1.12.15

9 βιβλία για τα χριστούγεννα του 2015












ΠΟΙΗΣΗ 
~ Γιάννης Ισιδώρου, Ονειροκρίτης (για το Μέλλον της Διακυβέρνησης), εκδ. ΦΡΜΚ, 2015, 93 σελ.

Ο μαθητής, ο φοιτητής, ο συνδικαλιστής και το κομματικό στέλεχος, αλλά και το απλό μέλος, θα ανακαλύψουν τη σοφία του ονείρου και θα βρουν τη λύση στην αμηχανία που προκαλεί η αντιμετώπιση της δημόσιας λήψης ευθύνης. Αυτό μας υπόσχεται η Εισαγωγή, και τα 71 λήμματα (σε καθένα, προηγείται η εξήγηση, έπεται παράδειγμα ονείρου) του βιβλίου, το τεκμηριώνουν. Φερειπείν, αν δεις “Μαξιλάρι”: “Το λευκό μαξιλάρι συμβολίζει την επιτυχία των στόχων σου και την έκλειψη κάθε διαμάχης, το σκληρό μαξιλάρι τον κίνδυνο. [] Η μάνα μου ανέβαζε από το πηγάδι τον κουβά αργά και βασανιστικά. [] Όταν ο κουβάς πρόβαλε στο φως, είχε στριμωγμένο μέσα του ένα ολόκληρο αφράτο μαξιλάρι. [] “Το πηγάδι στέρεψε!”” Ή αν δεις “Κελάρι”: “Η ηγεσία δεν είναι διαχρονική”. 'Η, πάλι, “Γλάστρα”: “Οι γερασμένες αξίες χρειάζονται ανανέωση. [] Η κόρη μου ήταν ντυμένη για την παρέλαση και πίσω της έσερνε με πάνινο λουρί μια πλατφόρμα με ροδάκια, που πάνω της υπήρχαν πολλών λογιών φυτά σε γλάστρες []: “Τα βρήκα ξεκούρδιστα στο ασανσέρ. Είναι του κολυμβητή.”


~ Στέφανος Παπαδόπουλος, Η Μαύρη Θάλασσα (πρωτότυπο – μαζί με μτφρ. από τα αγγλικά, της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ), εκδ. Καστανιώτη, 2015, 117 σελ.
 
Δίγλωσση έκδοση του τρίτου ποιητικού βιβλίο του Σ.Π., Έλληνα που ζει κυρίως στην Αμερική και γράφει στα αγγλικά. Αυτή η σειρά πενηνταενός σονέτων με θέμα τον Εύξεινο Πόντο –θάλασσα και βουνά– και τις τύχες των κατοίκων του, Ποντίων και Τούρκων, πριν, κατά την διάρκεια, και μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923, βραβεύθηκε στις ΗΠΑ το 2014 με το Jeanette Haien Ballard Writer's Prize, ετήσιο βραβείο για “νέο συγγραφέα αποδεδειγμένης αριστείας στον ποιητικό ή στον πεζό λόγο”. Η Μελάνθη, ο Αριστοτέλης, ο Αλέκος, ο Πασάς της Κερασούντος, μια Τσερκέζα πόρνη, ο ίδιος ο ποιητής, και άλλοι, μιλούν στα ποιήματα αυτά, όπου ακούγονται ωστόσο και παλαιότεροι απόηχοι, μέχρι και του Ξενοφώντος. Η ελληνική μετάφραση μάς βοηθά να απολαύσουμε την λεκτική ευστοχία του πρωτοτύπου, το σφιχτό πλάσιμο των –ποιητικώς απολύτως σύγχρονων– σονέτων, την πρωτοτυπία και την ένταση των εικόνων, την ευρηματική αφήγηση. Μια μέρα όλα τα σκόρπια βαπόρια αραγμένα στο λιμάνι / θα βουλιάξουν με τα κουφάρια τους όλο τρύπες. / μεσ' απ' αυτές του φεγγαριού το φορτίο θα λάμπει / στον κρύο βυθό όπου τίποτα δεν σαλεύει.
  
~ Γ.Χ. Ώντεν, Πένθιμο μπλουζ (μτφρ.: Ερρίκος Σοφράς), εκδ. Κίχλη, 2015, 81 σελ. 
Ποτέ δεν κάναν λάθος για τον πόνο / Οι Παλιοί Δασκάλοι: πόσο καλά είχαν νιώσει τη θέση του / Μες στην ανθρώπινη ζωή. πώς φτάνει και μας βρίσκει / Την ώρα που ο άλλος τρώει ή ανοίγει ένα παράθυρο ή έστω περπατάει βαριεστημένα. Μια “προσωπική ανθολογία” από τα περίπου τετρακόσια ποιήματα του Γ.Χ.Ω. (1907-1973), που υπήρξε ο σημαντικότερος Βρετανός ποιητής μετά τον (πολιτογραφημένο Βρετανό) Έλιοτ, εγκαινιάζοντας νέα εποχή στην αγγλόφωνη ποίηση (εποχή που δεν έκλεισε ακόμη). Ο Ε.Σ. επιλέγει οκτώ από τα σαρανταπέντε ποιήματα της συλλογής Μια άλλη φορά (1940), και τα συμπληρώνει με τέσσερα ακόμη, από ισάριθμα άλλα βιβλία. Σε παραδοσιακή μορφή –την οποία βεβαίως σέβεται η μετάφραση– ή σε ελεύθερο στίχο, συναντούμε εδώ μερικά από τα καλύτερα και δημοφιλέστερα ποιήματα του Ώντεν (και του αγγλόφωνου 20ου αιώνα), όπως το “Musée  des Beaux Arts”, “Στη μνήμη του Γ.Μπ. Γέητς”, “Νανούρισμα”, “Πένθιμο μπλουζ”. Κόψτε τα τηλέφωνα, πάψτε τα ρολόγια, / Το πιάνο κλείστε, πνίξτε τύμπανα και λόγια, / Δώστε ένα κόκαλο στο σκύλο να ησυχάσει, / Ο θρήνος άρχισε, το φέρετρο ας περάσει. 


ΔΟΚΙΜΙΟ
  
~ Αλμπέρ Καμύ [κ.ά.], Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού – Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης υπό την προεδρία του Άγγελου Κατακουζηνού (μτφρ.: Ν. Καρακίτσου-Ντουζέ & Μ. Κασαμπάλογλου-Ρομπλέν), εκδ. Πατάκη, 2014, 239 σελ.

Σε μιαν άλλη κρίσιμη εποχή –το 1955– Έλληνες λόγιοι προσκαλούσαν έναν ξένο διανοούμενο κορυφαίου ήθους και διανοίας – και συνδιαλέγονταν μαζί του: ο 'οικοδεσπότης', ελλόγιμος ιατρός, Άγγελος Κατακουζηνός, οι Φ. Βεγλερής, Γ. Θεοτοκάς, Ε. Παπανούτσος, Κ. Τσάτσος, Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας (με εισηγήσεις τους), και άλλοι (με ερωτήσεις). Στην αξιοπρόσεκτα φροντισμένη αυτή έκδοση –με πρόλογο και επίμετρο (της Σ.Ε. Πελοποννησίου-Βασιλάκου), εισαγωγή (της Ξ.Δ. Μπαλωτή), σημειώσεις, και αρχειακό υλικό από το Ίδρυμα Α. & Λ. Κατακουζηνού– απολαμβάνουμε και διδασκόμαστε από την ποιότητα της –περισσότερο επίκαιρης δεν γίνεται– συζήτησης. Περί την αρχή, ο Καμύ λέει: Η ελευθερία έχει ένα όριο [που] βρίσκεται στη δικαιοσύνη, δηλαδή στην ύπαρξη του άλλου και στην αναγνώρισή του, και [] το όριο της δικαιοσύνης βρίσκεται στην ελευθερία, δηλαδή στο δικαίωμα του ανθρώπου να υπάρχει, όπως ακριβώς είναι στους κόλπους ενός κοινωνικού συνόλου. Και προς το τέλος: Προς το παρόν, η Ευρώπη απειλείται αρχικά από τις ευρωπαϊκές ιδέες []. Μου φαίνεται ότι αυτό αντιπροσωπεύει (ταυτόχρονα με μιαν ανησυχία για το μέλλον, φυσικά) ένα στοιχείο εμπιστοσύνης. 

~ Δημήτρης Ι. Κυρτάτας, Το παράπονο της Βρισηίδας (Έρωτας, επιθυμία και εγκράτεια στην ελληνική και τη ρωμαϊκή αρχαιότητα), εκδ. του Εικοστού Πρώτου, 2015, 161 σελ. 
Κάθε βιβλίο του Δ.Κ. προξενεί λαχτάρα σε όσους ευτυχείς έχουν ήδη εθισθεί στα κείμενά του: στα θέματα, την διαχείρισή τους, και το ύφος του μαζί, αξεδιάλυτα. Αναπόφευκτα, το ίδιο συμβαίνει και με τούτο, με το οποίο επιστρέφει στην προσφιλή περιοχή του των ηθών κατά την αρχαιότητα (το προηγούμενο αφορούσε την δημοκρατία της κλασσικής Αθήνας). Αποτελείται από πέντε κεφάλαια, οι πρώτες μορφές των οποίων γράφτηκαν από το 2000 έως το 2013. Με τις ομηρικές αφηγήσεις να μην είναι ποτέ μακρυά, είτε ως πηγή, είτε ως αναφορά, εξετάζεται ο έρωτας στις διάφορες φάσεις (π.χ. επιθυμία, εγκράτεια) και εκφάνσεις του (π.χ. πορνεία, γάμος, μοιχεία), το πώς αυτός δύναται να ανακύψει μετά από ένα ναυάγιο (στο νησί της Κίρκης ή στην Εύβοια), αλλά και η σχέση του με τον πόλεμο – στον μύθο και την ιστορία. Όπως ήταν ήδη διαπιστωμένο από την αρχαιότητα, ένας μύθος κρύβει κάποτε μεγαλύτερη αλήθεια από το βεβαιωμένο περιστατικό, ιδίως όταν θέλουμε να αναπαραστήσουμε κοινωνικούς θεσμούς, συμπεριφορές και συναισθήματα. 

~ Giovanni Sartori, Η δημοκρατία σε 30 μαθήματα (μτφρ. από τα ιταλικά: Σώτη Τριανταφύλλου), εκδ. Μελάνι, 2015, 110 σελ. 
Το παράδοξο είναι ότι το οικονομικό σύστημα της αγοράς, που για περίπου διακόσια χρόνια προωθούσε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τώρα τ[ην] απειλεί με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Μια περιβαλλοντική κατάρρευση μπορεί να συμπαρασύρει την ελεύθερη πολιτεία. Δημοκρατία 'δι' αρχαρίους'; Κάθε άλλο. Ναι μεν πρόκειται για 30 'απλά' 'μαθήματα', που ξεκίνησαν ως πεντάλεπτες εκπομπές για την ιταλική τηλεόραση, όμως ο συγγραφέας τους είναι αξιολογότατος επιστήμων και δεινός μελετητής του ζητήματος. Έτσι, τα ολογοσέλιδα αυτά κείμενα τέρπουν με το λιτό τους ύφος, ενώ συγχρόνως ερεθίζουν με την εκλεπτυσμένη προκλητικότητά τους, καλούν σε γόνιμη σκέψη, φωτίζουν την καθημερινότητα με σοβαρότητα λόγια αλλά εύληπτη. Το δε θέμα διευρύνεται έως, για παράδειγμα, την σχέση της δημοκρατίας με το Ισλάμ, με τις 'αγορές', την 'ανάπτυξη', την πολυπολιτισμικότητα, κ.ά.. Είναι αλήθεια –δεν υπάρχει αμφιβολία– ότι η Δύση είναι κοσμική, άρα δεν αναλαμβάνει κατακτητικούς θρησκευτικούς πολέμους: ο Χριστιανισμός δεν είναι πια θρησκεία ισχύος και επιθετικότητας. Αντιθέτως, το Ισλάμ εισβάλλει στη Δύση ως πολιτιστικός εισβολέας εγείροντας μια πολύ σοβαρή απειλή. Η δική μου ιδέα είναι ότι άθελά μας οι πρώτοι εισβολείς είμαστε εμείς.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

~ Αχιλλέας Κυριακίδης
, Μουσική και άλλα πεζά (1973-1995), εκδ. Πατάκη, 2015, 408 σελ.
 
Προσηλώσου. Εδώ είναι οι λέξεις, δε χάνονται. Με τη σωστή κατάνυξη, θα τις βρεις. Τόμος όπου συλλέγονται –ή επιλέγονται– πεζά από εκδόσεις 23 ετών του ιδιαίτερου αυτού πεζογράφου (γνωστού και ως μεταφραστή, αλλά και ως σκηνοθέτη κινηματογράφου). Φυσάει, κι η φωτογραφία κουνιέται. Σαν μπαλωμένη οθόνη καλοκαιρινού των προαστίων, που λες καμιά φορά τώρα θα φύγει, τώρα θα σηκωθεί ψηλά σαν αερόστατο και θα τους πάρει όλους μαζί της, όλους, προκομμένους κι επικίνδυνους, και θα μείνουν οι ιππότες με υψωμένο το κοντάρι κι η γυναίκα με την προδοσία μετέωρη. Το ύφος προσαρμόζεται –χαμαιλεοντικά και πειστικότατα– κατά το είδος του πεζού (φανταστικό, νουάρ, ψευδο-εγκυκλοπαιδικό ή -ιστορικό, κ.ο.κ.), η λέξη αστράφτει (και, ενίοτε, βροντά), το χιούμορ –είτε 'απλό', είτε μαύρο– φουσκώνει κάτω από την επιφάνεια. Ανασηκώθηκε με κόπο και κοίταξε εκεί που δεν έβλεπε. Δεν μπορείς να εισέλθεις στη Βασιλεία των Ουρανών, είπε η Φωνή, γιατί δεν μπορείς να συγχωρεθείς. Και δεν μπορείς να συγχωρεθείς, γιατί δεν έχεις κάνει στη ζωή σου ούτε μία αμαρτία. 
  
~ Μαρία Πολυδούρη, Ρομάντσο και άλλα πεζά (εισ. - επιμ.: Χ. Ντουνιά), εκδ. Εστίας, 2014, 276 σελ. 
Αφού πρώτα μάς παρέδωσε την ποίηση της Πολυδούρη –πέρα απο εκτενώς και χρησιμότατα σχολιασμένη– αποκαθαρμένη από τις σκόνες του καρυωτακισμού και φωτισμένη από την αυγή του μοντερνισμού, η Χριστίνα Ντουνιά επανέρχεται για να αποκαταστήσει και να αναδείξει τα πεζά της: το μόνο της μυθιστόρημα, το Ρομάντσο, ημερολογιακές καταγραφές, αυτοβιογραφικές σελίδες, επιστολές, και άλλα. Η διακριτική και πολύτιμη επιμελητική εργασία ολοκληρώνει το καλλιτεχνικό πρόσωπο της Μ.Π.. Επήρα το ψαλίδι κι έκοψα γύρω στο λαιμό τον καταρράχτη των μαύρων μαλλιών, η πρώτη ετοιμασία για την καταστροφή που την περίμενε. Αν είναι αναμενόμενο, πρωτίστως να κερδίζει το αναγνωστικό κοινό το πρωτοποριακό και σφύζον από ατίθασο χιούμορ Ρομάντσο –που γράφτηκε στο Παρίσι και δεν ευτύχησε να βρει εκδότη ζώσης της συγγραφέως του και παρά τις προσπάθειές της– άλλες σελίδες δεν υπολείπονται σε τέχνη κι ενδιαφέρον. Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας όταν τυχαία συναντηθούμε στο δρόμο. Μ' αντιπερνάμε χωρίς καμμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε. 
  
~ Γιώργος Συμπάρδης, Μεγάλες γυναίκες, εκδ. Μεταίχμιο, 2015, 103 σελ. 

Με όλο και πιο λεπτά τεχνουργημένο ύφος, με συνεχώς πυκνούμενη μαεστρία, ο Γ.Σ. –και στο τέταρτο αυτό βιβλίο του– πλέκει ιστορίες με τα απλούστερα, τα πιο καθημερινά, γύρω μας ευρισκόμενα, υλικά. Όμως το οικείο διαρκώς γλιστρά προς το ανοίκειο, πριν επιστρέψει ανεπαίσθητα στη θέση του. ο ρεαλισμός του είναι αυτός της λοξής ματιάς. Με το πέρας του βιβλίου, έχουν συμβεί ανυπολόγιστα –ανομολόγητα– πολλά. όμως χάρη στην μειλίχια γλώσσα, τους σοφά –δηλαδή με φυσικότητα– διεσπαρμένους υπαινιγμούς, μοιάζει όλα να στέκουν όπως, όπου, και πριν, σ' έναν υποδορίως αναποδογυρισμένο κόσμο. Και τότε τον είδε που σηκώθηκε όρθιος και τρόμαξε, τον είδε που άπλωσε το χέρι και πίστεψε ότι τώρα, να, θα τη χτυπήσει κι αντί να τη χτυπήσει της έπιασε με δυο δάχτυλα τα μάγουλα και: “Χαμπάρι δεν πήρες, κυρα-δασκάλα, αλλάξανε οι καιροί και θα μείνεις στην ίδια τάξη, μετεξεταστέα – το ξέρεις;” της είπε. Π.Ι.


– όπως δημοσιεύθηκαν στο τεύχος Δεκεμβρίου 2015 του "The Books' Journal". Η φωτ. από εδώ.

25.11.15

Η τέχνη σήμερα : μορφή και αντιλήψεις


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Γάλλος λογοτέχνης, Ζοέ Μπουσκέ (Joë Bousquet, 1897-1950), επηρεασμένος από τον υπερρεαλισμό και θιασώτης του φανταστικού στα πεζά του, έγραφε ποιήματα με μέτρο και ομοιοκαταληξία, πιστεύοντας πως οι περιορισμοί της μορφής τον οδηγούσαν σε απροσδόκητα ευρήματα περιεχομένου, τα οποία θα παρέμεναν απροσπέλαστα αν χρησιμοποιούσε ελεύθερο στίχο. Ο Βρετανός ποιητής Τομ Γκανν (Thom Gunn, 1929-2004) –που υπηρέτησε υποδειγματικά τόσο τον ελεύθερο στίχο όσο και τις αυστηρότερες παραδοσιακές μορφές, με ισάξιο ποιητικό αποτέλεσμα– υποστήριζε πως κάθε ποίημά του γεννιόταν με την μορφή που απαιτούσε για να πραγματωθεί. Δεν ήσαν οι πρώτοι, ούτε είναι οι μόνοι που εξήραν τα πιθανά οφέλη της προσδιορισμένης μορφής ή υποστήριξαν το αλληλένδετον μορφής και περιεχομένου.

Σίγουρα, στην εποχή μας, το ζήτημα της μορφής –σε όλες τις τέχνες– καίτοι παραμένει (όπως είναι φυσικό) μείζον, είναι πια 'ανοιχτό': επικρατεί ένας ανεκτικός πλουραλισμός. Κάθε ποιήτρια είναι πλέον ελεύθερη να επιλέξει, από τις υπάρχουσες μορφές, όποια της ταιριάζει, ή όποια αρμόζει σε κάθε συγκεκριμένο ποίημά της – ή να εφεύρει μια νέα. Ο πλουραλισμός αυτός είναι επόμενο να εκφράζεται και ως απουσία κυρίαρχων, χαρακτηριστικών ποιητικών 'φωνών' – φαινόμενο ευεργετικό, γιατί αποδεικνύει ότι κανένα αισθητικό κριτήριο δεν έχει απόλυτη ισχύ, ούτε είναι δυνατόν να παραμένει αμετάβλητο στον χρόνο. Αυτό κάθε άλλο παρά σημαίνει –όπως ενίοτε, από άγνοια ή με έπαρση, υποστηρίζεται– ότι οποιοδήποτε έργο καθίσταται αυτομάτως 'καλό'. Αντιθέτως, εντός κάθε ρεύματος και είδους, είναι πάντα εφικτό και απαραίτητο να αναζητά και να διακρίνει κανείς την αξία καθενός έργου. Για να επιτευχθεί αυτό, όμως, απαιτείται πλέον μεγαλύτερος κόπος και προσαρμοστικότητα της ανταπόκρισής μας στο ποικίλο σημερινό τοπίο – προϋποθέσεις που δεν είναι ίσως άμοιρες ευθύνης για την αβασάνιστη υιοθέτηση –είτε ως στάσης της κριτικής, είτε, αντιθέτως, ως μομφής– τού “
anything goes”.

Η πολυφωνία –δηλαδή η καλλιτεχνική ελευθερία– και η συνεπαγόμενη απουσία κυρίαρχων 'φωνών' επίσης συχνά παρερμηνεύονται ως “ήττα”, “έκπτωση”, “παρακμή”. Να οφείλεται άραγε αυτό στον (περισσότερο απ' ότι είναι εκ πρώτης όψεως εμφανές) διαδεδομένο φόβο της ελευθερίας; Στην νοσταλγία ενός κάποιου απολύτου; Ή να είναι παραλλαγή της παιδικής φαντασίωσης για έξωθεν εγγυημένη και εσαεί διασφαλισμένη 'τάξη'; Αν πιθανώς πρόκειται για μίγμα όλων αυτών, πάντως οπωσδήποτε δεν συνιστά ένδειξη υπευθυνότητας των καλλιτεχνών, ευθυκρισίας των κριτικών, ή ωριμότητος του κοινού.

Η μέγιστη τάξη επικρατεί στα απολυταρχικά καθεστώτα. σε αυτά παρατηρείται και η αισθητική ομοφωνία, εκεί αναδεικνύονται (ακριβέστερα: επιβάλλονται) δεσπόζουσες 'φωνές'. Επαναλαμβάνω: η διάκριση και ο προσδιορισμός της αξίας ενός καλλιτεχνικού έργου είναι επίπονη κριτική διεργασία που απαιτεί προπαρασκευή, υπομονετική και ψύχραιμη εργασία, τεκμηρίωση απόψεων – δηλαδή, ανάληψη προσωπικής ευθύνης και κόπο. Η άρνηση της ευθύνης αυτής συνιστά οκνηρία – βάση και σύμπτωμα της πνευματικής παρακμής. Οι φαντασιώσεις για ομοφωνία και κυριαρχία τού ενός προτύπου δεν είναι παρά ευτελής μεταμφίεση αυτής της πνευματικής οκνηρίας και παρακμής – άρα στάση ανάξια οιουδήποτε σοβαρού καλλιτέχνη (ή κριτικού).

Κοντολογίς, και για να καταλήξω πιο προσωπικά:

α) Στην δική μου γραφή, αντιμετωπίζω την μορφή ως μέρος του οργανικού, αδιαίρετου όλου τού έργου: η μορφή συγχρόνως υποβάλλεται από το περιεχόμενο και το υποβάλλει, το διαμορφώνει και διαμορφώνεται από αυτό.

β) Στον βαθμό που ενδεχομένως συμφωνώ –με όσους εκφράζονται απαξιωτικά για το σημερινό καλλιτεχνικό τοπίο– με την διάγνωση της πνευματικής παρακμής (στον 'ανεπτυγμένο' Δυτικό κόσμο), φρονώ –όπως προσπάθησα εν συντομία να εκθέσω πιο πάνω– ότι αυτές οι απαξιωτικές απόψεις είναι ακριβώς σύμπτωμα της παρακμής (και της οκνηρίας που και συνέβαλε στην γέννησή της, και την συντηρεί) και όχι βιώσιμη πρόταση ανάσχεσής της.

 

~

 

Ξαναδουλεμένα αποσπάσματα από την συμβολή μου στο 3ο σκέλος μιας "Συζήτησης για την ποίηση τώρα", που διεξήχθη το φθινόπωρο του 2015 στο τ. 6 του περιοδικού "ΦΡΜΚ" μεταξύ των επτά μελών της συντακτικής του ομάδας: Βασίλη Αμανατίδη, Ορφέα Απέργη, Φοίβης Γιαννίση, Κατερίνας Ηλιοπούλου, Παναγιώτη Ιωαννίδη, Γιάννας Μπούκοβα, και Θοδωρή Χιώτη. Έλαβε την ολοκληρωμένη και τελική μορφή της στο βιβλίο: Μια συζήτηση για την ποίηση τώρα (εκδ. ΦΡΜΚ, 2018).

Η φωτ. μου είναι από το Castel Sant'Angelo (Ρώμη), Δεκέμβριος 1999.

9.8.15

500 λέξεις



 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

- Ποια βιβλία έχετε αυτόν τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σας;

 

Δίδυμες στοίβες. Τρέχουσα συντροφιά: τα ποιήματα του Ρίλκε (κατ' ανάγκην στα γαλλικά). Staying alive, ποιητική ανθολογία του Neil Astley. Πεντζίκης,  Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής. Σταθερή παρηγοριά: οι επιστολές και τα ημερολόγια της Γουλφ, τα κείμενα του Χρήστου και της Σέμνης Καρούζου. Εξίσου σημαντικά, ωστόσο, με τα βιβλία 'του προσκέφαλου', αυτά 'του λεωφορείου': Ρόμπιν Όζμπορν, Η γένεση της Ελλάδας (1200-479 π.Χ.). Άλασταιρ Σουκ, Ανρί Ματίς – δεύτερη ζωή.

 

- Με ποιον συγγραφέα θα θέλατε να δειπνήσετε;

 

Αντί δείπνου, θα επιθυμούσα να ετοιμάσω και να μοιραστώ, στο σπίτι της στο 'Ερημο Βουνό, ένα γεύμα με την Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Και, στον κήπο τού Hogarth House, τσάι απογευματινό με την Βιρτζίνια Γουλφ.

 

- Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που σας έκανε να θυμώσετε;

 

Δεν θυμώνω με βιβλία. Με ενοχλεί, όμως, η προχειρότητα, ο λεκτικός εντυπωσιασμός, η ανεπεξέργαστη 'αυτο-έκφραση' που περνιέται για τέχνη, και άλλα – όταν δημοσιοποιούνται, όχι πάντα με αποκλειστική ευθύνη των συγγραφέων τους.

 

- Και το τελευταίο που σας συγκίνησε;

 

Οι επιστολές του Τσέχοφ.

 

- Ποιο κλασικό βιβλίο δεν έχετε διαβάσει και ντρέπεστε γι’ αυτό;

 

Αν σκοπός της ανάγνωσης είναι η απόλαυση, πώς να ντραπείς αν τυχόν χάσεις κάποιαν; Να λυπηθείς, ενδεχομένως. Ελπίζω, πάντως, να τελειώσω κάποτε τον Προυστ, και να ξαναδιαβάσω όλη την Γιουρσενάρ και τον Μπόρχες.

 

- Δυο λόγια για το τελευταίο σας ποιητικό βιβλίο;

 

Τελευταίο εκδοθέν, ο Ακάλυπτος – δίχως την προστασία Σωσιβίου. γύρω από το προσωπικό, ανοίγεται χώρος για να εμφανισθούν και να ξαναχαθούν –για λίγο ή για πάντα– ποικίλα έντομα και άλλα ζώα, παιδιά, παιχνίδια, εικόνες και φράσεις από τ' απέναντι –ή αλλοτινά– μπαλκόνια. Τελευταίο ολοκληρωθέν βιβλίο, η υπό έκδοση Πολωνία: το ποιητικό συμβάν αναδύεται από την ξένη Ιστορία και τις ξένες ιστορίες – και η μεν και οι δε, πολύ πιο δικές μας απ' όσο φανταζόμαστε.

 

- Η ποίηση σε χαλεπούς καιρούς έχει νόημα;

 

Αν ρωτάτε για το νόημα της ίδιας της ποίησης, απαντώ πως δεν καθορίζεται από τον καιρό που αυτή γράφεται, αλλά από την συνάντησή της με την εκάστοτε αναγνώστριά της. Αν, πάλι, ρωτάτε τι νόημα έχει να γράφει κανείς ποίηση σε “χαλεπούς καιρούς”,  αναζητήστε τις συνθήκες που γέννησαν όσα ποιήματα αγαπάτε.

 

- Έχετε facebook; Εμπλουτίζει ή διασπά την εργασία σας;

 

Εφαρμόζοντας τα ίδια κριτήρια που απαιτούνται οπουδήποτε αναζητούμε την ποίηση –σε έντυπα, στο διαδίκτυο, σε τετράδια φίλων ή λόγια αγνώστων– γίνεται και το facebook χώρος ανακαλύψεων. 'Μπήκα' εκεί για να διευκολύνω την ενημέρωση όσων πιθανώς ενδιαφέρονται για το “μτλγ”, του οποίου η διαρκώς διευρυνόμενη κοινότητα δικαιώνει τον σκοπό: ν' ακούγονται τα ποιήματα με την φωνή όσων τα έγραψαν, ή, για την ξένη ποίηση, στο πρωτότυπο και στα ελληνικά. Με την ευχή να βγει αληθινός ο Τέλλος Άγρας: οι λέξεις να ξαναβρούν το “ειδικό βάρος ενός μικρού φυσικού φαινομένου”.

 

* 

 

Ο Παναγιώτης Ιωαννίδης δημοσιεύει ποιήματα και μεταφράσεις από το 1995. βιβλία: Το σωσίβιο (Καστανιώτης, 2008), Ακάλυπτος (Καστανιώτης, 2013). Είναι υπεύθυνος για την ποίηση στο περιοδικό “The Books' Journal”, και μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού “Φάρμακο”. Επιμελείται τις μηνιαίες ποιητικές αναγνώσεις, “Με τα λόγια (γίνεται)” [“μτλγ”].

 

~ Δημοσιεύτηκε στις 9 Αυγούστου 2015 στην "Καθημερινή". 

 

27.7.15

"4 πολωνικά ποιήματα" στο "εντευκτήριο"



















JAN III


Ακατάληπτη η αγάπη
του Γιάν Σομπιέσκι
για την ομορφιά του εχθρού του

Κάθε μέρα επί είκοσι χρόνια
έγραφε στη γυναίκα του
μισά στα γαλλικά μισά πολωνικά
Και για τα τούρκικα λάφυρα μετά την νίκη
des fort jolies choses et fort riches
mais fort riches

Από του Χουσεΐν Πασά τους θησαυρούς
λάτρεψε ένα κέντημα μεταξωτό
με δυο χιλιάδες ρουμπίνια και σμαράγδια
Τόσο το λάτρεψε
που το ’ντυσε του αλόγου του
την ημέρα της στέψης

Και υπόχρεος στον Μέγα Δούκα της Τοσκάνης
το αποχωρίστηκε
Αυτός το καταχώρησε στα κατάστιχά του
και το καταχώνιασε –
Una cosa del barbaro lusso

*

Σημ.: Ο Σομπιέσκι (1629-1696) είναι κυρίως γνωστός σε μας επειδή, ως βασιλιάς της Πολωνίας, επικεφαλής πολωνικών, αυστριακών και γερμανικών στρατευμάτων, αναχαίτισε την προέλαση των Οθωμανών έξω από την Βιέννη το 1683. Όμως είχε και πρωτύτερα νικήσει τα οθωμανικά στρατεύματα υπό τον Χουσεΐν Πασά, στην μάχη του Χότσιμ, το 1673. Αυτή του η επιτυχία οδήγησε στο να εκλεγεί βασιλιάς το επόμενο έτος. “Des fort jolies choses et fort riches / mais fort riches” (γαλλ.): πολύ όμορφα πράγματα και πολύ πλούσια / μα πολύ πλούσια. Una cosa del barbaro lusso” (ιταλ.): Αντικείμενο βαρβαρικής πολυτέλειας.

~

Ένα από τα "4 πολωνικά ποιήματα" -από το υπό έκδοση βιβλίο, Πολωνία- που δημοσιεύτηκαν στο τ. 107 του περιοδικού "Εντευκτήριο".

[φωτ.: π.ι., iii.2010, βαρσοβία - από εδώ: https://www.flickr.com/photos/panayotisioannidis/sets/72157625702899435]

1.7.15

13 βιβλία ποίησης για το καλοκαίρι του 2015



























Ζέφη Δαράκη, Η σπηλιά με τα βεγγαλικά, εκδ. Νεφέλη, 2014, 85 σελ.

Ονειρεύτηκα μια θάλασσα δίχως παρελθόν / μεγάλη φιλήσυχη μουσική την περικύκλωνε. Γεγονός χαρμόσυνο η έκδοση νέου βιβλίου από την σημαντική ποιήτρια. Κι ας το ορίζουν ο θάνατος κι ο πόνος, ωστόσο χωρίς να το δυναστεύουν. Η λύπη / δεν είναι πάντα μια άλλη πατρίδα / που ξενιτεύει την ψυχή / Είναι ίσως / κι ένα παλιό σκαρί ξαναβαμμένο στον ουρανό του. Στη νύχτα και το όνειρο βρίσκεται ακόμη χώρος για την ζωή (και ίσως και την χαρά, αν ξανασυναντηθείς με την παιδική ηλικία). Ασυμφιλίωτη στεκόμουν κοιτούσα τον ίσκιο ενός φιλιού, / χεράκι παιδιού που ανέβαινε στο πρόσωπό μου. Η μνήμη συνεχώς ανασυνθέτει. Ποιο πόμολο άκρας σιγής / ανοίγει αργά το τελειωμένο; / Ποιο όνειρο φτύνει το κουκούτσι του / [] Και όμως υπήρξαν τα λόγια που μας καταφιλούσαν / Τα κλειδιά των πιο συγκλονισμένων / αποκαλύψεων γύρω απ' το κάλλος μιας στιγμιαίας φωτιάς. Και ο έρωτας κατισχύει. Γιατί ήταν νερά που χυνόντουσαν / το ένα μέσα στο άλλο τα σώματα ελευθερώνοντας τον έρωτα / σαν παλιό καλπασμό. 

~

Ανδρέας Εμπειρίκος, 1934 – Προϊστορία ή καταγωγή (εισ. - φιλ. επιμ.: Γ. Γιατρομανωλάκης), εκδ. Άγρα, 2014, 185 σελ.

Λοιπόν δεν τους φοβόμαστε καθόλου / Γιατί είμαστε τα εργοστάσια της ζωής αφού είμαστε τα εργοστάσια των ερώτων / Και στην αδιάκοπή μας λειτουργία / Αυτό που κάνουμε είναι τόσον άμεσο και συνεχές τόσο κατάλληλο κι αστείρευτο.Το βιβλίο –το πρώτο του Α.Ε.– ήταν έτοιμο το 1934: αυτός ήταν και ο τίτλος του. Το ξανάσπρωξε, όμως, στο συρτάρι, η Υψικάμινος του 1935 – και, στον πόλεμο, τα χειρόγραφα χάθηκαν. Και τώρα γίναμε βαθείς σαν τα πηγάδια / Όταν μια πέτρα μέσα τους πέφτει σαν πεφταστέρι. Ξαναφάνηκαν το 2006, κι εκδίδονται τώρα από τον Γ.Γ., συμπληρωμένα βάσει της απόπειρας ανασυγκρότησης του χαμένου βιβλίου από τον ίδιο τον ποιητή, το 1971-2, οπότε και προσφυώς το ονόμασε Προϊστορία ή καταγωγή. Παρά το (όχι πάντως ολοσχερώς) διαφορετικό, προ-υπερρεαλιστικό ύφος, κυριαρχεί και εδώ η γνωστή τριπλή πίστη του ποιητή: στον έρωτα, στην κάθε είδους, άνευ ορίων, ελευθερία, και στην κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν αγαπούν οι πεδιάδες τα βουνά / Παρά όταν και μόνον / Στην κορυφή τους δεσπόζη η χαρά / Του συνόλου των ανθρώπων. 


Κατερίνα Ηλιοπούλου & Γιάννης Ισιδώρου, Gestus, εκδ. [ΦΡΜΚ], 2014

Το πρώτο κλειδί κάτω από την πέτρα / με φύλακα ένα σκουλήκι και μια αμυδρή αγωνία πριν το βρεις. / Μπαίνουμε στην αρχαία αυλή με την ολόφρεσκη αναρχία της. Βιβλίο-λεύκωμα μιας ποιήτριας κι ενός εικαστικού καλλιτέχνη: ποιήματα και ασπρόμαυρες φωτογραφίες – από τις σπάνιες φορές που λέξεις και εικόνες συνυπάρχουν ισότιμα, και εξ αυτού αλληλοσυμπληρώνονται, αντί απλώς να συνοδεύουν αμήχανα και, συνήθως, περιττά, οι μεν τα δε (και αντιστρόφως). Επιστροφή σ' έναν προγονικό τόπο, εξερεύνηση του βυθισμένου παρελθόντος και του κλειστού χώρου, περιπλάνηση στο ανοιχτό τοπίο –Κυλιόμαστε με το σώμα μέσα στο βουνό–, παρά το δέος που αυτό προκαλεί – παρόν αλλά κλειστό, / απρόσιτο σαν όνειρο. Αναδίφηση του φυσικού αλλά και του κτιστού, ζευγαρωμένη με την διερώτηση για τον χρόνο. “Θέλεις, σου λέω, να ξαπλώσουμε λίγο εδώ;” / “Ναι”, λες (λες πάντα ναι), “μη στενοχωριέσαι για το σπίτι, / κοιμήσου, να το ονειρευτείς.” 

[Σημ. 2016: Πλέον, τα ποιήματα αυτά, βρίσκονται ενσωματωμένα στο βιβλίο της Κατερίνας Ηλιοπούλου, "Μια φορά κάθε τοπίο και ολότελα", εκδ. Μελάνι, 2015]


Νίκος Καρούζος, Οιδίπους Τυραννούμενος και άλλα ποιήματα (φιλ. επιμ.: Μ. Αρμυρα), εκδ. Ίκαρος, 2014, 429 σελ.

Έχουμε κάθε λόγο να είμαστε μόνοι. / Της θάλασσας μπλε και πράσινο / στα μάτια μας ακίνητο / και ανοιχτό παγώνι / [] Χαρά σ' εκείνον που καθώς τ' αόρατο τριζόνι / δεν καταδικάστηκε να πετύχει. Συμπληρωματικός των Ποιημάτων Α' και Β', ο τόμος αυτός συγκεντρώνει ποιήματα συλλογών που δεν περιελήφθησαν εκεί, δημοσιευμένα ποιήματα που εξαρχής έμειναν εκτός συλλογών, καθώς και αδημοσίευτα ποιήματα διαφόρων προελεύσεων. Δεν προορίζεται, όμως, μόνος για τους 'φανατικούς', completist, λάτρεις του ποιητή, γιατί τα περιεχόμενά του είναι πλούσια όχι μόνον αριθμητικώς. Ύφος, ήθος, χιούμορ, γνώριμα θέματα –ανάμεσά τους και η μεγάλη αγάπη για την μουσική–, τα ξαναβρίσκουμε όλα εδώ. Η χρυσή τομή του θανάτου με παράλληλον άγγελο ψηλά / τα ρόδινα παιχνίδια του πόνου / και το χλωρό κρύο που βασανίζει την περιστερά / μες στη γαλάζια ταραχή των πραγμάτων / η αρχαιότητα του ερεθισμένου κρίνου / και η μεγάλη πολυτέλεια σοφή πεταλούδα / που στάζει απ' το τριανταφυλλάκι – / με πάνε στις ολόλευκες απουσίες των άστρων.


Μαρία Κούρση, Μια μέρα, Εκδοτική Αθηνών, 2014, 42 σελ.

Ήρθε το νερό / Φεύγω μαζί του / (Πριν από χρόνια θα έλεγα: / Μικρά κομμάτια μου βραχάκια / Ακουμπάει το κύμα / Τσακίζονται οι βαρκούλες) / Τώρα φεύγω μαζί του γιατί μου ανοίγει / ιπποτικά την πόρτα. Ενδέκατο βιβλίο της ξεχωριστής αυτής φωνής. Μια ανθρώπινη πλάτη απομακρύνεται / και κακώς φαίνεται ακόμη. Κάποιος που είχε σπαταλήσει όλη του τη μουσική – και ωστόσο ξενυχτάει στον κόσμο που αλλάζει / και φρέσκος ξυπνά. Μια μέρα (πρωί – μεσημέρι – σούρουπο – νύχτα: Δεν ήμουν εκεί / Σίγουρα όμως ήταν σούρουπο) μοιρασμένη στα γράμματα –μείον έξι– της αλφαβήτου. Η σκόνη δεν φοβάται το νερό κι ας ξέρει. Και σαν σχολιασμένη ανάστροφα: επίλογος – διάλογος – μονόλογος – πρόλογος. Έγιναν όλα ήταν λίγα.


Λουκάς Κούσουλας, Εν παραβολαίς, εκδ. Τυπωθήτω – Λάλον ύδωρ, 2015, 70 σελ.

Όπως μας ειδοποιεί ο ίδιος ο ποιητής, συγκέντρωσε εδώ, σαν του αποκαλύφθηκε η ενότητά τους – θησαυρίζοντας αιφνιδιασμούς– ποιήματα γραμμένα κατά την περίοδο 1965-2008 και προηγουμένως περιληφθέντα σε διάφορες συλλογές του. Δεκαπέντε ιστορίες που μπορούν να διαβαστούν και ως παραβολές (όπως κάποια ποιήματα των Ακριτικών του Σικελιανού, για παράδειγμα) – εξού και ο τίτλος του βιβλίου. Παραβολές για τον φεύγοντα χρόνο και την εμμένουσα μνήμη (του νου ή της φωτογραφίας), την αλήθεια και το δίκιο, την άσβεστη επιθυμία για τα πατρώα μέρη, τις ιδιοτροπίες της φύσης και της τέχνης, τον ακαταμάχητο –παρά την ματαίωσή του– έρωτα. Ώς τα μεσάνυχτα, και περασμένα, σε ώρες / τελείως ανύποπτες, λησμονημένες, μυστικοί / απόηχοι, ανεξιχνίαστες ανταύγειες, κρυφές / εστίες ευεργετούσαν / την πολιτεία. Οι ακατάπεστες ακόμα δυνάμεις / σηκωμένες απ' το ερωτικό πέρασμα. Κατασταλάζοντας / σε μικρά κρύσταλλα. Ο στενός, σφιχτός, ρυθμικός στίχος του Λ.Κ. –μαζί με το χιούμορ και την ιδιαίτερη ρητορική του χάρη– κινεί και εμψυχώνει τις ιστορίες συναρπαστικά, παρασύροντάς μας όπου επιθυμεί να φτάσει. Π.Ι.


Μαρία Λαϊνά, Σε τόπο ξερό [Ποιήματα 1970-2012], εκδ. Πατάκη, 2015, 405 σελ.

Αν στον “χλοερό τόπο” παύουν όλα, ίσως στον “ξερό” να ζει η ποίηση. Σίγουρα, η στραγγισμένη από συναισθηματισμούς, πυκνή, ποίηση της Μ.Λ., μιας 'εκπροσώπου' της 'γενιάς του 1970' που δικαίως (εξακολουθεί να) μας ενδιαφέρει και ανεξάρτητα από τα φιλολογικά αυτά συμφραζόμενα. Όλα αυτά είναι της φαντασίας πράματα. εδώ / δεν έχουμε παρά μια δυνατή και καθαρή αιωνιότητα / που δεν κουράζει, αλλά μερικές φορές πονούν τα μάτια σου. Στον τόμο αυτόν, συγκεντρώνονται τα οκτώ από τα εννέα, μέχρι σήμερα, ποιητικά βιβλία της – δηλαδή όλα πλην του πρώτου, Ενηλικίωση (1968). Σε αυτοτελή εκτεταμένα ποιήματα (π.χ. Ο Κήπος – Όχι εγώ, 2005), σε ποιητικές συνθέσεις (π.χ. Επέκεινα, 1970, Δικό της, 1985), είτε σε συλλογές ποιημάτων (π.χ. Σημεία Στίξεως, 1979, Ρόδινος Φόβος, 1992), η αυστηρή κυριαρχία της Μ.Λ. επί του υλικού της, οδηγεί σε μορφές διακριτές, αλλά πάντα μεστές. Η μουσική εισχωρεί στις ράχες της άμμου. / δυναμώνει κάτω από το ζεστό στρώμα.


Δημήτρης Λεοντζάκος, Τα σκυλιά του Ακταίωνα, εκδ. Νεφέλη, 2014, 65 σελ.

Ως γνωστόν, ο κυνηγός Ακταίων, κατασκόπευσε την Άρτεμη στο λουτρό της: αυτή έστρεψε τα σκυλιά του εναντίον του, κι εκείνα τον κατασπάραξαν. Όντως, η βία και τα σύνεργά της –Πώς στρίβει μες στα αίματα / στιλπνός σαν δύτης–, το δάσος –Μια μέρα θα φυτρώσει ένα δάσος / Άγριων παιδιών / Με το κεφάλι στο χώμα και / Τα πόδια σαν δέντρα / Στον ουρανό–, διάφορα ζώα –Οι λαγοί που ονειρεύομαι / Λιγάκι διαγώνιοι–, ορίζουν εν πολλοίς τον κόσμο του τέταρτου αυτού ποιητικού βιβλίου του Δ.Λ.. Το σημαντικό, όμως είναι άλλο: ότι πρόκειται για έναν πραγματικά ποιητικό κόσμο: έναν κόσμο γλωσσικων συμβάντων. Ο γλωσσικός και νοηματικός 'χορός', η εύχαρις περιδίνηση, που χαρακτήριζαν το αμέσως προηγούμενο βιβλίο του Δ.Λ. (Κινέζικα, Νεφέλη, 2010) λειτουργούν και εδώ ως κύρια εργαλεία δόμησης. Ένα ελάφι ήρθε / Ξάπλωσε / - αστράγαλοι, γόνατα, μηροί - / Απαλά στον ώμο μου / Σαν πουλί / Ναι, είπα / Εγώ / Το νερό της νύχτας.


Αλέξανδρος Μάτσας, Άπαντα ποιήματα (εισ. - επιμ.: Κ.Γ. Παπαγεωργίου), εκδ. Παπαδόπουλος, 2015, 223 σελ.

Στέρνα της νύκτας, με δροσιά και νάρκην / ανθισταμένη στην χρυσή πολιορκία / της μέρας, και σε μια τρυγόνα / που διαλαλεί το φως στα κεραμίδια. / επιπλωμένη με σύμβολα χαράς, / η κάμαρα κρατά τ' ωραίο σώμα / αιχμάλωτο του ύπνου. Ο Α.Μ. είναι μάλλον ο μεγάλος λησμονημένος ποιητής της γενιάς του 1930, και ας παρέμεινε εκδοτικά παρών μέχρι και την δεκαετία του 1960. Χάρη στις εκδόσεις Παπαδόπουλος και στον Κ.Γ. Παπαγεωργίου, τώρα διαθέτουμε, τουλάχιστον, συγκεντρωμένα τα ποιήματά του. Αδύνατον να αποσιωπηθεί, ωστόσο, η απορία κι η οργή που προξενεί η απουσία των στοιχειωδεστέρων προϋποθέσεων μιας τέτοιας έκδοσης: λεπτομερή πίνακα περιεχομένων, ευρετηρίου τίτλων και πρώτων στίχων – ελλείψεις που επείγεται να διορθωθούν στην επανέκδοση, απαραιτήτως δε με ραμμένες, αντί για κολλητές, όπως τώρα, σελίδες. Ας είναι – για την ώρα, μπορούμε να απολαύσουμε και να μελετήσουμε την ποίηση. Πέρασε μια γυναίκα που διύλισε / ολόκληρο το θέρος σ' ένα τραύμα / πλούσιο σαν τις χρυσογάλακτες πληγές / των πεύκων.


Σαμσών Ρακάς, Αμπερλουδαχαμίν – ένα εγχειρίδιο μοναξιάς, εκδ. Υποκείμενο, 2015

Να ζω το θρίαμβο που όλο αναβάλλεται / από το διαφωτισμό στο φωταγωγό / να ζω την πτώση που όλο αναβάλλεται. Σπάνια η γκινσμπεργκικής πνοής ποίηση έχει ευτυχήσει. Είδος δυσκολότατο, ο μακρύς ποιητικός μονόλογος που βρίθει από παρεκβάσεις, αναρωτάται, συστρέφεται και συνεχίζει, σπαρμένος με λυρικές αποστροφές, αλλά πρωτίστως δραματικός και ρητορικός. Όταν μας συνεπαίρνει στο μόλις δεύτερο βιβλίο (πρώτο εντός εμπορίου) ενός ποιητή, έχουμε κάθε λόγο να τεντώσουμε τ' αυτιά μας. Ο ποιητής διηγείται την πρώτη, μαγική συνάντησή του –στα παιδικά του χρόνια– με το αγαπημένο υποκείμενο, έκτοτε απωλεσθέν. Μετά από οδυνηρές εφηβικές και νεανικές περιπέτειες, θα το ξαναβρεί: είναι ο Διάβολος – τουτέστιν η Τέχνη μεταμφιεσμένη. Το άγγιγμά σου πώς να το διηγηθώ // σα να με άγγιζε σωτήρια / μια παλάμη πλατανόφυλλο υγρό / όταν με έσερναν δουλέμποροι / μέσα στην έρημο. Ακούγεται επικίνδυνα κοινότοπο και τετριμμένο. Αλλά, ως συνήθως, “τι αξίζει το γλυκό, στο φάγωμα φαίνεται”. Το γευόμαστε ευγνώμονες.


Εύα Στεφανή, Τα μαλλιά του Φιν, εκδ. Πόλις, 2014, 38 σελ.
Μου πέσαν τα μαλλιά. Έχω μια βαριά κορώνα στο κεφάλι μου. Βουτάω στη θάλασσα και φτάνω στον πάτο. Αν –σ' αυτό το πρώτο ποιητικό βιβλίο τής σκηνοθέτιδας και θεωρητικού του κινηματογράφου, Ε.Σ.– 'ακούγεται' ενδεχομένως κάπως η φωνή του Ε.Χ. Γονατά (τον οποίο η συγγραφέας είχε πολλαπλώς και εις βάθος μελετήσει, για να φτιάξει την γνωστή θαυμάσια κινηματογραφική προσωπογραφία του), διόλου δεν πειράζει. (Δεν είναι, εξάλλου, ο τρόπος του Ε.Χ.Γ., κάποιος κοινός λογοτεχνικός τόπος που να μας έχει κουράσει – κάθε άλλο.) Έβγαλε τα ρούχα της και φόρεσε την ειδική στολή της λίμνης που της δώσανε. Ένα μακρύ νυχτικό με φτερά. Παντού μύριζε ροδόνερο. Κατάπινε για να συγκρατήσει τη μυρωδιά. Η λογική και οι εικόνες του ονείρου, το υγρό στοιχείο, κυριαρχούν στα σύντομα αυτά 'πεζά ποιήματα', συνθέτοντας έναν κόσμο παιδικότητας, ενίοτε εφιαλτικό, αλλά –παραδόξως– ποτέ απωθητικό. Βγαίνει από το ιατρείο ντυμένος μισός γυναίκα μισός αλεπού. “Θεραπεύτηκα!” φωνάζει. Αγκαλιαζόμαστε και περνάμε γρήγορα το δρόμο.


Μαρία Τοπάλη, Οι λέξεις μου (Ορατόριο για χορωδία και φωνές στο κέντρο της Αθήνας), εκδ. Νεφέλη, 2015

Αν η μεσαία τάξη (και η κατάντια της) άξιζε ένα 'μιούζικαλ' (Ο χορός της μεσαίας τάξης, εκδ. Οκτώ, 2012), το κέντρο της ταλαίπωρης πόλης, πώς να μην απαιτήσει ένα 'ορατόριο'; Η λέξη “κέντρο” / κυριολεκτικά / κακόφημη. Πέντε ποιήματα το συνθέτουν. μόνο το τρίτο και το τέταρτο φέρουν τίτλους: “Δεν το αξίζει η Αθήνα μας ένα Σονέτο;” και “Ερεχθέας”, αντιστοίχως. Σαν ήρθα στην Αθήνα με τα χιόνια, / πάνε χρόνια, / ήταν μια πόλη σκέτη πλήξη / μα ούτε τ' αποφάσιζε να λήξει. Η προσωπική περιδιάβαση εν καιρώ κρίσης, καταγράφει τα δημόσια, ανακαλεί τα προσωπικά και ιστορικά, τα κρίνει εκ νέου όλα. Επέστρεψε το Φίδι, ο γιος του Βασιλιά, / γύρισε, να!, της Νέμεσης ο γιος, ο Εριχθόνιος, / τώρα οι κοπέλες θα ριχτούν απ' την Ακρόπολη, γιατί την είχαν δανεική τόσο καιρό την πόλη, ο πατέρας τους κι αυτές, / την είχαν δανεική κι αγύριστη / την πόλη του φιδιού, / κι όλα ο άνεμος θα τα σαρώσει τώρα. Όλα.


Θωμάς Τσαλαπάτης, Άλμπα, εκδ. Εκάτη, 2015, 46 σελ.

Αυγή; Λευκή; Και τα δυο; Όπως και να 'χει, είναι λίαν ευπρόσδεκτο το δεύτερο αυτό (μετά το βραβευμένο Το ξημέρωμα είναι σφαγή κύριε Κρακ) ποιητικό βιβλίο του Θ.Τ., καρπός επεξεργασίας και ωρίμανσης. Τέντωσε το βλέμμα σου να πλανηθεί στο άδειο. Σύντομα θα αναγνωρίσεις μια μέχρι πρόσφατα αδιόρατη στίξη. Η ευφράδεια πλέον οικονομείται. η ευρηματικότητα έχει τιθασευθεί: τίθενται αμφότερες στην υπηρεσία της ποιητικής σύλληψης που προσεκτικά ελέγχει τις δόσεις. Η σημασία του ρυθμού έχει αναβαθμισθεί, η γλώσσα έχει μεστώσει και αποτολμά –εξαρχής ασφαλισμένη απ' τους κινδύνους του συναισθηματισμού– να βαθύνει ώς τον λυρικό παλμό. Η ευστροφία γίνεται πλαστική κίνηση: επιτρέπει την εναλλαγή των οπτικών γωνιών και των ποιητικών τρόπων, για να πραγματωθεί μια διαδρομή μιας εβδομάδας σε μια πόλη με εφτά γειτονιές και μια κοπέλα συνώνυμή της. Εδώ προσευχή είναι η πέτρα / Και ο άνθρωπος μια κλωστή θαυμάτων / ραμμένη σ' ένα αντίο.

*

Αυτές οι 'θερινές αναγνωστικές προτάσεις' -προοριζόμενες για το τεύχος Ιουλίου 2015- δημοσιεύθηκαν, εντέλει, λόγω του έκρυθμου εκείνου καλοκαιριού (μεταξύ των άλλων, με ελλείψεις και στο -εισαγόμενο- τυπογραφικό χαρτί), στο τεύχος Σεπτεμβρίου 2015 του "The Books' Journal".

[φωτ.: π.ι., σεπτ. 2015]