Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα jan potocki _ 'το χειρόγραφο που βρέθηκε στη σαραγόσσα'. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα jan potocki _ 'το χειρόγραφο που βρέθηκε στη σαραγόσσα'. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

6.10.09

σπείρες



Παρακινημένος από την φήμη του –στην Πολωνία και όχι μόνο– έχω ξεφυλλίσει το Χειρόγραφο που βρέθηκε στη Σαραγόσσα, αλλά δεν έχω αποτολμήσει μέχρι σήμερα να μπω στον λαβύρινθό του. Η προβολή της ομώνυμης ταινίας, στις «Νύχτες Πρεμιέρας», ήταν συνεπώς πολλαπλώς ελκυστική. Η ίδια η ταινία, πέρα από κάποιους εξαιρετικούς ηθοποιούς, μου φάνηκε απλώς καλή. Αλλά οι μαίανδροι της αφήγησης – ένιωσα πως ο Γιάν Ποτότσκι σαν να πάτησε πάνω στην Οδύσσεια και τις 1001 Νύχτες, πριν γίνει ο ίδιος μήτρα γιά τον Μπόρχες, τον Καλβίνο, τον Κορτάσαρ, ή ακόμα και τον Φώουλς του Μάγου. Ξανά και ξανά, κάποιος έλκεται από τα φαντάσματα του έρωτα – ξυπνά υπό τον τρόμο του θανάτου. Κάθε φορά όμως και με μιά, μικρότερη ή μεγαλύτερη, παραλλαγή – μιά μετατόπιση πιό βαθιά στην φαντασία, ή πιό μέσα στην πραγματικότητα. Μέχρι τα όρια να σβηστούν.


Ο κύκλος κάθε ιστορίας γίνεται σπείρα – και οι σπείρες του βιβλίου συναντώνται και μπλέκονται, σαν ξεχωριστά ελατήρια του ίδιου μηχανισμού που, καθώς μπαίνουν τό ’να μέσα στ’ άλλο, αντί της ομοιόμορφης ταλάντωσης γιά την οποία είχαν σχεδιαστεί, δίνουν τώρα παλμούς ακατάστατους, απρόβλεπτους, ανεξήγητους.

Στη στάση στην Κηφισίας, το παιδί με την όψη ισχνού Ασσύριου. Τον έχω δει να επαιτεί μονότονα στην Πανεπιστημίου, στην Αλεξάνδρας, ξανά και ξανά – μπαίνει στο πρώτο τρόλλεϋ που έρχεται. Περιμένω το δικό μου, αλλά μετά από λίγες στάσεις τον ακούω: «Μήπως είχατε λίγα λεπτά να πάρω μιά τυρόπιτα; Πεινάω απ’ το πρωί» – τα σταθερά του λόγια, μα απόψε προσθέτει: «Και είμαι μόνος και δεν έχω πού να πάω και βρέχει όλη μέρα» με την ψιλή παιδιάστικη ακύμαντη φωνή του. Όμως ακούω πίσω μου και μιάν άλλη, την αληθινή φωνή ενός εικοσάχρονου: αυτός γυρεύει συνεχώς συγγνώμη, και ενδιαμέσως κάνει κομπλιμέντα σε δυό μεσόκοπες κυρίες που τον ξορκίζουν να τα κόψει τα ναρκωτικά επιτέλους, ν’ αλλάξει ζωή, είναι νέος ακόμα. Ο ισχνός μελαχροινός προχωρεί ευθεία, συνεχίζοντας να ζητά βοήθεια, προς το πίσω μέρος του τρόλλεϋ, όπου κάθομαι με την πλάτη στον οδηγό. Ο άλλος –που κι αυτός βοήθεια ζητά– αυτοσχεδιάζει τον δικό του τρόπο, ισορροπώντας γονατιστός μπροστά στις δυό γυναίκες.

Κατεβαίνω – ποιά σπείρα έχει μπει μέσα στην άλλη;


[φωτ.: π.ι., αθήνα, i.2006]