8.10.16

plus ça change / en byzance














Την αρετή είδα χθες μέσα στην πόλη
μαυροντυμένη και κατήφεια όλη·
τι έπαθες;” της λέω. Εκείνη· “Άκου·
τόλμη, φρόνηση, γνώση – στη γωνιά·
μέθη, δειλία, κι άγνοια κυβερνά”.

*

Βουτηγμένος με λαχτάρα κι απόλαυση πρωτοετούς στην πρωινή ανάγνωση της Ελληνικής Λογοτεχνίας του Στυλιανού Αλεξίου (στιγμή, 2010), έφτασα και στον Βυζαντινό ποιητή (π. 920-990) Ιωάννη Κυριώτη (από την Μονή Κύρου της Κωνσταντινούπολης, όπου ίσως μόνασε) ή Γεωμέτρη (λόγω των σχετικών σπουδών του – οι θετικές επιστήμες ωφελούν την ποίηση). Και πρωτοσπαθάριος, και ιερέας, και, κατά τον Αλεξίου, “ένας από τους σημαντικότερους Βυζαντινούς ποιητές”.

Κάποιοι στίχοι που μεταφράζει ο Αλ. με στέλνουν στον πολύτιμο Raffaele Cantarella (Poeti Bizantini, Rizzoli, 1992), ο οποίος υπερθεματίζει: “η τεράστια καλλιέργειά του, θρησκευτική και κοσμική, που τον καθιστά πρόδρομο του επόμενου αιώνα, δεν κάνει την έμπνευσή του ν' ασφυκτιά – έμπνευση ποικίλη, ειλικρινή, συχνά βαθιά, που την στηρίζει πάντα μια υψηλή μορφική μεγαλοπρέπεια. Και πάνω απ' όλα κυριαρχεί στην ποίησή του ένας τόνος προσωπικής ειλικρίνειας, μύχιας πνευματικής ζωής που την κινούν πάθη και πάλες []. Εξού και –πράγμα σπάνιο στην βυζαντινή λογοτεχνία– κάτω από τον ποιητή αισθανόμαστε, σχεδόν σαν ντροπαλή ανακάλυψη και μακρινή προσδοκία, τον άνθρωπο.”

Στην εξαιρετική αυτή δίτομη ανθολογία βρήκα και το ποίημα του Κυριώτη που προχείρως απέδωσα στην αρχή (για να φανεί –σε περίπτωση που κάτι τέτοιο χρειαζόταν...– ακόμη περισσότερο πόσο σημερινό είναι):

Την αρετήν χθες είδον εν μέση πόλει
μελαμφορούσαν και κατηφείας όλην·
τι δ', ηρόμην, πέπονθας”; Η δε· “νυν έγνως·
τόλμα, φρόνησις, γνώσις, εν ταις γωνίαις·
άγνοια δ' άρχει, και μέθη και δειλία”.

Δεν υπάρχουν σχόλια: