18.10.08

robert creeley: 14 ποιήματα



Νομίζω κάποια γνώμη του Thom Gunn –πολύ ενδιαφέροντος και γενναιόδωρου κριτικού, πέρα από ποιητή– πρέπει να μ' έστειλε στα ποιήματα του Robert Creeley: ένας κόσμος πολύ πιό ‘γυμνός’ απ’ ό,τι είχα συνηθίσει να μ’ αρέσει, που ωστόσο σύντομα ‘ξεκλείδωσε’ τη γοητεία του. Και η μετάφραση κάποιων ποιημάτων (δημοσιεύτηκαν στην ‘Ποίηση’, τ. 18, Φθινόπωρο-Χειμώνας 2001) –απ’ όπου και τα πιό κάτω– υπήρξε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα –και χρήσιμη
άσκηση.


[από 'Το Γήτεμα':]


Για μιαν Επέτειο

Εκεί όπου ονειρεύεσαι νερό
Έχω κρατήσει χούφτα άμμου.

Οι τρόποι μου είναι απωθητικοί.
Στέκομαι εδώ αμήχανος, κι ώρα πολλή.

Είμαι κυρίως ηλίθιος.
Είσαι σχεδόν ωραία.

Θα είμαστε κι οι δύο δυστυχείς
μα δεν είναι κανείς καταραμένος



[από το 'Για την Αγάπη':]


Η Αποκριά

Ενώ αυτός που χτυπά
το γκονγκ το δια-
ψεύδει, σ' όλη του την
απλότητα -

Παρά ταύτα η απόπειρα
οδηγεί στον θρίαμβο, για
κάποιον άλλον.

Ομοίως στην αγάπη δεν
είμαι απερίσκεπτος ή αν-
ίκανος. Η μέθοδός μου δεν είναι

τρυφερότητα, αλλά ελπίδα
προσδιορισμένη.


Η Εγχείριση

Το Σάββατο πια είπα πως θά 'σουνα καλύτερα την Κυριακή.
Η επιμονή ήταν μέρος κάποιας συμφιλίωσης.

Τα εξογκωμένα μάτια σου, το γκρίζο
φως κρεμόταν πάνω σου, ήσουν απαίσια.

Συμπάσχω - απλώς παλιά
σχέση συνήθειας.

Σκληρό, σκληρό να περιγράφεις
ό,τι δεν υπάρχει λόγος να περιγραφεί.


Η Προειδοποίηση

Από αγάπη - θα
άνοιγα το κεφάλι σου στα δυό και θά 'βαζα
μέσα ένα κερί
πίσω απ' τα μάτια.

Πέθανε η αγάπη μέσα μας
αν λησμονήσουμε
τις αρετές του φυλαχτού
και της γρήγορης έκπληξης.


Μια Μορφή Προσαρμογής

Οι εχθροί μου ήρθαν να με πιάσουν,
ανάμεσά τους μια ωραία γυναίκα.

Και - θεέ μου, σκέφτηκα, αυτό θά 'ναι το τέλος μου,
γιατί δεν έχω αντιστάσεις.

Παίρνοντας τη δική τους θέση ενάντια στον εαυτό μου,
κολακευμένος που τους ανησυχούσα,

ξάπλωσα μπρος τους και καλόκαρδα κοίταξα προς τα πάνω,
σκεπτόμενος πως ίσως τούτο να βοηθούσε.

Κι εκείνη έσκυψε πάνω μου να με κοιτάξει τότε,
όντας γυναίκα.

Είναι σοφοί που στέλνουν πρώτα τον πιο δυνατό, σκέφτηκα.
Και τη φίλησα.

Και παρακολουθούσανε εκείνην, και τους δυο μας, προσεκτικά,
δεν επρόκειτο να ξεγελαστούν.

Αλλά πώς να λογαριάσεις την αγάπη, ακόμα κι όταν την αναζητάς;
Την εμπιστεύτηκα.


Όπως Λεν

Κάτω απ' το δέντρο σε
απαλό γρασίδι κάθησα,

κοίταζα δυό χαρούμενους
δρυοκολάπτες να εν-

οχλούνται από την παρουσία μου. Και
γιατί όχι, είπα

μέσα μου, γιατί
όχι.


Από Φόβο

Από φόβο θέλω
να ξαναβάλω τον εαυτό μου
κάτω από τον αντίχειρα
παλιάς αγάπης, παλιού καιρού

υποτέλειας
και πόνου, τσακισμένος
σαν καρφί που
δε βγαίνει.

Γιατί, αγάπη, να υπάρχει
τέτοια διαφορά
αντί ν' ακουγόμαστε
σε πείσμα του εαυτού μας

ή αυτού που ίσως νοιώθουμε,
ο ένας για τον άλλον,
σαν το σφυρί
να χώνουμε ξανά

στραβό καρφί
σε πόνο παλιό;



[από τα 'Λόγια':]


Τα Βράχια

Προσπαθώντας να σκεφτώ
κάποια διέξοδο, τα
βράχια της σκέψης

που εκτοπίζουν,
ριγμένα στο
νερό,
άλλα πολλά.
Ώστε η ζωή είναι
νερό, η αγάπη επίσης

έχει ουσία
όμοιου είδους.
Θέλοντας

νερό μια Κυριακή
πρωί που ο Θεός δεν
θα μεριμνήσει -

νά 'ναι η
γυναίκα μου, η ζεστασιά της
ξαπλωμένη

πλάι μου, νά 'ναι
αυτή η αίσθηση θερμής
υγρασίας οι συνθήκες

όπου τα πάντα αναπτύσσονται;
Ρίξε
το βράχο,

με καλοσύνη σκέψου, με καλοσύνη
σκέψου εμένα.


Για την Λέσλι

Για σένα θά 'πρεπε
να υπάρχουν λέξεις ώστε κάτι
τουλάχιστον να πει κανείς

γι' αυτό που δεν μπορούσε
τότε, όλο
το νόημα να πληθαίνει ασφυκτικά, σχεδόν

ένα αναπαυτικό μαρτύριο
τόσο πλήρες
το ένοιωθα.

Δυο χρόνια περνούν,
ο ίδιος πλατύς ουρανός
κάθεται πάνω μας.

Εκεί, ο τάφος είναι
όπου δεν μπορώ
ούτε καν να πάω

κάτω από κάτι δέντρα
στο χορτάρι
στο κοιμητήρι κάποιου.

Τι επιχείρημα μπορεί
να χρησιμεύσει τώρα, το φως τόσο
χτυπά,

τόσο ξανθή είσαι,
τόσο διαφορετική απ' το σκοτάδι μας,
τα μάτια σου ένα τέτοιο μπλε.


Κάτι

Πλησιάζω τόσο
προσεκτικά τρέμοντας, πάντα
νοιώθω την ανόητη εντέλει

ερώτηση του πώς,
λοιπόν, πρέπει να το αισθάνεται κανείς,
και ποιος. Θυμάμαι

κάποτε σ' ένα δωμάτιο νοικιασμένο στην
27η οδό, η γυναίκα που αγαπούσα
τότε, κυριολεκτικά, αφού

είχαμε κάνει έρωτα στο μεγάλο
κρεββάτι που βρισκόταν απέναντι από
έναν νιπτήρα με δυό βρύσες,

ήθελε να κατουρήσει αλλά ένοιωθε άβολα,
αμήχανη υποθέτω γιατί
θα την κοίταζα, αυτήν που μόλις

μια στιγμή πιο πριν ήταν τελείως
ανοιχτή σ' εμένα, γυμνή, στο
ίδιο κρεββάτι. Γονατίζοντας, με το

κεφάλι της ν' αντανακλάται στον καθρέφτη,
τα μαλλιά της σκούρα εκεί, το
πρόσωπό της ολόκληρο, τους ώμους,

κάθησε με τα πόδια ανοιχτά, άνοιξε
μία βρύση και ντροπαλά κατούρησε. Τι
θα μπορούσε να μάθει η αγάπη από ένα τέτοιο θέαμα.


Η Απάντηση

Άραγε θα μιλήσουμε ο ένας στον άλλον
κάνοντας το χορτάρι να λυγίσει σαν
νά 'ταν ένας άνεμος μπροστά μας, θά 'χει

ο τρόπος μας παρόμοια χάρη, τόση
ουσία όση η κίνηση
πράγματος που κινείται τόσο απαλά.

Σπάμε τα πράγματα κομμάτια σαν
τοίχους που τους σπάμε με το σώμα
τους ακούμε να πέφτουν μόνο και μόνο για να τους ακούμε.


Φαντάσου

Ξέρεις μήπως ποια
είναι η αλήθεια,
τι είναι ορθά
ή λάθος ειπωμένο,

τι είναι σοφία,
ή δίκιο, τι
άδικο, ή σωστά
αν είναι,

ή δεν είναι, καμωμένο.
Σκεφτόμουνα.
Σκεφτόμουν και
σκεφτόμουν και σκεφτόμουν.

Σ' ένα μέρος
καθόμουν,
και να
το, ένα μικρό

αμυδρό πράγμα
μετά βίας το ένοιωθες, ένα
είδος μικρού
τίποτα.


Λόγια

Είσαι πάντα
μαζί μου,
δεν υπάρχει ποτέ
ξέχωρο

μέρος. Αλλ' αν
στον στρεβλό
τόπο δεν
μπορώ να μιλήσω,

όχι ενδοτικότης
ή φόβος μόνο,
αλλά μιά γλώσσα
σαπισμένη απ' αυτό που

γεύεται - Είναι
μιά ανάμνηση
νερού,
τροφής, όταν πεινάς.

Κάποια μέρα
δεν θά 'ναι
ετούτη, τότε
να πούμε

λόγια όπως κυλά
καθαρή,
λεπτή στάχτη,
σαν σκόνη,

απ' το πουθενά.


Το Άγαλμα

Σου προτείνω
ένα σώμα ξασπρισμένο, σώμα
που θά 'τανε νεκρό
αν δεν ήταν ζωντανό.

Θα το στήσουμε όρθιο
στον κήπο, που
με τόσους κόπους
ποτίσαμε. Όλα τ' άνθη

θα φυτρώνουν στα πόδια του,
και τα βράδια θα
μαλακώνει εκεί καθώς το σκοτάδι
θα πέφτει από ένα τέτοιο διάστημα.

Ίσως ήχους μικρούς
να βγάλει, ίσως
μόνο αγέρα, μα το
στόμα του, αν θα μπορούσε να το δει κανείς,

θα τρεμοπαίζει. Θά 'ρθει
μια μέρα που θα περπατήσει μόλις πριν
πάμε για να το δούμε, αλλά μέχρι τότε
θά 'χει επιστρέψει στη θέση του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: