2.4.16

εγκαρδίωση




























Ο Γιαν Φαμπρ, έστω και κατά την διάρκεια της πτήσης του προς την Αθήνα προ ημερών, θα μπορούσε να έχει ελέγξει μερικά στοιχεία για το Φεστιβάλ του οποίου είχε κληθεί να ηγηθεί. Να δει, φερειπείν, κατά πόσον και σε τι βαθμό αυτό δεν ήταν ήδη διεθνές (τα πιο πρόσφατα σχετικά στοιχεία έχει εύγλωττα συνοψίσει, στα αγγλικά, ο Κυριάκος Καρσεράς στην σελίδα του στο facebook). Και θα όφειλε να έχει κατανοήσει ότι άλλο πράγμα είναι ένα φεστιβάλ –είτε διεθνές, είτε μη– και άλλο μια πενταετής καλλιτεχνική ακαδημία (σχέδια για μιαν εκδοχή της οποίας παρουσίασε).

Αγνοώ πώς προέκυψε η ιδέα της ανοιχτής πρόσκλησης προς καλλιτέχνες που εργάζονται στην Ελλάδα (υιοθετώ την ορθή επισήμανση της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, αντί του “Έλληνες”) να συγκεντρωθούν για να συζητήσουν τρόπους αντίδρασης στις κωμικοτραγικές εξαγγελίες του παρολίγον νέου καλλιτεχνικού διευθυντή – και, βεβαίως, στην επιλογή, υποδοχή, και πλαισίωσή του από την πολιτική ηγεσία. Ευχαριστίες, ωστόσο, οφείλονται στην Άννα Κοκκίνου, που προσεφέρθη να φιλοξενήσει την συγκέντρωση αυτή στο θεάτρό της, την “Σφενδόνη”.

Η πρόσκληση ήταν για τις 13:00 – στις 13:15 ακριβώς, προσεκλήθημεν να καθήσουμε, και ο Αργύρης Ξάφης πήρε την αγαθή πρωτοβουλία να ορίσει, και ανέλαβε να συντονίσει την διαδικασία, ηγούμενος τριμελούς επιτροπής. Για να παίξουμε λίγο χαριτολογώντας με ποσοστά, η επιτυχία της συγκέντρωσης πιστώνεται, κατά την εκτίμησή μου, κατά 51% στον άψογο, αποτελεσματικό και ακομπλεξάριστο, συντονισμό του, και κατά 49% στην ωριμότητα των εκατοντάδων (500 με 700, απ' ό,τι γράφτηκε) συμμετασχόντων. Μέχρι τις 15:15 (οπότε και ήμουν αναγκασμένος να αποχωρήσω), μόνο σε δύο σύντομες αντεγκλήσεις χρειάστηκε –πότε με ευγενική πυγμή, και πότε με σωτήριο χιούμορ– να επαναφέρει την τάξη ο συντονιστής. Ακούστηκαν περί τις 30 τρίλεπτες (σπανίως υπερέβησαν οι ομιλητ[ρι]ες τον προσυμφωνημένο χρόνο) τοποθετήσεις – κάποιες, συνοδευόμενες και από συγκεκριμένες προτάσεις. Η τρίτη κατά σειράν, του Γιάννη Μαυριτσάκη, που εντέλει υιοθετήθηκε κατά πλειοψηφίαν, είναι η ήδη δημοσιευμένη [π.χ., εδώ] πρόσκληση παραίτησης προς τον Φαμπρ – και η οποία δεν μπορεί παρά να συνέβαλε (εάν δεν τις καθόρισε) στις σημερινές εξελίξεις. Απάντηση στην δεύτερη, επίσης κατά πλειοψηφίαν υιοθετηθείσα, πρόσκληση παραίτησης, προς τον Υπουργό Πολιτισμού, ακόμη εκκρεμεί.

Ο γράφων πήρε το θάρρος να διατυπώσει μία συμπληρωματική προς οποιαδήποτε έκφραση διαμαρτυρίας πρόταση προς διερεύνηση, με το σκεπτικό πως η αντίδραση του καλλιτεχνικού κόσμου θα έπρεπε, πέρα από άμεση, να είναι επίσης:

α) έμπρακτη,
β) εποικοδομητική,
γ) και να επιβεβαιώνει το γεγονός πως οι Έλληνες καλλιτέχνες ήδη συνομιλούν με τους ξένους συναδέλφους τους.

Τα προς διερεύνησην θα αφορούσαν:
  1. την εξεύρεση χώρων (π.χ. στον άξονα Ακρόπολη – θαλάσσιο μέτωπο, με τους ουκ ολίγους θεατρικούς και άλλους χώρους εκδηλώσεων, αλλ' ενδεχομένως και με την υποστήριξη της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, καθώς και του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου), οι οποίοι και θα επωμίζονταν την αποκλειστική ευθύνη φιλοξενίας εκδηλώσεων (για να απλοποιηθούν και να αποκεντρωθούν οι πρακτικές διαδικασίες, αποφεύγοντας τις συνήθως δυσκίνητες επιτροπές),
  2. το αν 2,5 μήνες προετοιμασίας των εκδηλώσεων θα επαρκούσαν, για μια σειρά εκδηλώσεων που θα άρχιζαν μία εβδομάδα πριν από το φεστιβάλ, και θα συνεχίζονταν για άλλες δύο (ώστε να προκύψει και σύγκριση προσέλευσης),
  3. την συμβολική προϋπόθεση σε κάθε εκδήλωση να συμμετείχαν εργαζόμενοι στην Ελλάδα αλλά και εκτός Ελλάδος καλλιτέχνες, σε αναλογία 1:1.
Οι κύριοι λόγοι για την διατύπωση αυτής της μάλλον αφελούς, υπεραισιόδοξης, και οπωσδήποτε μη δημοφιλούς κατά την συγκέντρωση, πρότασης ήταν δύο:
  • η δυσπιστία μου για την αποτελεσματικότητα, υπό τις τρέχουσες συνθήκες, των επιστολών διαμαρτυρίας (βλ. σχετικά τα προ αποπομπής Λούκου – αλλά χαίρομαι που η δυσπιστία μου αυτή μοιάζει προσώρας να μην ευσταθεί πλέον),
  • η πίστη μου στην αξία τής –πέρα από τα λόγια– εν τοις πράγμασι επίδειξης / απόδειξης του τι μπορούμε να καταφέρουμε 'μόνοι μας'.
Η ένσταση της Εύας Νάθενα (με το παράδειγμα της αποχώρησης των Ελλήνων κινηματογραφιστών από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, και της κατοπινής “αποτυχίας” του ανεξάρτητου κινήματός τους, “Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη”), ότι η εθελούσια αποδέσμευση από κρατικούς θεσμούς είναι ολέθρια, ακούγεται ευλογοφανής, αλλά η σχέση αιτίου και αιτιατού σκόπιμο θα ήταν να επανελεγχθεί. (Ακόμη και αν αποδειχθεί ότι όντως “απέτυχαν” οι “Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη”, οφείλουμε να διερωτηθούμε αν είναι μονόδρομος η αποτυχία τέτοιων –και μάλιστα συμβολικών και παροδικών– 'αποσχίσεων'. Αν όντως ήταν, πώς θα εξηγούσαμε την επιτυχία των Ιμπρεσσιονιστών, ή του “Fringe” του Φεστιβάλ Εδιμβούργου, φερειπείν;)

Πολύτιμη η προτροπή της Όλιας Λαζαρίδου για καλή προετοιμασία οποιουδήποτε μελλοντικού, 'ανεξάρτητου' ή μη, φεστιβάλ, ώστε να μην είναι 'πρόχειρο' ή “γραφικό”.

Και, βεβαίως, μεγάλης και διαρκούς σημασίας οι επισημάνσεις:

i) για την ανάγκη πρότερης αποπληρωμής των χρεών προηγουμένων ετών προς καλλιτέχνες (Αργύρης Πανταζάρας, κ.ά.), και

ii) για την θεσμική θωράκιση του Ελληνικού Φεστιβάλ, με σαφώς διατυπωμένες και ευλαβικώς τηρούμενες διαδικασίες, γνωστά όργανα αποφάσεων, υποεπιτροπές για την αξιολόγηση προτάσεων σχετικών με την κάθε συμμετέχουσα τέχνη, συνολική διαφάνεια, κ.ο.κ. (Νίκος Ορφανός, Λένια Ζαφειροπούλου, κ.ά.)

Όπως σωστά επεσήμανε ήδη η Όλγα Σελλά, η διεξαγωγή της συγκέντρωσης αυτής και τα έως τώρα διαφαινόμενα αποτελέσματά της είναι από τα φαινόμενα του δημόσιου βίου μας που, αντί να αποκαρδιώνουν, αποδεικνύουν ότι είναι εφικτή η συσπείρωση λίαν ετερόκλητων ατόμων για την προάσπιση μιας κοινής δεοντολογίας. Ας ελπίσουμε πως θα διασφαλιστεί η μη συντεχνιακή συνέχεια και διατράνωση της 'Κίνησης της Σφενδόνης', και ότι με την ίδια ψυχραιμία θα αξιολογηθούν και τα επόμενα βήματα στην θεσμική διαχείριση αυτής της όψης του σύγχρονου πολιτισμού μας. Και ας ευχηθούμε το μικρό αυτό παράδειγμα –κοσμιότητας και αλληλοσεβασμού, συμπεριφοράς επαγγελματιών ως πολιτών, πειθαρχίας σε εξαρχής συμφωνημένους κανόνες– θα διαχυθεί και προς άλλους χώρους του δημόσιου βίου που ενδεχομένως θα ωφελούνταν από αυτό.

[φωτ.: π.ι., 1.iv.2016]

1.12.15

9 βιβλία για τα χριστούγεννα του 2015












ΠΟΙΗΣΗ 
~ Γιάννης Ισιδώρου, Ονειροκρίτης (για το Μέλλον της Διακυβέρνησης), εκδ. ΦΡΜΚ, 2015, 93 σελ.

Ο μαθητής, ο φοιτητής, ο συνδικαλιστής και το κομματικό στέλεχος, αλλά και το απλό μέλος, θα ανακαλύψουν τη σοφία του ονείρου και θα βρουν τη λύση στην αμηχανία που προκαλεί η αντιμετώπιση της δημόσιας λήψης ευθύνης. Αυτό μας υπόσχεται η Εισαγωγή, και τα 71 λήμματα (σε καθένα, προηγείται η εξήγηση, έπεται παράδειγμα ονείρου) του βιβλίου, το τεκμηριώνουν. Φερειπείν, αν δεις “Μαξιλάρι”: “Το λευκό μαξιλάρι συμβολίζει την επιτυχία των στόχων σου και την έκλειψη κάθε διαμάχης, το σκληρό μαξιλάρι τον κίνδυνο. [] Η μάνα μου ανέβαζε από το πηγάδι τον κουβά αργά και βασανιστικά. [] Όταν ο κουβάς πρόβαλε στο φως, είχε στριμωγμένο μέσα του ένα ολόκληρο αφράτο μαξιλάρι. [] “Το πηγάδι στέρεψε!”” Ή αν δεις “Κελάρι”: “Η ηγεσία δεν είναι διαχρονική”. 'Η, πάλι, “Γλάστρα”: “Οι γερασμένες αξίες χρειάζονται ανανέωση. [] Η κόρη μου ήταν ντυμένη για την παρέλαση και πίσω της έσερνε με πάνινο λουρί μια πλατφόρμα με ροδάκια, που πάνω της υπήρχαν πολλών λογιών φυτά σε γλάστρες []: “Τα βρήκα ξεκούρδιστα στο ασανσέρ. Είναι του κολυμβητή.”


~ Στέφανος Παπαδόπουλος, Η Μαύρη Θάλασσα (πρωτότυπο – μαζί με μτφρ. από τα αγγλικά, της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ), εκδ. Καστανιώτη, 2015, 117 σελ.
 
Δίγλωσση έκδοση του τρίτου ποιητικού βιβλίο του Σ.Π., Έλληνα που ζει κυρίως στην Αμερική και γράφει στα αγγλικά. Αυτή η σειρά πενηνταενός σονέτων με θέμα τον Εύξεινο Πόντο –θάλασσα και βουνά– και τις τύχες των κατοίκων του, Ποντίων και Τούρκων, πριν, κατά την διάρκεια, και μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, βραβεύθηκε στις ΗΠΑ το 2014 με το Jeanette Haien Ballard Writer's Prize, ετήσιο βραβείο για “νέο συγγραφέα αποδεδειγμένης αριστείας στον ποιητικό ή στον πεζό λόγο”. Η Μελάνθη, ο Αριστοτέλης, ο Αλέκος, ο Πασάς της Κερασούντος, μια Τσερκέζα πόρνη, ο ίδιος ο ποιητής, και άλλοι, μιλούν στα ποιήματα αυτά, όπου ακούγονται ωστόσο και παλαιότεροι απόηχοι, μέχρι και του Ξενοφώντος. Η ελληνική μετάφραση μάς βοηθά να απολαύσουμε την λεκτική ευστοχία του πρωτοτύπου, το σφιχτό πλάσιμο των –ποιητικώς απολύτως σύγχρονων– σονέτων, την πρωτοτυπία και την ένταση των εικόνων, την ευρηματική αφήγηση. Μια μέρα όλα τα σκόρπια βαπόρια αραγμένα στο λιμάνι / θα βουλιάξουν με τα κουφάρια τους όλο τρύπες. / μεσ' απ' αυτές του φεγγαριού το φορτίο θα λάμπει / στον κρύο βυθό όπου τίποτα δεν σαλεύει.
  
~ Γ.Χ. Ώντεν, Πένθιμο μπλουζ (μτφρ.: Ερρίκος Σοφράς), εκδ. Κίχλη, 2015, 81 σελ. 
Ποτέ δεν κάναν λάθος για τον πόνο / Οι Παλιοί Δασκάλοι: πόσο καλά είχαν νιώσει τη θέση του / Μες στην ανθρώπινη ζωή. πώς φτάνει και μας βρίσκει / Την ώρα που ο άλλος τρώει ή ανοίγει ένα παράθυρο ή έστω περπατάει βαριεστημένα. Μια “προσωπική ανθολογία” από τα περίπου τετρακόσια ποιήματα του Γ.Χ.Ω. (1907-1973), που υπήρξε ο σημαντικότερος Βρετανός ποιητής μετά τον (πολιτογραφημένο Βρετανό) Έλιοτ, εγκαινιάζοντας νέα εποχή στην αγγλόφωνη ποίηση (εποχή που δεν έκλεισε ακόμη). Ο Ε.Σ. επιλέγει οκτώ από τα σαρανταπέντε ποιήματα της συλλογής Μια άλλη φορά (1940), και τα συμπληρώνει με τέσσερα ακόμη, από ισάριθμα άλλα βιβλία. Σε παραδοσιακή μορφή –την οποία βεβαίως σέβεται η μετάφραση– ή σε ελεύθερο στίχο, συναντούμε εδώ μερικά από τα καλύτερα και δημοφιλέστερα ποιήματα του Ώντεν (και του αγγλόφωνου 20ου αιώνα), όπως το “Musée  des Beaux Arts”, “Στη μνήμη του Γ.Μπ. Γέητς”, “Νανούρισμα”, “Πένθιμο μπλουζ”. Κόψτε τα τηλέφωνα, πάψτε τα ρολόγια, / Το πιάνο κλείστε, πνίξτε τύμπανα και λόγια, / Δώστε ένα κόκαλο στο σκύλο να ησυχάσει, / Ο θρήνος άρχισε, το φέρετρο ας περάσει. 


ΔΟΚΙΜΙΟ
  
~ Αλμπέρ Καμύ [κ.ά.], Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού – Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης υπό την προεδρία του Άγγελου Κατακουζηνού (μτφρ.: Ν. Καρακίτσου-Ντουζέ & Μ. Κασαμπάλογλου-Ρομπλέν), εκδ. Πατάκη, 2014, 239 σελ.

Σε μιαν άλλη κρίσιμη εποχή –το 1955– Έλληνες λόγιοι προσκαλούσαν έναν ξένο διανοούμενο κορυφαίου ήθους και διανοίας – και συνδιαλέγονταν μαζί του: ο 'οικοδεσπότης', ελλόγιμος ιατρός, Άγγελος Κατακουζηνός, οι Φ. Βεγλερής, Γ. Θεοτοκάς, Ε. Παπανούτσος, Κ. Τσάτσος, Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας (με εισηγήσεις τους), και άλλοι (με ερωτήσεις). Στην αξιοπρόσεκτα φροντισμένη αυτή έκδοση –με πρόλογο και επίμετρο (της Σ.Ε. Πελοποννησίου-Βασιλάκου), εισαγωγή (της Ξ.Δ. Μπαλωτή), σημειώσεις, και αρχειακό υλικό από το Ίδρυμα Α. & Λ. Κατακουζηνού– απολαμβάνουμε και διδασκόμαστε από την ποιότητα της –περισσότερο επίκαιρης δεν γίνεται– συζήτησης. Περί την αρχή, ο Καμύ λέει: Η ελευθερία έχει ένα όριο [που] βρίσκεται στη δικαιοσύνη, δηλαδή στην ύπαρξη του άλλου και στην αναγνώρισή του, και [] το όριο της δικαιοσύνης βρίσκεται στην ελευθερία, δηλαδή στο δικαίωμα του ανθρώπου να υπάρχει, όπως ακριβώς είναι στους κόλπους ενός κοινωνικού συνόλου. Και προς το τέλος: Προς το παρόν, η Ευρώπη απειλείται αρχικά από τις ευρωπαϊκές ιδέες []. Μου φαίνεται ότι αυτό αντιπροσωπεύει (ταυτόχρονα με μιαν ανησυχία για το μέλλον, φυσικά) ένα στοιχείο εμπιστοσύνης. 

~ Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, Το παράπονο της Βρισηίδας (Έρωτας, επιθυμία και εγκράτεια στην ελληνική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα), εκδ. του Εικοστού Πρώτου, 2015, 161 σελ. 
Κάθε βιβλίο του Δ.Κ. προξενεί λαχτάρα σε όσους ευτυχείς έχουν ήδη εθισθεί στα κείμενά του: στα θέματα, την διαχείρισή τους, και το ύφος του μαζί, αξεδιάλυτα. Αναπόφευκτα, το ίδιο συμβαίνει και με τούτο, με το οποίο επιστρέφει στην προσφιλή περιοχή του των ηθών κατά την αρχαιότητα (το προηγούμενο αφορούσε την δημοκρατία της κλασσικής Αθήνας). Αποτελείται από πέντε κεφάλαια, οι πρώτες μορφές των οποίων γράφτηκαν από το 2000 έως το 2013. Με τις ομηρικές αφηγήσεις να μην είναι ποτέ μακρυά, είτε ως πηγή, είτε ως αναφορά, εξετάζεται ο έρωτας στις διάφορες φάσεις (π.χ. επιθυμία, εγκράτεια) και εκφάνσεις του (π.χ. πορνεία, γάμος, μοιχεία), το πώς αυτός δύναται να ανακύψει μετά από ένα ναυάγιο (στο νησί της Κίρκης ή στην Εύβοια), αλλά και η σχέση του με τον πόλεμο – στον μύθο και την ιστορία. Όπως ήταν ήδη διαπιστωμένο από την αρχαιότητα, ένας μύθος κρύβει κάποτε μεγαλύτερη αλήθεια από το βεβαιωμένο περιστατικό, ιδίως όταν θέλουμε να αναπαραστήσουμε κοινωνικούς θεσμούς, συμπεριφορές και συναισθήματα. 

~ Giovanni Sartori, Η δημοκρατία σε 30 μαθήματα (μτφρ. από τα ιταλικά: Σώτη Τριανταφύλλου), εκδ. Μελάνι, 2015, 110 σελ. 
Το παράδοξο είναι ότι το οικονομικό σύστημα της αγοράς, που για περίπου διακόσια χρόνια προωθούσε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τώρα τ[ην] απειλεί με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Μια περιβαλλοντική κατάρρευση μπορεί να συμπαρασύρει την ελεύθερη πολιτεία. Δημοκρατία 'δι' αρχαρίους'; Κάθε άλλο. Ναι μεν πρόκειται για 30 'απλά' 'μαθήματα', που ξεκίνησαν ως πεντάλεπτες εκπομπές για την ιταλική τηλεόραση, όμως ο συγγραφέας τους είναι αξιολογότατος επιστήμων και δεινός μελετητής του ζητήματος. Έτσι, τα ολογοσέλιδα αυτά κείμενα τέρπουν με το λιτό τους ύφος, ενώ συγχρόνως ερεθίζουν με την εκλεπτυσμένη προκλητικότητά τους, καλούν σε γόνιμη σκέψη, φωτίζουν την καθημερινότητα με σοβαρότητα λόγια αλλά εύληπτη. Το δε θέμα διευρύνεται έως, για παράδειγμα, την σχέση της δημοκρατίας με το Ισλάμ, με τις 'αγορές', την 'ανάπτυξη', την πολυπολιτισμικότητα, κ.ά.. Είναι αλήθεια –δεν υπάρχει αμφιβολία– ότι η Δύση είναι κοσμική, άρα δεν αναλαμβάνει κατακτητικούς θρησκευτικούς πολέμους: ο Χριστιανισμός δεν είναι πια θρησκεία ισχύος και επιθετικότητας. Αντιθέτως, το Ισλάμ εισβάλλει στη Δύση ως πολιτιστικός εισβολέας εγείροντας μια πολύ σοβαρή απειλή. Η δική μου ιδέα είναι ότι άθελά μας οι πρώτοι εισβολείς είμαστε εμείς.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

~ Αχιλλέας Κυριακίδης
, Μουσική και άλλα πεζά (1973-1995), εκδ. Πατάκη, 2015, 408 σελ.
 
Προσηλώσου. Εδώ είναι οι λέξεις, δε χάνονται. Με τη σωστή κατάνυξη, θα τις βρεις. Τόμος όπου συλλέγονται –ή επιλέγονται– πεζά από εκδόσεις 23 ετών του ιδιαίτερου αυτού πεζογράφου (γνωστού και ως μεταφραστή, αλλά και ως σκηνοθέτη κινηματογράφου). Φυσάει, κι η φωτογραφία κουνιέται. Σαν μπαλωμένη οθόνη καλοκαιρινού των προαστίων, που λες καμιά φορά τώρα θα φύγει, τώρα θα σηκωθεί ψηλά σαν αερόστατο και θα τους πάρει όλους μαζί της, όλους, προκομμένους κι επικίνδυνους, και θα μείνουν οι ιππότες με υψωμένο το κοντάρι κι η γυναίκα με την προδοσία μετέωρη. Το ύφος προσαρμόζεται –χαμαιλεοντικά και πειστικότατα– κατά το είδος του πεζού (φανταστικό, νουάρ, ψευδο-εγκυκλοπαιδικό ή -ιστορικό, κ.ο.κ.), η λέξη αστράφτει (και, ενίοτε, βροντά), το χιούμορ –είτε 'απλό', είτε μαύρο– φουσκώνει κάτω από την επιφάνεια. Ανασηκώθηκε με κόπο και κοίταξε εκεί που δεν έβλεπε. Δεν μπορείς να εισέλθεις στη Βασιλεία των Ουρανών, είπε η Φωνή, γιατί δεν μπορείς να συγχωρεθείς. Και δεν μπορείς να συγχωρεθείς, γιατί δεν έχεις κάνει στη ζωή σου ούτε μία αμαρτία. 
  
~ Μαρία Πολυδούρη, Ρομάντσο και άλλα πεζά (εισ. - επιμ.: Χ. Ντουνιά), εκδ. Εστίας, 2014, 276 σελ. 
Αφού πρώτα μάς παρέδωσε την ποίηση της Πολυδούρη –πέρα απο εκτενώς και χρησιμότατα σχολιασμένη– αποκαθαρμένη από τις σκόνες του καρυωτακισμού και φωτισμένη από την αυγή του μοντερνισμού, η Χριστίνα Ντουνιά επανέρχεται για να αποκαταστήσει και να αναδείξει τα πεζά της: το μόνο της μυθιστόρημα, το Ρομάντσο, ημερολογιακές καταγραφές, αυτοβιογραφικές σελίδες, επιστολές, και άλλα. Η διακριτική και πολύτιμη επιμελητική εργασία ολοκληρώνει το καλλιτεχνικό πρόσωπο της Μ.Π.. Επήρα το ψαλίδι κι έκοψα γύρω στο λαιμό τον καταρράχτη των μαύρων μαλλιών, η πρώτη ετοιμασία για την καταστροφή που την περίμενε. Αν είναι αναμενόμενο, πρωτίστως να κερδίζει το αναγνωστικό κοινό το πρωτοποριακό και σφύζον από ατίθασο χιούμορ Ρομάντσο –που γράφτηκε στο Παρίσι και δεν ευτύχησε να βρει εκδότη ζώσης της συγγραφέως του και παρά τις προσπάθειές της– άλλες σελίδες δεν υπολείπονται σε τέχνη κι ενδιαφέρον. Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας όταν τυχαία συναντηθούμε στο δρόμο. Μ' αντιπερνάμε χωρίς καμμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε. 
  
~ Γιώργος Συμπάρδης, Μεγάλες γυναίκες, εκδ. Μεταίχμιο, 2015, 103 σελ. 

Με όλο και πιο λεπτά τεχνουργημένο ύφος, με συνεχώς πυκνούμενη μαεστρία, ο Γ.Σ. –και στο τέταρτο αυτό βιβλίο του– πλέκει ιστορίες με τα απλούστερα, τα πιο καθημερινά, γύρω μας ευρισκόμενα, υλικά. Όμως το οικείο διαρκώς γλιστρά προς το ανοίκειο, πριν επιστρέψει ανεπαίσθητα στη θέση του. ο ρεαλισμός του είναι αυτός της λοξής ματιάς. Με το πέρας του βιβλίου, έχουν συμβεί ανυπολόγιστα –ανομολόγητα– πολλά. όμως χάρη στην μειλίχια γλώσσα, τους σοφά –δηλαδή με φυσικότητα– διεσπαρμένους υπαινιγμούς, μοιάζει όλα να στέκουν όπως, όπου, και πριν, σ' έναν υποδορίως αναποδογυρισμένο κόσμο. Και τότε τον είδε που σηκώθηκε όρθιος και τρόμαξε, τον είδε που άπλωσε το χέρι και πίστεψε ότι τώρα, να, θα τη χτυπήσει κι αντί να τη χτυπήσει της έπιασε με δυο δάχτυλα τα μάγουλα και: “Χαμπάρι δεν πήρες, κυρα-δασκάλα, αλλάξανε οι καιροί και θα μείνεις στην ίδια τάξη, μετεξεταστέα – το ξέρεις;” της είπε. Π.Ι.


– όπως δημοσιεύθηκαν στο τεύχος Δεκεμβρίου 2015 του "The Books' Journal". Η φωτ. από εδώ.

25.11.15

Η τέχνη σήμερα : μορφή και αντιλήψεις


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Γάλλος λογοτέχνης, Ζοέ Μπουσκέ (Joë Bousquet, 1897-1950), επηρεασμένος από τον υπερρεαλισμό και θιασώτης του φανταστικού στα πεζά του, έγραφε ποιήματα με μέτρο και ομοιοκαταληξία, πιστεύοντας πως οι περιορισμοί της μορφής τον οδηγούσαν σε απροσδόκητα ευρήματα περιεχομένου, τα οποία θα παρέμεναν απροσπέλαστα αν χρησιμοποιούσε ελεύθερο στίχο. Ο Βρετανός ποιητής Τομ Γκανν (Thom Gunn, 1929-2004) –που υπηρέτησε υποδειγματικά τόσο τον ελεύθερο στίχο όσο και τις αυστηρότερες παραδοσιακές μορφές, με ισάξιο ποιητικό αποτέλεσμα– υποστήριζε πως κάθε ποίημά του γεννιόταν με την μορφή που απαιτούσε για να πραγματωθεί. Δεν ήσαν οι πρώτοι, ούτε είναι οι μόνοι που εξήραν τα πιθανά οφέλη της προσδιορισμένης μορφής ή υποστήριξαν το αλληλένδετον μορφής και περιεχομένου.

Σίγουρα, στην εποχή μας, το ζήτημα της μορφής –σε όλες τις τέχνες– καίτοι παραμένει (όπως είναι φυσικό) μείζον, είναι πια 'ανοιχτό': επικρατεί ένας ανεκτικός πλουραλισμός. Κάθε ποιήτρια είναι πλέον ελεύθερη να επιλέξει, από τις υπάρχουσες μορφές, όποια της ταιριάζει, ή όποια αρμόζει σε κάθε συγκεκριμένο ποίημά της – ή να εφεύρει μια νέα. Ο πλουραλισμός αυτός είναι επόμενο να εκφράζεται και ως απουσία κυρίαρχων, χαρακτηριστικών ποιητικών 'φωνών' – φαινόμενο ευεργετικό, γιατί αποδεικνύει ότι κανένα αισθητικό κριτήριο δεν έχει απόλυτη ισχύ, ούτε είναι δυνατόν να παραμένει αμετάβλητο στον χρόνο. Αυτό κάθε άλλο παρά σημαίνει –όπως ενίοτε, από άγνοια ή με έπαρση, υποστηρίζεται– ότι οποιοδήποτε έργο καθίσταται αυτομάτως 'καλό'. Αντιθέτως, εντός κάθε ρεύματος και είδους, είναι πάντα εφικτό και απαραίτητο να αναζητά και να διακρίνει κανείς την αξία καθενός έργου. Για να επιτευχθεί αυτό, όμως, απαιτείται πλέον μεγαλύτερος κόπος και προσαρμοστικότητα της ανταπόκρισής μας στο ποικίλο σημερινό τοπίο – προϋποθέσεις που δεν είναι ίσως άμοιρες ευθύνης για την αβασάνιστη υιοθέτηση –είτε ως στάσης της κριτικής, είτε, αντιθέτως, ως μομφής– τού “
anything goes”.

Η πολυφωνία –δηλαδή η καλλιτεχνική ελευθερία– και η συνεπαγόμενη απουσία κυρίαρχων 'φωνών' επίσης συχνά παρερμηνεύονται ως “ήττα”, “έκπτωση”, “παρακμή”. Να οφείλεται άραγε αυτό στον (περισσότερο απ' ότι είναι εκ πρώτης όψεως εμφανές) διαδεδομένο φόβο της ελευθερίας; Στην νοσταλγία ενός κάποιου απολύτου; Ή να είναι παραλλαγή της παιδικής φαντασίωσης για έξωθεν εγγυημένη και εσαεί διασφαλισμένη 'τάξη'; Αν πιθανώς πρόκειται για μίγμα όλων αυτών, πάντως οπωσδήποτε δεν συνιστά ένδειξη υπευθυνότητας των καλλιτεχνών, ευθυκρισίας των κριτικών, ή ωριμότητος του κοινού.

