συμβεί / Και μια εικόνα τον κοίταξε κατάματα εκείνος νεκρός /
Κι εκείνη στο Άργος να υφαίνει για κάποια ξένη / Ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα κι επέστρεψε
στη δουλειά του / Ο Έκτορας αγαπούσε την Ανδρομάχη.
Ιδιοφυές ποίημα, αριστοτεχνικά μεταφρασμένο, όπου η σημαντική Βρετανίδα
ποιήτρια (γ. 1966) συνάγει το ονόματα των πεσόντων –Ελλήνων και Τρώων– στην Ιλιάδα και πλέκει τα επεισόδια των
θανάτων τους, σπέρνοντας ανάμεσά τους ομηρικές παρομοιώσεις τις οποίες αποδίδει
ελεύθερα. Ο τόνος της λιτανείας –ή μιας ιδιότυπης επιμνημόσυνης δέησης, θα
μπορούσαμε σήμερα να πούμε– εγκαθίσταται εξαρχής: το ποίημα ανοίγει με τον
κεφαλαιογράμματο κατάλογο των πεσόντων, έναν ανά στίχο. Και κλείνει με δώδεκα
παρομοιώσεις πάλι, που τώρα όμως στέκουν μονάχες, μία ανά σελίδα. Όπως χιόνι που πέφτει όπως χιόνι / Όταν οι
ζωηροί άνεμοι τινάζουν τα σύννεφα κομμάτια / Σαν φτερουγίσματα σιωπής που
κατεβαίνουν βιαστικά / Να σταματήσουνε τη γη που ετοιμάζει τα φυλλώματα.
~
Νίκη-Ρεβέκκα Παπαγεωργίου, Του λιναριού
τα πάθη – Ο μέγας μυρμηκοφάγος, εκδ. Άγρα, 2017 (επανακυκλ.), σελ. 120.
Έρχεται η άνοιξη σαν αυτοκίνητο που
πάει τη νύφη [].
Μυρίζει η άνοιξη σα μαγικό που μαγειρεύουν οι δίπλα, θα το φάνε μόνοι τους
χωρίς εμένα. Χαράς ευαγγέλια για τους ολοένα αυξανόμενους θαυμαστές τής
Ν.-Ρ.Π. (1948-2000), που άστραψε και βρόντηξε τόσο μουσικά, τρυφερά και
σκοτεινά, η επανακυκλοφορία των πεζών ποιημάτων της: τα αντίτυπα της πρώτης
έκδοσης, από στόμα σε στόμα και δώρο με το δώρο, είχαν αρχίσει να γίνονται
ανησυχητικά δυσεύρετα. Μ’ αγγίζει ο
χρόνος κι ανατριχιάζω, μες στα γεμάτα λεωφορεία με σκουντάνε τα χρόνια. Αναμνήσεις,
παιδικά παιχνίδια, ενήλικη θλίψη, αδυσώπητο χιούμορ. Σ’ αυτό που ρωτούν δακρυσμένες οι φράουλες, θ’ απαντήσουν μια μέρα τα
ρόδια με γέλια. Ένα από τα πιο καλά κρυμμένα ποιητικά μυστικά της δεκαετίας
του 1980, έχει πλέον, ευτυχώς (για μας), την αιώνια υπομονή να μας περιμένει να
την ανακαλύπτουμε και να την απολαμβάνουμε πάλι και πάλι. Σε θυμάμαι σαν πόλη, σα να υπήρξε μια χώρα με πρωτεύουσα εσένα.
~ Γεωργία Τριανταφυλλίδου, Δανεικά αγύριστα, εκδ. Κίχλη, 2017, σελ. 52
Οι αναπάντεχοι έρχονται ώς εμάς /
χιονίζοντας. Έτσι ανοίγει το τρίτο βιβλίο της Γ.Τ.
(γ. 1968), που απαρτίζεται από τριανταεννέα ποιήματα. Ξυπνάει ένα πρωί / χωρίς να ξέρει ποια μεγάλη κουβέντα / θα πέσει πάνω
στο κεφάλι της. Το απρόβλεπτο, το διστακτικό, το πλάγιο, είναι
χαρακτηριστικά θέματα των ποιημάτων. Οι
άνθρωποί μας φεύγουν το πρωί. / Με στόχο μια σοφία ή κάτι προτιμότερο. Αλλά
είναι συγχρόνως και ο χαρακτηριστικός τρόπος της ποιήτριας, που ‘επιτίθεται’
στην ύλη της με νυγμούς και θωπείες. Τα
πρόσωπα τυλίγει μια πράσινη ομίχλη. / Εκεί μέσα πλέουν ανθισμένα.
Καθημερινές σκηνές, διαπροσωπικές σχέσεις –πολύτιμες όσο και αμφίβολες–, τα
σπίτια και οι δρόμοι: όλα εγκυμονούν την κρίση, που συχνά εκδηλώνεται. Ο χωρισμός φαίνεται πάνω στο έδαφος / []
Σε καταλαβαίνω ώς την κατάρρεσυη. / []
Διατάζεις την εκκένωση των ωρών /
Προκύπτει ένας άρρωστος χώρος.
~ Δημήτρης Χιλλ, Κιθαιρώνας,
εκδ. Άγρα, 2017, σελ. 75
Η
νύχτα ήταν τρομαγμένη / τα πεζοδρόμια χαρακωμένα / σε κάθε γωνία παραμόνευε το
άγνωστο / σε κάθε βήμα μία λέξη / αυτή η άγνωστη λέξη.
Αυτό είναι το ποίημα-‘πρόλογος’ με το οποίο ξεκινά μια σειρά 61 αριθμημένων
ποιημάτων – ή μήπως πρόκειται για ένα
σπονδυλωτό ποίημα σε 61 μέρη; Η νύχτα
τεντώνει τα φύλλα / και η ζωή ξεδιπλώνει τη μέριμνα. Ποίηση θα ’λεγες
σχεδόν ‘άμουση’, εμφανούς ‘απλότητας’ (που κάποτε σε βάζει στον πειρασμό να την
πεις «απλοϊκότητα») – όμως το αποτέλεσμα
ασκεί στέρεα γοητεία και πειθώ. Φεύγουν
οι άνθρωποι και έρχονται / όλο και πιο λίγα τα δάκρυα. Πού έγκειται η
δύναμή της; Μάλλον ακριβώς σε αυτή την αστόλιστη μορφή και την κατά μέτωπο
πραγμάτευση. Λουλούδια ανοίγουν μπροστά
σου / κόψε ένα / για σένα είναι τα χιόνια. Η φύση κυριαρχεί, με τοπία, τις
εποχές, και τον θάνατο∙ το ερωτικό πρόσωπο, όταν σπανίως εμφανίζεται, είναι
κυρίως επειδή έχει φύγει. Ξεσπάς σε
θρίαμβο μεταξένιο / γελάς σα να έχει πέσει χαλάζι / σκορπάς τις σκέψεις παντού.
ΔΟΚΙΜΙΑ
~ Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, Ο μοντερνιστής κριτικός Νικόλας Κάλας – Μια ποιητική εικόνων, ρημάτων,
πραγμάτων, εκδ. Αρμός, 2018, σελ. 240.
Έχοντάς
μας χαρίσει, το 1998 (εκδ. Άγρα∙ Κρατικό βραβείο δοκιμίου), το απαραίτητο και
συναρπαστικό Ά-νοστον ήμαρ – Οδοιπορικό
της σκέψης του Νικόλα Κάλας, η Α.Δ. επανέρχεται στον σπουδαίο κριτικό,
αισθητικό, δοκιμιογράφο και ποιητή Ν.Κ. (1907-1988), επικεντρωνόμενη στο
κριτικό του έργο (το οποίο αυτός εκπόνησε κυρίως εκτός Ελλάδος). Υπερρεαλισμός,
μοντερνισμός, σύγχρονη φιλοσοφία και αισθητική, η ‘πειραματική’ τέχνη, ο ρόλος
της τέχνης: κάποια θέματα με τα οποία ασχολήθηκε με εμβρίθεια και πρωτότυπη
σκέψη ο Κ.. Στους καρπούς αυτής της δια βίου ενασχόλησής του, που αποδεικνύεται
γονιμοποιός μέχρι σήμερα, μάς ξεναγεί η Δ.. Όπως αναφέρει στην κατακλείδα του
βιβλίου: Προσεγγίζοντας την τέχνη και την
Ιστορία της διαλεκτικά και διαφορικά, [ο Κ.] εναντιώθηκε στον θετικισμό, τον
ιδεαλισμό, τον αφηρημένο συμβολισμό, με αποτέλεσμα να εξοστρακισθεί από τους
κύκλους της κατεστημένης λογιοσύνης.
Και ωστόσο διευκρίνισε ότι ο όρος
πρωτοπορία, με όλες τις πολιτικές, κοινωνικές και επιστημονικές συνδηλώσεις
του, παραμένει γοητευτικά παραπλανητικός, όταν υπονοεί μιαν εμπροσθοφυλακή ιδεών
και τάσεων – αντιθέτως ανέλαβε την
ευθύνη να οδηγήσει την ποίηση/ζωγραφική σε υπαρκτικά πεδία ιστορικού βάθους:
όπου γεννιούνται, συγκρούονται και γεφυρώνονται αντίθετα μεταξύ τους στοιχεία. .
~ Μάρη Θεοδοσοπούλου, Σχόλια στον Καβάφη (εισ., επιμ.: Δημήτρης Δασκαλόπουλος), εκδ. Πόλις,
2018, σελ. 308.
Αν
και (ή χάρη στο γεγονός ότι) σπούδασε Χημικός Μηχανικός και εργάστηκε, μετά το
διδακτορικό της στις ΗΠΑ, ερευνητικά στην επιστήμη της, η Μ.Θ. (1950-2016)
υπηρέτησε με τρόπο σπάνιο και υποδειγματικό, από την δεκαετία του 1980, την
λογοτεχνική κριτική στην «Εποχή» και αλλού. Ανήκε στην σπάνια ομοταξία κριτικών
που γράφουν μεστά και βαθυστόχαστα αλλά κατανοητά, εκθέτουν δε τα επιχειρήματά
τους ώστε να επιτρέπουν, και να προσκαλούν ακόμη, την διαφωνία. Η ανεξαίρετα
εξονυχιστική εξέταση του αντικειμένου της, η απροκατάληπτη προσωπική ματιά, και
το γοητευτικό ύφος λάμπουν και σε αυτό, το μόλις τρίτο βιβλίο όπου συλλέγονται 18
κριτικά δοκίμιά της, και το οποίο αφορά τον Καβάφη (τα προηγούμενα δύο:
νεότερους πεζογράφους (εκδ. Νεφέλη, 1999) και τον Παπαδιαμάντη ( « , 2001)).
Μεταξύ των άλλων, αναψηλαφεί την στάση προς τον Καβάφη τόσο του Ξενόπουλου, όσο
και του Παλαμά: Τελικά, η αντιπαράθεση
Παλαμά – Καβάφη μοιάζει περισσότερο με παρτίδα σκακιού παρά με πετροπόλεμο.
Βρίσκονται αντιμέτωποι δύο γκραν μετρ, ο παρορμητικός Μεσολογγίτης εναντίον του
συγκρατημένου, αγγλιστί cool,
Αλεξανδρινού. Μακάρι να ακολουθήσουν σύντομα και άλλες
συλλογές κριτικών της.
~ Παντελής Μπουκάλας, Το αίμα της αγάπης – ο πόθος και ο φόνος στη δημοτική ποίηση, εκδ.
Άγρα, 2017, σελ. 821.
Δεύτερος
τόμος του έργου ζωής του κριτικού, μεταφραστή και ποιητή Π.Μ., μετά τον πρώτο
(εκδ. Άγρα, 2016), Όταν το ρήμα γίνεται όνομα – Η
"Αγαπώ" και το σφρίγος της ποιητικής γλώσσας των δημοτικών. Το
κείμενο, απολαυστικό και συναρπαστικό, εκτείνεται σε 495 σελίδες. Συμπληρώνεται
από σημειώσεις (διόλου δευτερεύουσας σημασίας) 207 σελίδων, και ακολουθούν
ευρετήρια 60 σελίδων. Δεν είναι μόνον το εύρος και το βάθος της σκέψης και η πρωτοφανής
πρόταση περιήγησης του Μ. που καθιστούν το βιβλίο πολύτιμο αλλά και σκέτη
αναγνωστική χαρά∙ σημαντική είναι επίσης η αξία της ανθολόγησης και παράθεσης τραγουδιών
και παραλλαγών από πολυάριθμες (θα συγχωρούνταν ίσως η υπερβολή «αναρίθμητες»)
και δυσεύρετες πηγές. Δεινός γνώστης άπασας της ελληνικής γραμματείας, απ’ τον
Όμηρο έως σήμερα, ο Μ. κορφολογάει απ’ αυτήν ό,τι τού είναι χρήσιμο, για να
φωτίσει το αιματοβαμμένο τοπίο του έρωτα στα δημοτικά τραγούδια. Στο δημοτικό τραγούδι, που παραμένει αρκετά
κοντά στον πολιτισμό του ωμού ή του σωματικού, [το αίμα] είναι το άλλο όνομα
του έρωτα, το αυθεντικό του, εφόσον αυτός προτείνεται και δοξάζεται σαν μια
θυσιαστική υπερβολή που επιστρέφει στη φύση τη φυσικότητά της.
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟ ΑΦΗΓΗΜΑ
~ Παναγιώτης Πανταζής και Γιάννης Ράγκος, Στα μυστικά του βάλτου – της Πηνελόπης Δέλτα,
εκδ. Polaris,
2018, σελ. 120.
«Εικονογραφημένο
αφήγημα» ονομάζει το βιβλίο ο κολοφών του: οι έμπειροι στο πεδίο των κόμιξ, της
πεζογραφίας, και του graphic
novel,
Π.Π. (γ. 1982) και Γ.Ρ. (γ. 1966), διασκευάζουν ευφυώς το κλασσικό μυθιστόρημα
της Δέλτα, εγκιβωτίζοντάς το σε μιαν αφήγηση αυτόπτη μάρτυρα προς την ίδια. Το
‘σκληρό’ αλλά ‘κινηματογραφικής’ ευελιξίας σχέδιο και τα ‘σκοτεινά’ χρώματα
–που επιτρέπουν καλύτερα στο κόκκινο του αίματος και της φωτιάς να αναδειχθεί– αφενός,
και η ‘απόσταξη’ του κειμένου σε καίριες φράσεις διαλόγων και λιγοστά
αφηγηματικά ‘περάσματα’ αφετέρου, ταιριάζουν γάντι στην ‘αυστηρότητα’ της γνωστής
ιστορίας, και μοιάζουν να τονίζουν τις αρχές στις οποίες αυτή δίνει σάρκα:
φιλία, πίστη, αλληλεγγύη. Όπως και το πρωτότυπο, έτσι και η εκδοχή αυτή διαβάζεται
απνευστί – και από τους ενήλικες,
εννοείται. Πολύ χρήσιμα, τόσο ο χάρτης των τοποθεσιών και η πινακοθήκη των
προσώπων που προτάσσονται, όσο και το επίμετρο του Αθανάσιου Τζ. Φερμιν.
ΑΝΕΚΔΟΤΑ
~ Η πίπα του
Στάλιν και άλλα (αντι)σοβιετικά ανέκδοτα (εισαγ., ανθολ., απόδ.: Γιώργος
Τσακνιάς), εκδ. Κίχλη, 2017, σελ. 216.
Τρεις κρατούμενοι συζητούν στη
φυλακή: – Εσένα γιατί σε πιάσανε; – Έγραψα εναντίον του Καρλ Ράντεκ. Εσένα; –
Εγώ έγραψα υπέρ του Κ.Ρ. Ο τρίτος [] – Εγώ είμαι ο Κ.Ρ.. Κάποια
απ’ αυτά, κυκλοφορούσαν και στην Ελλάδα, τις δεκαετίες του 1970 και του 1980,
σε πολυγραφημένα αντίτυπα. Αλλά ο Γ.Τ. τα έχει συλλέξει από πολλές πηγές και
χώρες του ‘Ανατολικού Μπλοκ’, τα έχει αποδώσει ευφρόσυνα, κι έχει συντάξει μια
εμπεριστατωμένη, κατατοπιστική και απολαυστική επίσης εισαγωγή. Αυτά τα
ανέκδοτα ήταν ένας τρόπος να αντιμετωπίσει ο κόσμος τα καθημερινά του βάσανα
(και τα σοβαρότερα προβλήματα, και την βαθύτερη δυσφορία του), τόσο στην ΕΣΣΔ
όσο και στις άλλες χώρες του ‘υπαρκτού σοσιαλισμού’. Και ας έχει παρέλθει η
ιστορική περίοδος που τα γέννησε, όπως όλα τα καλά ανέκδοτα, διατηρούν κι αυτά
την δραστικότητά τους. Βαρσοβία. Ένα αγοράκι βλέπει στην τηλεόραση
Μπόλεκ και Λόλεκ. [] – Μπαμπά, οι
Ρώσοι πήγανε στο διάστημα! – Όλοι; – Όχι. – Ε, τότε τι με ενοχλείς;
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
~ Μαρία Τοπάλη, Ανοιχτή
επιστολή προς τον Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Edition Romiosini, 2018, σελ. 44
(δίγλωσση έκδοση).
Ήσουν ένας άντρας γεμάτος από
γυναίκες. [] Αυτήν που, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τον ρομαντισμό, την
έθεταν στο κέντρο της σκηνής τρικυμισμένη, ματωμένη, καταδικασμένη, την
ερωτευμένη γυναίκα που δίνεται στο πάθος της, την έβαλες με θαυμασμό, απορία
και φιλέρευνο θάρρος ως υπόδειγμα καθολικής ολοκλήρωσης, απέναντί σου: τη
μελέτησες και την αναβίβασες σε ποιητικό πρότυπο στις Ελεγείες, όχι πια ως ρομαντικό σφάγιο αλλά ως
δυναμικό πρότυπο. Η Μ.Τ., δεινή μεταφράστρια του Ρίλκε, απευθύνει –στην
οικεία σειρά των βερολινέζικων εκδόσεων ελληνικής λογοτεχνίας– μιαν ανοιχτή
επιστολή σ’ αυτόν του οποίου η ποίηση
ενώνει ταχύτατα το μάτι με το αυτί, πριν προλάβει να παρεμβληθεί η σκέψη. Γράφει
με θαυμασμό, καταθέτοντας την οφειλή της (και την οφειλή όλων μας) σε αυτόν που
ήταν ενδεχομένως, ένας πρώιμος ποπ σταρ,
που αντιλαμβάνεται την ιδιότητά του και ως λειτούργημα, και που, τόσο με
την ποίησή του όσο και με τις επιστολές του προς πλήθος παραλήπτες –από
κηπουρούς μέχρι πριγκήπισσες – έδειξε ότι εδώ
είναι ο παράδεισος και όχι αλλού.
ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
~ Ζιλλ Ορτλίμπ, Τι
μένει από την ομορφιά (μτφρ.: Ελεάννα Βλάχου), εκδ. Το Ροδακιό, 2018, σελ.
46 (δίγλωσση έκδοση).
Μοναδική συνάντηση εκείνο το
απόγευμα, ένα αδέσποτο και μάλλον μεγαλόψυχο σκυλί που δέχτηκε να του χαϊδέψω
το μουσούδι και το κούτελο πριν ξαναφύγει για να καταγίνει με τις δικές του
ασχολίες. Δύο αφηγήματα, αληθινά κομψοτεχνήματα, με
‘ζεμπαλντική’ χρήση φωτογραφιών του ίδιου του –γνώστη και λάτρη της Ελλάδας,
και μεταφραστή ελληνικής λογοτεχνίας– Γάλλου συγγραφέα τους (γ. 1953). Το πρώτο
αφορά την Αρτέμιδα (πρώην Λούτσα) της Αττικής και την Βραυρώνα: ξεκινά ως
εξερεύνηση για το τι απέγινε η επιχείρηση “La Beauté” (Η Ομορφιά) που αναγράφεται σε
μια φθαρμένη πινακίδα, και κλείνει ως εξής: Εντόπισα
επιτέλους τη θέση του πάνω στην κεντρική οδό. Είχε αντικατασταθεί από ένα
μαγαζί εξειδικευμένο στην πώληση κατεψυγμένων προϊόντων: Ψάρια, Γαρίδες,
Λαχανικά, Παγάκια. Το δεύτερο πλέκεται γύρω από την Επισκοπή,
μισοερειπωμένο κτίριο ρωμαϊκής, αρχικά, προέλευσης και ποικίλων, έκτοτε,
προσθηκών, στην Σίκινο. Από τότε που
χάθηκαν σχεδόν όλα τα γαϊδούρια, θα ’λεγε κανείς πως βουβάθηκαν οι Κυκλάδες.
Τα λιγοστά λαθάκια, παραλείψεις και (αχρείαστες) ελευθερίες, ουδόλως αμαυρώνουν
την μετάφραση που αναπλάθει θαυμαστά την χάρη του πρωτοτύπου (το οποίο επίσης περιλαμβάνεται
στην έκδοση).
ΠΑΙΔΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ
~ Κατερίνα Σχινά, Ιστορίες για ατρόμητα
κόριτσια – 40 μοναδικές Ελληνίδες (εικον. από 16 εικονογράφους), εκδ.
Παπαδόπουλος, 2017, σελ.92.
Η
Υπατία είναι σκυμμένη πάνω από μια περίπλοκη συσκευή, στρογγυλή, φτιαγμένη από
χαλκό, με πολλούς δίσκους τον ένα πάνω στον άλλο. Είναι μια συσκευή μυστηριώδης
και όμορφη, ένας αστρολάβος []. Καθώς σκέφτεται, το βλέμμα της περιπλανιέται έξω από το παράθυρο,
στις στέγες της αγαπημένης της πόλης, της Αλεξάνδρειας. Από την βασίλισσα
Πηνελόπη του μύθου μέχρι τις γεννημένες τον 20ο αιώνα Κατίνα
Παξινού, Μαρία Πολυδούρη, Δόρα Στράτου, Μέλπω Αξιώτη, Ελένη Βλάχου, Τζίνα
Μπαχάουερ, Μαρία Κάλλας, Ζωρζ Σαρή, Νίκη Γουλανδρή, και άλλες, η συγγραφέας,
μεταφράστρια και κριτικός Κ.Σ. διαλέγει 40 υποδειγματικές Ελληνίδες από κάθε
πεδίο της ζωής, και τις παρουσιάζει –βίο και έργο– κατά τρόπο ευσύνοπτο και με
το αγαπητό, χαρακτηριστικό γλαφυρό της ύφος. Κάθε δισέλιδο αποτελείται από το
κείμενο, αριστερά, και μια υπέροχη εικονογράφηση, δεξιά. Δεκαέξι από τις/τους
καλύτερες/ους εικονογράφους της Ελλάδας σήμερα έχουν παραγάγει πρωτότυπες,
ευφάνταστες και εντυπωσιακές προσωπογραφίες των εν λόγω γυναικών. Χρήσιμο και
απολαυστικό και για αγόρια – κάθε
ηλικίας δε!