Η μέγιστη τάξη επικρατεί στα απολυταρχικά καθεστώτα. σε αυτά παρατηρείται και η αισθητική ομοφωνία, εκεί αναδεικνύονται (ακριβέστερα: επιβάλλονται) δεσπόζουσες 'φωνές'. Επαναλαμβάνω: η διάκριση και ο προσδιορισμός της αξίας ενός καλλιτεχνικού έργου είναι επίπονη κριτική διεργασία που απαιτεί προπαρασκευή, υπομονετική και ψύχραιμη εργασία, τεκμηρίωση απόψεων – δηλαδή, ανάληψη προσωπικής ευθύνης και κόπο. Η άρνηση της ευθύνης αυτής συνιστά οκνηρία – βάση και σύμπτωμα της πνευματικής παρακμής. Οι φαντασιώσεις για ομοφωνία και κυριαρχία τού ενός προτύπου δεν είναι παρά ευτελής μεταμφίεση αυτής της πνευματικής οκνηρίας και παρακμής – άρα στάση ανάξια οιουδήποτε σοβαρού καλλιτέχνη (ή κριτικού).

Κοντολογίς, και για να καταλήξω πιο προσωπικά:

α) Στην δική μου γραφή, αντιμετωπίζω την μορφή ως μέρος του οργανικού, αδιαίρετου όλου τού έργου: η μορφή συγχρόνως υποβάλλεται από το περιεχόμενο και το υποβάλλει, το διαμορφώνει και διαμορφώνεται από αυτό.

β) Στον βαθμό που ενδεχομένως συμφωνώ –με όσους εκφράζονται απαξιωτικά για το σημερινό καλλιτεχνικό τοπίο– με την διάγνωση της πνευματικής παρακμής (στον 'ανεπτυγμένο' Δυτικό κόσμο), φρονώ –όπως προσπάθησα εν συντομία να εκθέσω πιο πάνω– ότι αυτές οι απαξιωτικές απόψεις είναι ακριβώς σύμπτωμα της παρακμής (και της οκνηρίας που και συνέβαλε στην γέννησή της, και την συντηρεί) και όχι βιώσιμη πρόταση ανάσχεσής της.

 

~

 

Ξαναδουλεμένα αποσπάσματα από την συμβολή μου στο 3ο σκέλος μιας "Συζήτησης για την ποίηση τώρα", που διεξήχθη το φθινόπωρο του 2015 στο τ. 6 του περιοδικού "ΦΡΜΚ" μεταξύ των επτά μελών της συντακτικής του ομάδας: Βασίλη Αμανατίδη, Ορφέα Απέργη, Φοίβης Γιαννίση, Κατερίνας Ηλιοπούλου, Παναγιώτη Ιωαννίδη, Γιάννας Μπούκοβα, και Θοδωρή Χιώτη. Έλαβε την ολοκληρωμένη και τελική μορφή της στο βιβλίο: Μια συζήτηση για την ποίηση τώρα (εκδ. ΦΡΜΚ, 2018).

Η φωτ. μου είναι από το Castel Sant'Angelo (Ρώμη), Δεκέμβριος 1999.

9.8.15

500 λέξεις



 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

- Ποια βιβλία έχετε αυτόν τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σας;

 

Δίδυμες στοίβες. Τρέχουσα συντροφιά: τα ποιήματα του Ρίλκε (κατ' ανάγκην στα γαλλικά). Staying alive, ποιητική ανθολογία του Neil Astley. Πεντζίκης,  Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής. Σταθερή παρηγοριά: οι επιστολές και τα ημερολόγια της Γουλφ, τα κείμενα του Χρήστου και της Σέμνης Καρούζου. Εξίσου σημαντικά, ωστόσο, με τα βιβλία 'του προσκέφαλου', αυτά 'του λεωφορείου': Ρόμπιν Όζμπορν, Η γένεση της Ελλάδας (1200-479 π.Χ.). Άλασταιρ Σουκ, Ανρί Ματίς – δεύτερη ζωή.

 

- Με ποιον συγγραφέα θα θέλατε να δειπνήσετε;

 

Αντί δείπνου, θα επιθυμούσα να ετοιμάσω και να μοιραστώ, στο σπίτι της στο 'Ερημο Βουνό, ένα γεύμα με την Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Και, στον κήπο τού Hogarth House, τσάι απογευματινό με την Βιρτζίνια Γουλφ.

 

- Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που σας έκανε να θυμώσετε;

 

Δεν θυμώνω με βιβλία. Με ενοχλεί, όμως, η προχειρότητα, ο λεκτικός εντυπωσιασμός, η ανεπεξέργαστη 'αυτο-έκφραση' που περνιέται για τέχνη, και άλλα – όταν δημοσιοποιούνται, όχι πάντα με αποκλειστική ευθύνη των συγγραφέων τους.

 

- Και το τελευταίο που σας συγκίνησε;

 

Οι επιστολές του Τσέχοφ.

 

- Ποιο κλασικό βιβλίο δεν έχετε διαβάσει και ντρέπεστε γι’ αυτό;

 

Αν σκοπός της ανάγνωσης είναι η απόλαυση, πώς να ντραπείς αν τυχόν χάσεις κάποιαν; Να λυπηθείς, ενδεχομένως. Ελπίζω, πάντως, να τελειώσω κάποτε τον Προυστ, και να ξαναδιαβάσω όλη την Γιουρσενάρ και τον Μπόρχες.

 

- Δυο λόγια για το τελευταίο σας ποιητικό βιβλίο;

 

Τελευταίο εκδοθέν, ο Ακάλυπτος – δίχως την προστασία Σωσιβίου. γύρω από το προσωπικό, ανοίγεται χώρος για να εμφανισθούν και να ξαναχαθούν –για λίγο ή για πάντα– ποικίλα έντομα και άλλα ζώα, παιδιά, παιχνίδια, εικόνες και φράσεις από τ' απέναντι –ή αλλοτινά– μπαλκόνια. Τελευταίο ολοκληρωθέν βιβλίο, η υπό έκδοση Πολωνία: το ποιητικό συμβάν αναδύεται από την ξένη Ιστορία και τις ξένες ιστορίες – και η μεν και οι δε, πολύ πιο δικές μας απ' όσο φανταζόμαστε.

 

- Η ποίηση σε χαλεπούς καιρούς έχει νόημα;

 

Αν ρωτάτε για το νόημα της ίδιας της ποίησης, απαντώ πως δεν καθορίζεται από τον καιρό που αυτή γράφεται, αλλά από την συνάντησή της με την εκάστοτε αναγνώστριά της. Αν, πάλι, ρωτάτε τι νόημα έχει να γράφει κανείς ποίηση σε “χαλεπούς καιρούς”,  αναζητήστε τις συνθήκες που γέννησαν όσα ποιήματα αγαπάτε.

 

- Έχετε facebook; Εμπλουτίζει ή διασπά την εργασία σας;

 

Εφαρμόζοντας τα ίδια κριτήρια που απαιτούνται οπουδήποτε αναζητούμε την ποίηση –σε έντυπα, στο διαδίκτυο, σε τετράδια φίλων ή λόγια αγνώστων– γίνεται και το facebook χώρος ανακαλύψεων. 'Μπήκα' εκεί για να διευκολύνω την ενημέρωση όσων πιθανώς ενδιαφέρονται για το “μτλγ”, του οποίου η διαρκώς διευρυνόμενη κοινότητα δικαιώνει τον σκοπό: ν' ακούγονται τα ποιήματα με την φωνή όσων τα έγραψαν, ή, για την ξένη ποίηση, στο πρωτότυπο και στα ελληνικά. Με την ευχή να βγει αληθινός ο Τέλλος Άγρας: οι λέξεις να ξαναβρούν το “ειδικό βάρος ενός μικρού φυσικού φαινομένου”.

 

* 

 

Ο Παναγιώτης Ιωαννίδης δημοσιεύει ποιήματα και μεταφράσεις από το 1995. βιβλία: Το σωσίβιο (Καστανιώτης, 2008), Ακάλυπτος (Καστανιώτης, 2013). Είναι υπεύθυνος για την ποίηση στο περιοδικό “The Books' Journal”, και μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού “Φάρμακο”. Επιμελείται τις μηνιαίες ποιητικές αναγνώσεις, “Με τα λόγια (γίνεται)” [“μτλγ”].

 

~ Δημοσιεύτηκε στις 9 Αυγούστου 2015 στην "Καθημερινή". 

 

27.7.15

"4 πολωνικά ποιήματα" στο "εντευκτήριο"



















JAN III


Ακατάληπτη η αγάπη
του Γιάν Σομπιέσκι
για την ομορφιά του εχθρού του

Κάθε μέρα επί είκοσι χρόνια
έγραφε στη γυναίκα του
μισά στα γαλλικά μισά πολωνικά
Και για τα τούρκικα λάφυρα μετά την νίκη
des fort jolies choses et fort riches
mais fort riches

Από του Χουσεΐν Πασά τους θησαυρούς
λάτρεψε ένα κέντημα μεταξωτό
με δυο χιλιάδες ρουμπίνια και σμαράγδια
Τόσο το λάτρεψε
που το ’ντυσε του αλόγου του
την ημέρα της στέψης

Και υπόχρεος στον Μέγα Δούκα της Τοσκάνης
το αποχωρίστηκε
Αυτός το καταχώρησε στα κατάστιχά του
και το καταχώνιασε –
Una cosa del barbaro lusso

*

Σημ.: Ο Σομπιέσκι (1629-1696) είναι κυρίως γνωστός σε μας επειδή, ως βασιλιάς της Πολωνίας, επικεφαλής πολωνικών, αυστριακών και γερμανικών στρατευμάτων, αναχαίτισε την προέλαση των Οθωμανών έξω από την Βιέννη το 1683. Όμως είχε και πρωτύτερα νικήσει τα οθωμανικά στρατεύματα υπό τον Χουσεΐν Πασά, στην μάχη του Χότσιμ, το 1673. Αυτή του η επιτυχία οδήγησε στο να εκλεγεί βασιλιάς το επόμενο έτος. “Des fort jolies choses et fort riches / mais fort riches” (γαλλ.): πολύ όμορφα πράγματα και πολύ πλούσια / μα πολύ πλούσια. Una cosa del barbaro lusso” (ιταλ.): Αντικείμενο βαρβαρικής πολυτέλειας.

~

Ένα από τα "4 πολωνικά ποιήματα" -από το υπό έκδοση βιβλίο, Πολωνία- που δημοσιεύτηκαν στο τ. 107 του περιοδικού "Εντευκτήριο".

[φωτ.: π.ι., iii.2010, βαρσοβία - από εδώ: https://www.flickr.com/photos/panayotisioannidis/sets/72157625702899435]